Η εκλογική επιρροή του κυβερνώντος κόμματος δεν μεταβάλλεται, ανιχνευόμενη και σε αυτή τη μέτρηση στο 31%, με τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. να αυξάνει οριακά τη δική του επιρροή, διαμορφώνοντας την απόσταση από τη Ν.Δ. στις 5,5 μονάδες.
Παράλληλα, η επιρροή του ΠΑΣΟΚ μειώνεται περαιτέρω, ανιχνευόμενη στο 11,5%, ενώ οριακή άνοδο καταγράφουν το ΚΚΕ (5,5%), το ΜέΡΑ25 (2,5%) και οι Έλληνες ΓΤΠ (2%).
Η κυριαρχία του ζητήματος της ακρίβειας στις δημόσιες και ιδιωτικές συζητήσεις, η αντοχή της κυβέρνησης στην έντονη κοινωνική πίεση, η συρρίκνωση της δυνητικής εκλογικής επιρροής του ΠΑΣΟΚ και η αισθητή βελτίωση της εικόνας του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι τα σημαντικότερα στοιχεία που προκύπτουν από τον Σφυγμό Ιουλίου, την τακτική πολιτική έρευνα της Prorata για λογαριασμό της «Εφημερίδας των Συντακτών».
Το κλειδί στην εξήγηση της παρατεταμένης πίεσης που δέχεται η κυβέρνηση τους τελευταίους μήνες εντοπίζεται αναμφίβολα στην αίσθηση ότι τα πράγματα στην οικονομία δεν πάνε καλά: 2 στους 3 αξιολογούν με αρνητικό πρόσημο την οικονομική κατάσταση της χώρας, ενώ 3 στους 4 δηλώνουν μη ικανοποιημένοι από τον τρόπο που το κυβερνών κόμμα αντιμετωπίζει το κύμα της ακρίβειας.
Εν τούτοις, η εκλογική επιρροή του κυβερνώντος κόμματος δεν μεταβάλλεται, ανιχνευόμενη και σε αυτή τη μέτρηση στο 31%, με τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. να αυξάνει οριακά τη δική του επιρροή, διαμορφώνοντας την απόσταση από τη Ν.Δ. στο 5,5%.
Παράλληλα, η επιρροή του ΠΑΣΟΚ μειώνεται περαιτέρω, ανιχνευόμενη στο 11,5%, ενώ οριακή άνοδο καταγράφουν το ΚΚΕ (5,5%), το ΜέΡΑ25 (2,5%) και οι Ελληνες ΓΤΠ (2%).
Γιατί όμως, εφόσον η απόδοση της κυβέρνησης αξιολογείται αρνητικά, δεν μεταβάλλονται και οι συσχετισμοί στο πεδίο του κομματικού ανταγωνισμού;
Διότι ναι μεν η ικανοποίηση από το κυβερνητικό έργο παραμένει χαμηλή (35%), αλλά την ίδια στιγμή και υψηλότερη της εκλογικής επιρροής των υπόλοιπων κομμάτων, καθώς και της ικανοποίησης σε σχέση με το δικό τους αντιπολιτευτικό έργο, η οποία δεν ξεπερνάει το 23% στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. ή το 16% στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ.
Και ενώ τα παραπάνω εξηγούν την υπεροχή της Ν.Δ. στη μεγάλη εικόνα, την ίδια στιγμή υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις ότι το πολιτικό σκηνικό διέρχεται μια μεταιχμιακή φάση: η εικόνα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης βελτιώνεται αισθητά, συμπαρασυρόμενη σε μεγάλο βαθμό από τη βελτίωση της εικόνας του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα.
Η ικανοποίηση από το αντιπολιτευτικό έργο του κόμματος της Αριστεράς αυξάνεται μέσα σε διάστημα δύο μηνών από το 21% στο 23%, ενώ ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης προσλαμβάνεται ως πιο ακέραιος στη διαχείριση των χρημάτων του κράτους, ως πιο ασυμβίβαστος απέναντι σε συμφέροντα και ως να έχει την ικανότητα να συναισθάνεται καλύτερα απ’ ό,τι ο πρωθυπουργός τις ανησυχίες της κοινωνίας.
Αντίστοιχα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσλαμβάνεται ως αποτελεσματικότερος, συνεπέστερος αλλά και ικανότερος στη διαχείριση των οικονομικών.
Η νέα πληροφορία που προσφέρει αυτό το εύρημα έγκειται στο γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας είτε μειώνει την απόσταση στους δείκτες όπου υστερούσε έναντι του πρωθυπουργού είτε διευρύνει την απόσταση στους δείκτες όπου ήδη προηγούνταν.
Την ίδια στιγμή στον δείκτη εμπιστοσύνης για ανάληψη της πρωθυπουργίας η απόσταση μεταξύ των δύο αρχηγών μειώνεται, με τον Αλέξη Τσίπρα να συγκεντρώνει το 34% των προτιμήσεων και τον Κυριάκο Μητσοτάκη το 41%.
Παράλληλα, παρά το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. συνεχίζει και γίνεται αντιληπτός ως ένας μηχανισμός που διαθέτει μειωμένη διαχειριστική ικανότητα και αποτελεσματικότητα συγκριτικά με το κυβερνών κόμμα, επιβεβαιώνεται η υπόθεση ότι το κόμμα της Αριστεράς διατηρεί ακόμα ένα σημαντικό -ηθικού περιεχομένου- πλεονέκτημα έναντι της Ν.Δ., το οποίο αποτυπώνεται στη σημαντικά μεγαλύτερη εμπιστοσύνη που απολαμβάνει ως προς τη διαχείριση θεμάτων διαφθοράς και διαφάνειας.
Νέες δυναμικές στον κομματικό ανταγωνισμό δημιουργεί και η εξασθένηση του αντι-ΣΥΡΙΖΑ ρεύματος: Στις αρχές του 2017 ο αρνητισμός απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ καταγραφόταν στο 70-75% των ψηφοφόρων, ενώ σήμερα έχει περιοριστεί αποφασιστικά (48%) και είναι ευθέως συγκρίσιμος ως μέγεθος με τον αντίστοιχο απέναντι στη Ν.Δ. (43%).
Αυτή η εξασθένηση οφείλεται κυρίως στη μείωση του αρνητισμού στον μη δεξιό χώρο, με την προσαρμογή του αριστερού ακροατηρίου στη νέα πραγματικότητα αλλά και στην υποχώρηση του αφηγήματος περί εχθρότητας του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στη «μεσαία τάξη», που είχε επηρεάσει κυρίως κεντρώους ψηφοφόρους.
Σήμερα, η επιμονή του ρεύματος σχετίζεται πρωτίστως με τον δεξιό χώρο και την αντίληψη πως ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι ένα κόμμα εχθρικό προς παραδοσιακές αξίες, όπως η πατρίδα, η θρησκεία και η οικογένεια.
Εν τέλει, τι πρέπει κάποιος να κρατήσει από τον Σφυγμό του Ιουλίου;
Τη διατήρηση της υπεροχής της Ν.Δ. έναντι του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. αλλά και τη -για πρώτη φορά τόσο έντονη- ευθραυστότητα αυτής.
Αναντίρρητα, η αντοχή της κυβέρνησης, η σαφής βελτίωση της εικόνας του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και του Αλέξη Τσίπρα, σε συνδυασμό με την περαιτέρω βύθιση της επιρροής του ΠΑΣΟΚ τεκμηριώνουν την υπόθεση ότι διανύουμε μια εν δυνάμει μεταιχμιακή (και γι’ αυτό ενδιαφέρουσα) περίοδο για το πολιτικό σκηνικό.