Το Κρεμλίνο εκτίμησε την Τετάρτη την επόμενη των επικριτικών δηλώσεων του Αμερικανού προέδρου για τη χώρα, πως ο Τζο Μπάιντεν κάνει «κατά βάση» λάθος στην ανάλυσή του για τη Ρωσία.
Κατηγορώντας τη Μόσχα ότι επιδιώκει να διαταράξει τις (ενδιάμεσες) βουλευτικές εκλογές του 2022 στις Ηνωμένες Πολιτείες διαδίδοντας «παραπληροφόρηση», ο κ. Μπάιντεν ανέφερε πως ο Ρώσος ομόλογός του Βλαντίμιρ Πούτιν «έχει ένα πραγματικό πρόβλημα», εφόσον είναι «επικεφαλής μιας οικονομίας που έχει πυρηνικά όπλα και πετρελαιοπηγές και τίποτε άλλο».
«Αυτό την κάνει ακόμη πιο επικίνδυνη, κατά τη γνώμη μου», δήλωσε ο Μπάιντεν.
Αντιδρώντας σε αυτές τις δηλώσεις, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ τόνισε στους δημοσιογράφους πως εδώ «βλέπουμε μια λανθασμένη αντίληψη και γνώση της σύγχρονης Ρωσίας».
«Η Ρωσία είναι πυρηνική δύναμη, αλλά μια πολύ υπεύθυνη πυρηνική δύναμη (…) και ναι, έχουμε έναν τεράστιο τομέα πετρελαίου και αερίου. Όμως το να λέμε ότι η Ρωσία δεν έχει τίποτε άλλο είναι κατά βάση λάθος», πρόσθεσε.
Ο Πεσκόφ είπε ακόμη πως η Ρωσία «δεν έχει την ελάχιστη πρόθεση να επέμβει στις εκλογικές διαδικασίες άλλων χωρών».
Οι δηλώσεις αυτές γίνονται την ώρα που η Μόσχα και η Ουάσινγκτον συνεχίζουν σήμερα στη Γενεύη τον στρατηγικό διάλογο που ξεκίνησε από τον Βλαντίμιρ Πούτιν και τον Τζο Μπάιντεν κατά τη συνάντηση κορυφής που είχαν τον Ιούνιο.
Η συνάντηση, που διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών και απουσία μέσων ενημέρωσης ανάμεσα σε υψηλόβαθμους διπλωματικούς αξιωματούχους των δύο χωρών, αναμένεται να προσεγγίσει τα ακανθώδη ζητήματα που συνδέονται με τον έλεγχο των εξοπλισμών.
Ο Ντμίτρι Πεσκόφ εκτίμησε, σχετικά με τη συνάντηση αυτή, πως είναι ένα «θετικό σημάδι».
«Οι επαφές έλαβαν χώρα και είναι ένα συν», υπογράμμισε, αν και είπε πως αυτές οι διαπραγματεύσεις δεν πρέπει να θεωρηθούν ως «η αρχή μιας εποχής σύμπραξης» ανάμεσα στις δύο χώρες.
Οι σχέσεις ανάμεσα στη Μόσχα και την Ουάσινγκτον είναι στο ναδίρ εδώ και χρόνια σε ένα υπόβαθρο κατηγοριών, εκλογικής επέμβασης, κατασκοπίας και κυβερνοεπιθέσεων που αποδίδονται στη Ρωσία.