Μετάλλαξη του κορωνοϊού εντοπίστηκε σε περιοχές της νοτιοανατολικής Ασίας, με το νέο στέλεχος του ιού ενδεχομένως να είναι 10 φορές πιο ισχυρό σύμφωνα με τον διοικητή του τομέα Υγείας της Μαλαισίας.
Την είδηση μεταδίδει το Bloomberg, με τη μετάλλαξη να φέρει το όνομα D614G και εντοπίστηκε στη Μαλαισία.
Το πρώτο κρούσμα φέρεται να ταξίδεψε από την Ινδία στη Μαλαισία και να έσπασε την 14ημερη καραντίνα, με αποτέλεσμα να μολύνει και άλλους ανθρώπους με τον εν λόγω άνδρα να συλλαμβάνεται και να καταδικάζεται σε φυλάκιση πέντε μηνών.
Η μετάλλαξη «λέγεται ότι έχει υψηλότερη πιθανότητα μετάδοσης ή μολυσματικότητας, αλλά ακόμα δεν έχουμε αρκετά αξιόπιστα στοιχεία για να πούμε ότι θα συμβεί», δήλωσε η υφυπουργός Υγείας των Φιλιππίνων Maria Rosario Vergeire.
Το στέλεχος έχει βρεθεί σε πολλές άλλες χώρες και έχει γίνει η κυρίαρχη παραλλαγή στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να λέει ότι δεν υπάρχουν στοιχεία ότι το στέλεχος οδηγεί σε μια πιο σοβαρή ασθένεια.
Η μετάλλαξη έχει επίσης εντοπιστεί σε πρόσφατα κρούσματα στην Κίνα.
Δεν υπάρχουν στοιχεία από την επιδημιολογία ότι η μετάλλαξη είναι πολύ πιο μολυσματική από άλλα στελέχη, δήλωσε ο Benjamin Cowling, επικεφαλής επιδημιολογίας και βιοστατιστικής στο Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ.
«Είναι πιο συχνά αναγνωρισμένο τώρα από ό, τι στο παρελθόν, κάτι που υποδηλώνει ότι μπορεί να έχει κάποιο είδος ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος σε σχέση με άλλα στελέχη του Covid-19», είπε.
Ο γενικός διοικητής του τομέα της Υγείας στη Μαλαισία, Νουρ Χισάμ Αμπντουλάχ, δήλωσε ότι η ανακάλυψη του νέου στελέχους μπορεί να σημαίνει ότι οι τρέχουσες έρευνες για τα εμβόλια μπορεί να έχουν κενά και αποδειχθούν αναποτελεσματικές απέναντι στον ιό.
«Οι άνθρωποι πρέπει να είναι προσεκτικοί και να λαμβάνουν μεγαλύτερες προφυλάξεις επειδή αυτό το στέλεχος έχει πλέον βρεθεί στη Μαλαισία», έγραψε ο Αμπντουλάχ σε μια ανάρτηση στο Facebook, λέγοντας ότι το στέλεχος μπορεί να το κάνει 10 φορές πιο μολυσματικό χωρίς να αναφέρει μελέτη.
Σύμφωνα με το Bloomberg, αυτή η μετάλλαξη δείχνει να επικρατεί σταδιακά στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, με τον ΠΟΥ, ωστόσο να εξηγεί ότι δεν υπάρχουν αποδείξεις πως προκαλεί πιο σοβαρή νόσηση.