Η επιδημία χολέρας στην Υεμένη, μια χώρα που σπαράσσεται από έναν πόλεμο που κλιμακώθηκε πριν από δύο χρόνια, έχει στοιχίσει τη ζωή σε σχεδόν 1.000 ανθρώπους, ανακοίνωσε ανώτερο στέλεχος του ΟΗΕ, εκφράζοντας τη λύπη του ότι η «ανθρωπιά γίνεται θύμα» των «πολιτικών» σκοπιμοτήτων.
«Ο χρόνος πιέζει για να σωθούν οι άνθρωποι οι οποίοι σκοτώνονται (στις εχθροπραξίες), ή πεθαίνουν από πείνα, και τώρα η χολέρα περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα», σημείωσε ο συντονιστής του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στην Υεμένη, Τζέιμι ΜακΓκόλντρικ.
Ο ΜακΓκόλντρικ επισήμανε ακόμη ότι οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση της χολέρας είναι εξαιρετικά δύσκολες «λόγω της έλλειψης πόρων. Υπάρχει ανάγκη για άμεση δράση», κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης Τύπου στο Αμάν, την πρωτεύουσα της Ιορδανίας.
Το σχέδιο δράσης του ΟΗΕ έχει προϋπολογισμό 1,8 δισ. ευρώ, αλλά μόλις το 29% των απαραίτητων κεφαλαίων έχει συγκεντρωθεί από τα κράτη μέλη, επισήμανε με απογοήτευση ο ΜακΓκόλντρικ.
Κατά το ίδιο στέλεχος του ΟΗΕ, έχουν καταγραφεί πάνω από 130.000 ύποπτα κρούσματα χολέρας στην Υεμένη και 970 άνθρωποι έχουν πεθάνει από την ασθένεια, οι μισοί από τους οποίους ήταν γυναίκες και παιδιά.
Η επιδημία χολέρας, που προστέθηκε στον λιμό, υπενθυμίζει την κατάρρευση των υποδομών στη φτωχότερη χώρα της αραβικής χερσονήσου όπου μόνο οι μισές υπηρεσίας υγείας παραμένουν λειτουργικές, όπως υπογράμμισε.
«Έχουμε ανάγκη πόρους και χρήματα», είπε για μια ακόμη φορά ο συντονιστής του ΟΗΕ εκφράζοντας την ελπίδα ότι θα υπάρξει ταχεία αντίδραση των διεθνών δωρητών.
Πάνω από 8.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί και εκατομμύρια άλλοι έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τις εστίες τους μετά την επέμβαση, στα τέλη του Μαρτίου του 2015, μιας στρατιωτικής συμμαχίας αραβικών κρατών υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας στον πόλεμο της Υεμένης υπέρ του υεμενίτη προέδρου, Αμπντ αλ-Ραμπ Μανσούρ αλ-Χαντί κι εναντίον των σιιτών ανταρτών Χούθι, που το Ριάντ θεωρεί ότι συνδέονται με το Ιράν.