Αποτελεί κοινή αντίληψη σήμερα ότι η βελτίωση της ανταγωνιστικής θέσης της οικονομίας μας θα προέλθει κυρίως από την αύξηση της πρωτογενούς παραγωγικότητας, διατηρώντας παράλληλα ένα ικανοποιητικό βιοτικό επίπεδο για τους πολίτες.
Μια τέτοια προοπτική γίνεται περισσότερο αισθητή με την υπογραφή του 4ου ή συμπληρωματικού μνημονίου που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση.
Πρόκειται για μια κρίσιμη μάχη εκσυγχρονισμού από την οποία θα εξαρτηθεί η αναπτυξιακή πορεία της χώρας, χρειάζεται να σταματήσει η δήθεν αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας πουλώντας τη, σε άλλες κρατικές επιχειρήσεις οι οποίες δεν θα αφήνουν ούτε ένα ευρώ στα ταμεία της χώρας μας, που δεν δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, αλλάζουν τις εργασιακές σχέσεις σε ευέλικτες π.χ η Fraporte κ.α.
Με τον τρόπο αυτό εμποδίζουν γενικά την ανάπτυξη της χώρας και αυξάνεται η οικονομική εξάρτηση από τους δανειστές.
Είναι καιρός λοιπόν, αντί να κατατρυχόμαστε με καθημερινές κινδυνολογίες, λαϊκισμούς και μυθοποιήσεις που μας αποπροσανατολίζουν, να βάζουμε τον Αύγουστο του 2018 ως σημείο αναφοράς ότι θα έρθει η ανάπτυξη.
Αντί να λέμε, για αυτό ή για το άλλο, ή φταίει εκείνος και ο άλλος, θα πρέπει να μιλάμε για την καλύτερη οργάνωση, προγραμματισμό, συνέπεια, λιγότερες διακηρύξεις, θριαμβολογίες και περισσότερη αυτοκριτική.
Να μιλάμε για ένα κράτος, που να στηρίζει την κοινωνία και τις επιλεγμένες ισορροπίες τους.
Για μια οικονομία παραγωγική, ανταγωνιστική, ώστε ν’ αφήνει ελεύθερο το κράτος να μπορεί να κάνει σημαντικά πράγματα, από το να απορροφά τους κραδασμούς της κακής διαχείρισης ή της αναποτελεσματικότητας και της έλλειψης φαντασίας των επιχειρήσεων του ιδιωτικού και προπάντων του δημοσίου τομέα.
Κλειδί των αναπτυξιακών διεργασιών για την πρωτογενή παραγωγή καταδεικνύεται αναμφισβήτητα, η επιτακτική ανάγκη βελτίωσης των παρεχόμενων από το κράτος υπηρεσιών που προϋποθέτει μια σειρά από ανανέωση του γραφειοκρατικού μηχανισμού:
α) Αλλαγή λειτουργίας των αρμόδιων υπουργείων. Για να έχουμε, όμως αυτή τη διάθεση θα πρέπει πρωτ’ απ’ όλα να αλλάξουμε νοοτροπία, να γνωρίσουμε τα νέα δεδομένα της επιστήμης, της τεχνολογίας και να σχεδιάζονται ορθολογικές επιλογές. Αλλιώς θα μιλάμε για ένα εκσυγχρονισμό του τύπου που μας έφερε στη χρεοκοπία. Απαιτούνται μακροχρόνιες κοινωνικές διεργασίες, που περιλαμβάνουν έντονα τα στοιχεία της ενημέρωσης, της εκπαίδευσης των εργαζομένων.
β) Η κρατική μηχανή και ο επιχειρηματικός κόσμος, πρέπει να αλλάξουν τις πελατειακές σχέσεις. Οι θεσμοί και οι διαδικασίες υπάρχουν, και οι υπεύθυνοι έχουν την υποχρέωση να τις λειτουργήσουν με αίσθημα ευθύνης και όχι διαφθοράς. Για να λειτουργήσουν προς το συμφέρον της χώρας και των πολιτών και όχι των κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών, μεσαζόντων και των ομάδων πιέσεις.
γ) Η ευθύνη των θεσμών είναι να προστατεύουν την ελληνική επιχειρηματικότητα, παραγωγικότητα και να καθορίζουν τους κανόνες του αναπτυξιακού μοντέλου. Σήμερα δυο πράγματα συμβαίνουν με τους θεσμούς. Ο πρώτος είναι ότι μέσω της γραφειοκρατίας, της πολυνομίας γίνεται εμπόδιο σε αυτές τις επενδύσεις, δεύτερον προκειμένου ένας βιομήχανος ή επιχειρηματίας να πάρει μια άδεια λειτουργίας χρειάζεται να «λαδώσει» για να προχωρήσουν οι διαδικασίες, αυτό θα πρέπει να καταργηθεί.
Για να ξεπεραστούν όλα αυτά τα εμπόδια, θα πρέπει το κράτος να απλοποιήσει τους νόμους αυτούς, και όχι να λειτουργεί π.χ για την άδεια μιας ανώνυμης εταιρείας με νόμο από την εποχή του Βενιζέλου (1924) δέκα σελίδων και 1800 τροπολογιών και προσθηκών.
Είναι απαραίτητη η ανάπτυξης της δημιουργικής σκέψης και φαντασίας όλων ανεξαιρέτως των πολιτών και ιδιαίτερα της νέας γενιάς.
Όταν οι διάφοροι συντελεστές της παραγωγής βρίσκονται σε στενότητα δεν μας απομένει, παρά να βιαστούμε στη δημιουργικότητα και την καινοτομία των νέων για να αυξήσουμε την αποτελεσματικότητά μας, για να μην μεταναστεύουν οι νέοι επιστήμονές μας.
Η επένδυση στον παράγοντα άνθρωπος και η δημιουργία κατάλληλων υποδομών και κινήτρων για την ανάπτυξη νέων ιδεών από νέους ανθρώπους είναι το κλειδί για να ανοίξει η πόρτα των εξελίξεων και να απαλλαγούμε σταδιακά από την οικονομική εξάρτηση των «εταίρων» μας δανειστών.
Μόνο με την επίμονη μας στην επιδίωξη κι επίτευξη των τριών αυτών εκσυγχρονιστικών προτάσεων, που στο επίκεντρο τους βρίσκεται ο ανθρώπινος παράγοντας θα μπορούμε να μιλάμε αρχικά για αύξηση της πρωτογενής παραγωγικότητας και το τέλος της εξαρτημένης οικονομίας μας.