ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Μια συμμαχία κορυφαίων ενεργειακών εταιρειών, με επικεφαλής τη Σελ (Shell), ολοκλήρωσε την κατασκευή του LNG Canada, του πρώτου τερματικού σταθμού εξαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στον Καναδά.
Τον Μάρτιο του 2024, ο τότε υπουργός Πόρων, Τζόναθαν Γουίλκινσον, είχε δηλώσει ότι «δεν ενδιαφερόμαστε να επενδύσουμε σε εγκαταστάσεις LNG».
Ωστόσο, λίγους μήνες αργότερα, το LNG Canada απέστειλε το πρώτο του φορτίο, σηματοδοτώντας μια νέα εποχή για τον ενεργειακό τομέα της χώρας και τη σύνδεσή του με τις παγκόσμιες αγορές.
Ο Μαρκ Κάρνεϊ οραματίζεται τον Καναδά ως ενεργειακή υπερδύναμη
Οι δύο προηγούμενες κυβερνήσεις υπό τον Τζάστιν Τριντό υιοθέτησαν μια σκληρή στάση απέναντι στη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου, παρά το γεγονός ότι ο Καναδάς διαθέτει τεράστια αποθέματα υδρογονανθράκων.
Με μέτρα όπως η αύξηση της γραφειοκρατίας και η αυστηροποίηση των κανονισμών για τις εκπομπές, η κυβέρνηση Τριντό δυσχέρανε τη λειτουργία των εταιρειών του κλάδου.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Γουίλκινσον είχε τονίσει ότι «η κυβέρνηση αντιτίθεται στη χρήση κυβερνητικών χρημάτων για τη χρηματοδότηση αναποτελεσματικών επιδοτήσεων ορυκτών καυσίμων», προτιμώντας να επενδύσει σε φόρους άνθρακα και επιδοτήσεις για ηλεκτρικά οχήματα και μπαταρίες.
Ωστόσο, ορισμένοι αποδέκτες αυτών των επιδοτήσεων αντιμετώπισαν οικονομικές δυσκολίες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την πτώχευση μιας εταιρείας φέτος.
LNG Canada: Η επιτυχία του ιδιωτικού τομέα
Παρά την αντίθετη στάση της κυβέρνησης, ο ιδιωτικός τομέας προχώρησε δυναμικά.
Υπό την καθοδήγηση της Σελ, και με τη συμμετοχή εταιρειών όπως η Πετρόμπας (Petrobas – Μαλαισία), η Μιτσουμπίσι (Mitsubishi – Ιαπωνία), η Κόγκας (Kogas – Νότια Κορέα) και η Πετροτσάινα (PetroChina – Κίνα), το LNG Canada δημιουργήθηκε με στόχο την εξυπηρέτηση της ασιατικής αγοράς.
Η επιλογή αυτή βασίζεται στη γεωγραφική εγγύτητα της δυτικής ακτής του Καναδά με την Ασία, που μειώνει το κόστος μεταφοράς, καθώς και στη χαμηλότερη τιμή του καναδικού φυσικού αερίου σε σχέση με το αμερικανικό, που ενισχύει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
«Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η περαιτέρω ανάπτυξη του LNG Canada είναι μια βέλτιστη επιλογή για διερεύνηση», δήλωσε στέλεχος της Μιτσουμπίσι στους Financial Times, μετά την πρώτη αποστολή από το Κιτιμάτ.
Η δήλωση εντάσσεται στο πλαίσιο της φιλοδοξίας του πρωθυπουργού Μαρκ Κάρνεϊ να καταστήσει τον Καναδά ενεργειακή υπερδύναμη, σε μια σαφή απόκλιση από την πολιτική Τριντό, που εστίαζε στη μείωση των εκπομπών.
Ο Κάρνεϊ, ανταποκρινόμενος στους δασμούς του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, προωθεί την ανάπτυξη των ενεργειακών πόρων της χώρας.
Όπως δήλωσε ο υπουργός Ενέργειας, Τιμ Χότζσον, «οι δασμοί του Τραμπ διαταράσσουν το εμπόριο, απειλούν τις θέσεις εργασίας και τις βιομηχανίες του Καναδά και ξαναγράφουν τους κανόνες του παιχνιδιού».
Πρόσθεσε ότι «αυτά τα έργα [LNG] αποτελούν μέρος της ευρύτερης στρατηγικής μας για την προστασία της ενεργειακής ασφάλειας του Καναδά, τη διαφοροποίηση του εμπορίου μας και την ενίσχυση της μακροπρόθεσμης ανταγωνιστικότητάς μας, ενώ παράλληλα δημιουργούμε την πιο αξιόπιστη, χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα ενέργεια».
Αλλαγή πλεύσης ή επικοινωνιακό τέχνασμα;
Η στροφή του Κάρνεϊ αποτελεί έκπληξη, δεδομένου ότι υπήρξε πρωτοπόρος στη διεθνή σκηνή για τις μηδενικές εκπομπές.
Η αναστολή του φόρου άνθρακα για τα νοικοκυριά, η υποστήριξη του φυσικού αερίου και η ανοιχτή στάση του για νέους αγωγούς σηματοδοτούν μια ριζική αλλαγή.
Ωστόσο, η διατήρηση του φόρου άνθρακα για τις εταιρείες και η δέσμευση για μηδενικές εκπομπές προκαλούν αμφιβολίες για το κατά πόσο η στροφή αυτή είναι ουσιαστική.
Η νέα ρητορική της κυβέρνησης, πάντως, δείχνει μια αναγνώριση της συνεχιζόμενης ζήτησης για ορυκτά καύσιμα, παρά την παλαιότερη θέση του Κάρνεϊ, όπως εκφράστηκε σε βιβλίο του το 2021, ότι «για να επιτευχθεί ο στόχος του 1,5°C [υπερθέρμανση του πλανήτη], περισσότερο από το 80% των τρεχόντων αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων (συμπεριλαμβανομένων των τριών τετάρτων του άνθρακα, του μισού φυσικού αερίου, του ενός τρίτου του πετρελαίου) θα πρέπει να παραμείνουν στο έδαφος, αφήνοντας αυτά τα περιουσιακά στοιχεία ακινητοποιημένα».






