


Σε μια κίνηση που αναδιατάσσει τη γεωπολιτική σκακιέρα της Μέσης Ανατολής, ο Ντόναλντ Τραμπ, πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, υπέγραψε με τον Πρίγκιπα Διάδοχο της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, συμφωνία συνολικού ύψους 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Πρόκειται για την μεγαλύτερη διμερή συμφωνία στην ιστορία των δύο χωρών – με «αιχμή του δόρατος» ένα εξοπλιστικό πακέτο-ρεκόρ 142 δισ. δολαρίων.
Η συμφωνία, που παρουσιάστηκε ως «νέα χρυσή εποχή» στη στρατηγική εταιρική σχέση Ουάσιγκτον–Ριάντ, αγνοεί επιδεικτικά το Ισραήλ, εγείροντας ερωτήματα για την αναπροσαρμογή των αμερικανικών προτεραιοτήτων στην περιοχή.
Το εξοπλιστικό σκέλος αφορά προμήθεια προηγμένων οπλικών συστημάτων, αναβάθμιση της σαουδαραβικής πολεμικής μηχανής σε αέρα, ξηρά και θάλασσα, ενίσχυση της κυβερνοασφάλειας και εκτενείς στρατιωτικές εκπαιδεύσεις από Αμερικανούς ειδικούς.
Ταυτόχρονα, η οικονομική διάσταση της συμφωνίας προβλέπει αμερικανικές επενδύσεις σε υποδομές, ενέργεια, τεχνολογία, υγεία, ακόμη και αθλητισμό – υπογραμμίζοντας την πρόθεση της Ουάσιγκτον να ενισχύσει την εγχώρια οικονομία μέσω άμεσων ξένων επενδύσεων.
Ο Τραμπ δήλωσε πως η συμφωνία αποτελεί «τεκμήριο εμπιστοσύνης» στην Αμερικανική οικονομία και στρατιωτική ισχύ, ενώ η Σαουδική ηγεσία έκανε λόγο για «στρατηγικό άξονα σταθερότητας» στην ευρύτερη περιοχή.
Τα διεθνή ΜΜΕ ανέδειξαν το εν λόγω «megadeal» όχι μόνο ως μια πρωτοφανή οικονομική συμφωνία, αλλά κυρίως ως γεωπολιτικό μήνυμα – με πολλούς αποδέκτες και ακόμα περισσότερες σκιές.
Η απόφαση του Τραμπ να ξεκινήσει την πρώτη του προεδρική περιοδεία από το Ριάντ και όχι από την Ιερουσαλήμ, όπως συνήθιζαν οι προκάτοχοί του, εκλήφθηκε από πολλούς ως σαφές «άδειασμα» στο Ισραήλ.
Η Haaretz ανέφερε ότι η Ιερουσαλήμ «πάγωσε» από την προνομιακή αντιμετώπιση των Σαουδαράβων, ιδιαίτερα όταν είδε ότι η Ουάσιγκτον επιλέγει να αναβαθμίσει στρατιωτικά τους Σουνίτες στον Αραβικό Κόλπο.
Σύμφωνα με το Foreign Policy, η συμφωνία ήταν λιγότερο προϊόν στρατηγικού σχεδιασμού και περισσότερο μια απελπισμένη προσπάθεια του Τραμπ να επιδείξει χειροπιαστά οικονομικά αποτελέσματα.
Οι εξαγγελίες περί «δημιουργίας χιλιάδων θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ» θεωρήθηκαν κυρίως επικοινωνιακές.
Η New York Times υπογράμμισε πως μεγάλο μέρος των ποσών δεν αφορούσε άμεσες παραγγελίες, αλλά υποσχετικές προθέσεων («letters of intent») – χωρίς δεσμευτική ισχύ.
Το «δώρο» στους Αμερικανούς κολοσσούς της αμυντικής βιομηχανίας
Η συμφωνία, κατά την The Guardian, λειτούργησε ως χρυσή ευκαιρία για εταιρείες όπως η Lockheed Martin, Raytheon και Boeing, που είχαν δει τις μετοχές τους να καταρρέουν μετά τις εκλογές.
Ο Τραμπ πρακτικά έπαιξε τον ρόλο «πλανηταρχικού PR μάνατζερ» για το αμερικανικό στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα.
Παραβίαση στρατηγικών ισορροπιών στον Περσικό Κόλπο
Το Al Jazeera και η Le Monde επισήμαναν ότι η τεράστια ενίσχυση της Σαουδικής Αραβίας ενίσχυσε την καχυποψία του Ιράν και αποσταθεροποίησε περαιτέρω την περιοχή.
Η Τεχεράνη χαρακτήρισε τη συμφωνία «επιθετική στρατιωτική πρόκληση».
Πράγματι, λίγους μήνες αργότερα, οι σχέσεις Ιράν–ΗΠΑ γνώρισαν κάθετη επιδείνωση.
Ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν παρουσίασε τη συμφωνία ως «ακρογωνιαίο λίθο» για τη Saudi Vision 2030 – το φιλόδοξο σχέδιο εκσυγχρονισμού της Σαουδικής οικονομίας.
Ωστόσο, το Bloomberg σημειώνει ότι οι περισσότερες μεταρρυθμίσεις έμειναν στα χαρτιά, ενώ η απολυταρχική καταστολή εντάθηκε.
Ο ρόλος του Τζάρεντ Κούσνερ
Ο γαμπρός του Τραμπ, Τζάρεντ Κούσνερ, διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στο κλείσιμο της συμφωνίας. Η Washington Post ανέφερε ότι οι διαπραγματεύσεις του με τον Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν έγιναν «πιο στενές από ό,τι θα ήταν διπλωματικά πρέπον», γεγονός που γεννά υποψίες για προσωπικές –ακόμα και επιχειρηματικές– συναλλαγές. Μετά τη θητεία του, ο Κούσνερ φέρεται να εξασφάλισε χρηματοδότηση $2 δισ. από σαουδαραβικό επενδυτικό ταμείο, εγείροντας ερωτήματα για σύγκρουση συμφερόντων.
Ο Τραμπ σφραγίζει τη μεγαλύτερη συμφωνία όπλων στην ιστορία με τη Σαουδική Αραβία
Η συμφωνία θεωρείται η μεγαλύτερη που έχει γίνει ποτέ μεταξύ των δύο χωρών· η συμφωνία όπλων μόνο μεταξύ των δύο χωρών ανέρχεται στα 142 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και ο Σαουδάραβας Πρίγκιπας Διάδοχος Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν ανακοίνωσαν την Τρίτη 13/05 στο Ριάντ ένα ιστορικό πακέτο οικονομικών και αμυντικών συμφωνιών, συνολικής αξίας 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο θεωρείται το μεγαλύτερο που έχει συναφθεί ποτέ μεταξύ των δύο χωρών.
Αυτό σηματοδοτεί ένα δραματικό άλμα στην στρατηγική συνεργασία μεταξύ Ουάσιγκτον και Ριάντ, με ιδιαίτερη έμφαση στην ενίσχυση της άμυνας, της ασφάλειας και της οικονομίας της Σαουδικής Αραβίας, ενώ παράλληλα δημιουργεί θέσεις εργασίας και δίνει ώθηση στις κορυφαίες αμερικανικές βιομηχανίες.
Η κορωνίδα των συμφωνιών είναι μια τεράστια εξοπλιστική συμφωνία για την αγορά αμερικανικού στρατιωτικού εξοπλισμού από τη Σαουδική Αραβία, ύψους σχεδόν 142 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που αποτελεί τη μεγαλύτερη εξοπλιστική συμφωνία στην ιστορία των ΗΠΑ.
Το πακέτο περιλαμβάνει εκατοντάδες προηγμένα συστήματα μάχης από κορυφαίες αμερικανικές εταιρείες αμυντικής τεχνολογίας, καθώς και μακροπρόθεσμα εκπαιδευτικά προγράμματα, εκπαιδεύσεις και τεχνολογική υποστήριξη.
Η συμφωνία χωρίζεται σε πέντε βασικούς τομείς:
1. Αναβάθμιση της Σαουδαραβικής Αεροπορίας και των διαστημικών δυνατοτήτων.
2. Πολυεπίπεδη αεράμυνα και προηγμένα πυραυλικά συστήματα.
3. Ενίσχυση της ναυτικής και παράκτιας άμυνας.
4. Εκσυγχρονισμός των χερσαίων δυνάμεων και των συνόρων.
5. Βελτίωση των συστημάτων διοίκησης, επικοινωνιών και κυβερνοάμυνας.
Επιπλέον, η συμφωνία περιλαμβάνει την ίδρυση και ενίσχυση στρατιωτικών ιδρυμάτων, ακαδημιών αξιωματικών και στρατιωτικών ιατρικών υπηρεσιών στη Σαουδική Αραβία, σε άμεση συνεργασία με Αμερικανούς στρατιωτικούς αξιωματούχους.
Σύμφωνα με τις αμυντικές συμφωνίες, ανακοινώθηκαν επίσης εκτενείς οικονομικές συμφωνίες στους τομείς της ενέργειας, της τεχνολογίας, των υποδομών, των μεταφορών και της υγείας – ύψους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων:
Επενδύσεις σε δεδομένα και τεχνολογίες Τεχνητής Νοημοσύνης: περίπου $20 δισ.
Κοινές επενδύσεις από αμερικανικούς και σαουδαραβικούς τεχνολογικούς κολοσσούς: περίπου $80 δισ.
Έργα υποδομών και αστικής ανάπλασης στη Σαουδική Αραβία μέσω αμερικανικών εταιρειών: περίπου $2 δισ.
Εξαγωγή αεριοστροβίλων και ενεργειακών λύσεων: περίπου $14,2 δισ.
Συμφωνία για επιβατικά αεροσκάφη: περίπου $4,8 δισ.
Επενδύσεις στην Υγεία και στην ίδρυση εργοστασίων στις ΗΠΑ: περίπου $5,8 δισ.
Τρεις ειδικοί επενδυτικοί φορείς στους τομείς της ενέργειας, της ασφάλειας και του αθλητισμού, συνολικού ύψους περίπου $14 δισ., με έμφαση στην άμεση επένδυση στην αμερικανική οικονομία.
Σύμφωνα με τον Πρόεδρο Τραμπ, οι συμφωνίες που υπογράφηκαν την Τρίτη 13/05 σηματοδοτούν την αρχή μιας «νέας χρυσής εποχής στην εταιρική σχέση μεταξύ Αμερικής και Σαουδικής Αραβίας» και υπογραμμίζουν τη δέσμευσή του στην πολιτική «Πρώτα η Αμερική», που δίνει προτεραιότητα στην οικονομία, τους εργαζόμενους και την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.
Οι ηγέτες της Σαουδικής Αραβίας χαρακτήρισαν τη συνάντηση ως «στρατηγικό ορόσημο» και εξέφρασαν την εμπιστοσύνη τους στο βάθος της συνεργασίας με την Ουάσιγκτον και στη δυνατότητά της να λειτουργήσει ως στρατιωτικό στήριγμα για την περιοχή.