Άρθρο που δημοσιεύθηκε από μια από τις κορυφαίες γαλλικές αρχαιολογικές εκδόσεις, στην «Art Critique», επισημαίνει την αυξανόμενη πίεση να επιστραφούν σχεδόν 8.000 έργα τέχνης, αρχαιότητες και ανεκτίμητα τεχνουργήματα που λεηλατήθηκαν από τη Λιβύη από το 2011 και μετά, από παραστρατιωτικές ισλαμιστικές φιλοτουρκικές ομάδες, τους μισθοφόρους της Τουρκίας και τον τουρκικό στρατό και στη συνέχεια πωλήθηκαν στην ευρωπαϊκή μαύρη αγορά. Υπενθυμίζεται ότι λεηλασία αρχαιοτήτων και μάλιστα εκτεταμένη υπήρξε επίσης στη Συρία και στο Ιράκ.
Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, πάνω από 8.000 ανεκτίμητα αντικείμενα λεηλατήθηκαν από τη Λιβύη και εξήχθησαν λαθραία.
Το χάος που ακολούθησε την επανάσταση του 2011 επέτρεψε στους αρχαιοκάπηλους όχι μόνο να κλέψουν εκθέματα από τις προθήκες και τις αποθήκες των μουσείων αλλά και βρήκαν την ευκαιρία να «λεηλατήσουν αρχαία ερείπια και άλλους αρχαιολογικούς χώρους», δηλαδή να πραγματοποιήσουν παράνομες ανασκαφές.
Το άρθρο αναφέρει ότι το λαθρεμπόριο αρχαιοτήτων και η βεβήλωση ιστορικών χώρων επιδεινώθηκε με την «εισροή εξτρεμιστικών ομάδων στη χώρα, συμπεριλαμβανομένων των εξτρεμιστών του Ισλαμικού Κράτους», οι οποίοι όχι μόνο κατέστρεψαν τοποθεσίες που θεωρούσαν «ειδωλολατρικές», αλλά και πούλησαν πολιτιστική ιδιοκτησία στη μαύρη αγορά.
Η κατάσταση, ωστόσο, στα ανατολικά της χώρας (Κυρηναϊκή), βελτιώθηκε κάπως αφότου ο Λιβυκός Εθνικός Στρατός (LNA), με επικεφαλής τον στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ, «διεξήγαγε μια πολύ αποτελεσματική εκστρατεία για να εκδιώξει τους εξτρεμιστές από τα προπύργιά τους στη Λιβύη».
Ωστόσο, το άρθρο ισχυρίζεται ότι το λαθρεμπόριο ιστορικών θησαυρών της Λιβύης «επέστρεψε με εκδίκηση» αφότου η Τουρκία έστειλε Σύρους μισθοφόρους στη Λιβύη για να στηρίξει την κυβέρνηση στην Τρίπολη του Φαγιέζ Σάρατζ.
Το άρθρο σημειώνει ότι, οι Τούρκοι άτακτοι δημιούργησαν γρήγορα τη φήμη των αρχαιοκαπήλων και των λεηλατητών, τόσο αρχαιοτήτων όσο και άλλων πολύτιμων αντικειμένων που άρπαξαν από πολίτες της Λιβύης.
Καθώς η Τουρκία αρνείται να απομακρύνει τις μισθοφορικές πολιτοφυλακές της από τη Λιβύη, μην υπακούοντας στα αιτήματα της Λιβύης και της διεθνούς κοινότητας, αυτό σημαίνει ότι «πολύτιμα αντικείμενα θα συνεχίσουν να λεηλατούνται με ατιμωρησία» και αντί να διοχετεύονται στο Λονδίνο, θα καταλήγουν σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη.
Δεκάδες έργα τέχνης έχουν κατασχεθεί από τις Αρχές «αφού εμφανίστηκαν σε ευρωπαϊκούς πλειστηριασμούς κατά την τελευταία δεκαετία».
Ωστόσο, οι ειδικοί φοβούνται ότι «αντιπροσωπεύουν μόνο ένα μικρό μέρος του συνολικού αριθμού των λεηλατημένων θησαυρών και ότι πολλοί μπορεί να χάθηκαν για πάντα».
Το άρθρο προτρέπει τις Αρχές των δυτικών κρατών να κάνουν περισσότερα για να σταματήσουν την εισροή αντικειμένων αρχαιοκαπηλίας, τόσο «επιστρέφοντας αντικείμενα που είχαν κλαπεί πολύ πριν» και να καταπολεμήσουν την νεοαποικιακή στάση που επιτρέπει τη συνέχεια της λεηλασίας αρχαιοτήτων, αναμεταδίδει το Al Masdar.