Ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ σταμάτησε χθες Τετάρτη το ψήφισμα για την αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας και από τη Γερουσία.
Η απαράδεκτη ενέργεια του κ. Γκράχαμ συνέβη μετά τη συνάντησή του με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν, στο Όβαλ Όφις παρουσία του προέδρου Ντόναντ Τραμπ και άλλων γερουσιαστών.
Ο γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ ζήτησε τη συγκατάθεσή των συναδέλφων του για να υποστηριχθεί το ψήφισμα που θα παρείχε «επίσημη αναγνώριση και σεσβασμό στη μνήμη» των Αρμενίων που υπέστησαν γενοκτονία από τους Τούρκους.
«Η εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών πρέπει να αντικατοπτρίζει την ειλικρινή καταγραφή των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, των εθνοκαθάρσεων και της γενοκτονίας.
»Δεν μπορούμε να στρέψουμε την πλάτη μας στα θύματα της Αρμενικής Γενοκτονίας», δήλωσε ο Δημοκρατικός γερουσιαστής.
Ο Μενεντέζ σημείωσε ότι παρακολούθησε την συνέντευξη Τύπου του Προέδρου Τράμπ την Τετάρτη με τον Πρόεδρο της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν.
Ο Τούρκος πρόεδρος κατηγόρησε το ψήφισμα που ενέκρινε η Βουλή για αναγνώριση της Γενοκτονίας και υποσχέθηκε να «καθιερώσει μια επιτροπή από ιστορικούς» για να εξετάσει το θέμα.
Ο Γκράχαμ αντιτάχθηκε στην υποστήριξη του ψηφίσματος και από τη Γερουσία λέγοντας ότι οι γερουσιαστές δεν πρέπει «να επικαλύψουν την ιστορία ή να προσπαθήσουν να την ξαναγράψουν».
Σύμφωνα με τους κανόνες της Γερουσίας, οποιοσδήποτε γερουσιαστής μπορεί να ζητήσει συγκατάθεσή του για να περάσει ένα νομοσχέδιο ή ψήφισμα, αλλά οποιοσδήποτε γερουσιαστής μπορεί να τον εμποδίσει.
«Μόλις συναντήθηκα με τον Πρόεδρο Ερντογάν και τον Πρόεδρο Τραμπ για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στη Συρία λόγω της στρατιωτικής εισβολής της Τουρκίας.
»Ελπίζω ότι η Τουρκία και η Αρμενία θα μπορέσουν να συναντηθούν και να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα», πρόσθεσε μιλώντας στη Γερουσία.
Ο κ. Γκράχαμ πρόσθεσε ότι αντιτίθεται «όχι λόγω του παρελθόντος, αλλά για το μέλλον».
Η απόφαση ψηφίστηκε από τη Βουλή με συντριπτική πλειοψηφία, 405 υπέρ και 11 κατά.
Η ψηφοφορία στη Βουλή ήρθε μετά την στρατιωτική εισβολή της Άγκυρας στη βόρεια Συρία, αφού η κυβέρνηση του Τράμπ απέσυρε τα αμερικανικά στρατεύματα από την περιοχή.