Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών εξετάζει το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία για την αγορά του ρωσικού πυραυλικού συστήματος S-400, δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνούχιν, διευκρινίζοντας πάντως ότι δεν έχουν ληφθεί απτές αποφάσεις.
«Το κοιτάμε», δήλωσε ο κ. Μνούχιν απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων έξω από τον Λευκό Οίκο.
«Δεν θα κάνω σχόλια επί συγκεκριμένων αποφάσεων όμως το κοιτάμε».
Δεν διευκρίνισε ποια πρόσωπα, φυσικά ή νομικά, κινδυνεύουν να υποστούν ποινές.
Η Ουάσιγκτον έχει ήδη τιμωρήσει την Άγκυρα για την απόκτηση των S-400, αποβάλλοντάς την από το πρόγραμμα αγοράς και συμπαραγωγής του υπερσύγχρονου μαχητικού αεροσκάφους F-35.
Η Τουρκία είχε αποφασίσει να αγοράσει τουλάχιστον 100 μαχητικά πέμπτης γενιάς.
Η αμερικανική κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές πως το ρωσικό σύστημα είναι ασύμβατο με την ψηφιακή «αρχιτεκτονική» των NATOϊκών όπλων που επί το πλείστον διαθέτουν οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, προσθέτοντας ότι τυχόν συνύπαρξη των S-400 με τα F-35 μπορεί να οδηγήσει σε διαρροή πολύτιμης τεχνογνωσίας στην Μόσχα.
Τυχόν κυρώσεις θα επιβληθούν με βάση τον νόμο Countering America’s Adversaries Through Sanctions (CAATSA), ο οποίος τέθηκε σε ισχύ το 2017 και στοχοποιεί πρόσωπα που συναλλάσσονται με την αμυντική βιομηχανία της Ρωσίας ή τις υπηρεσίες πληροφοριών.
Ο νόμος περιέχει κατάλογο 12 πιθανών κυρώσεων, εκ των οποίων ο πρόεδρος καλείται να επιλέξει τουλάχιστον πέντε.
Τα μέτρα κυμαίνονται από σχετικά ήπια, όπως απαγόρευση εισόδου στις Ηνωμένες Πολιτείες, μέχρι πολύ αυστηρούς οικονομικούς και τραπεζικούς περιορισμούς που θα μπορούσαν να προκαλέσουν σοβαρό οικονομικό πλήγμα στην Άγκυρα.
Το Κογκρέσο έχει επανειλημμένα καλέσει τον Λευκό Οίκο να επιβάλει κυρώσεις στην γειτονική χώρα.
Το πρακτορείο Bloomberg είχε μεταδώσει πριν δύο μήνες ότι η Τουρκία έχει αρχίσει να συσσωρεύει απόθεμα ανταλλακτικών για όπλα αμερικανικής κατασκευής – όπως τα αεροσκάφη F-16 – ώστε να αμβλύνει τις συνέπειες τυχόν εμπάργκο.