Ελλάδα και Αλβανία διαπραγματεύονταν μέχρι και το καλοκαίρι του 2018 μια σειρά από εκκρεμότητες, μεταξύ των οποίων και η οριοθέτηση της ΑΟΖ.
Από το καλοκαίρι και μετά οι διαπραγματεύσεις δείχνουν να έχουν σταματήσει.
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Αλβανίας, Ντιτμίρ Μπουσάτι, που «ξηλώθηκε» από τον Έντι Ράμα επειδή τον φοβήθηκε για διάδοχό του, έσπασε τη σιωπή του.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στον αλβανικό τηλεοπτικό σταθμό «News 24», αναφέρθηκε σε μια σειρά από θέματα.
Στην παρούσα πολιτική κατάσταση στην Αλβανία.
Στις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η χώρα.
Στο έργο του στον τομέα της διπλωματίας και στη Συμφωνία για τα «θαλάσσια σύνορα» με την Ελλάδα.
Ως «θαλάσσια σύνορα» οι Αλβανοί εννοούν την οριοθέτηση της ΑΟΖ.
Δεν υπάρχει λόγος Αλβανία και Ελλάδα να μην οριστικοποιήσουν
Ο δημοσιογράφος επεσήμανε στον Μπουσάτι ότι η Συμφωνία για τα «θαλάσσια σύνορα» με την Ελλάδα δε συζητιέται πλέον.
Ο Μπουσάτι απάντησε «όντως» αλλά, όπως είπε, από την άλλη μεριά, υπάρχουν επαφές σε επίπεδο πρωθυπουργών.
Πρόσθεσε δε ότι θεωρεί ότι σήμερα με όλη την προπαρασκευή, δεν υπάρχει λόγος να μην οριστικοποιηθεί η Συμφωνία.
«Υπάρχουν δύο τρόποι μεταχείρισης της γείτονος», είπε αναφερόμενος στην Ελλάδα.
«Είτε ασχολείσαι και επιλύεις τα διμερή θέματα είτε καταλήγεις σε αντιπαράθεση», είπε.
«Πιστεύω, δήλωσε, «ότι ο δρόμος της αντιπαράθεσης έχει εξαντληθεί και δοκιμαστεί και δεν μας οδηγεί πουθενά.
»Φαίνεται ότι σήμερα, εξαιτίας της πολιτικής κατάστασης, θα αποτελούσε προτεραιότητα για την Αλβανία αλλά και την Ελλάδα, στο πνεύμα της αρχής της καλής γειτονίας.
»Είναι ένας φάκελος που αργά ή γρήγορα θα ανοιχθεί επειδή η γεωγραφία και η ιστορία είναι αλληλένδετες στην εξωτερική πολιτική».
Για την πολιτική κρίση στην Αλβανία
Ο Μπουσάτι αναφέρθηκε εκτενώς και στην πολιτική κρίση που έχει ξεσπάσει στην Αλβανία.
Είπε ότι «αντιπολίτευση και κυβέρνηση πρέπει να έρθουν σε διάλογο σχετικά με τις ατέλειες [σ.σ. εξαγορά ψήφων] που είχαν οι εκλογές του 2017, όπως εξάλλου όλες οι αλβανικές εθνικές εκλογές, ώστε να μην διακυβευθεί το ευρωπαϊκό μέλλον της Αλβανίας».
Τον προσεχή Ιούνιο, υπογράμμισε, κρίνεται η Αλβανία για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Οι [εκλογικές] ατέλειες αυτές [σ.σ. εξαγορά ψήφων] θα πρέπει να αντιμετωπιστούν νομικά και θεσμικά», συνέχισε, «ώστε να λειτουργήσουν ως εγγυήσεις στο δημοκρατικό σύστημα.
»Το “μποϊκοτάρισμα” από μόνο του [σ.σ. παράδοση εδρών αντιπολίτευσης στη Βουλή] ποτέ δεν εξυπηρέτησε τους σκοπούς του, και στην προκειμένη περίπτωση απειλεί να μπλοκάρει την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
»Τότε η Αλβανία θα μείνει πίσω για άλλη μία δεκαετία όπως συνέβη με την πολιτική κρίση του 1997».
Όπως υποστήριξε, «το ευρωπαϊκό μέλλον της Αλβανίας συμφέρει όλες τις πλευρές [σ.σ. κόμματα, παρατάξεις].
»Οι μεταρρυθμίσεις, εξάλλου, που απαιτούνται για την εναρμόνιση με το ευρωπαϊκό κατεστημένο, όπως η καταπολέμηση της διαφθοράς, η ελευθερία των ΜΜΕ, η εξυγίανση του δικαστικού συστήματος κ.ά., τα θέματα για τα οποία ανησυχεί δηλαδή η αντιπολίτευση, θα υποστούν πιο λεπτομερή έλεγχο και πίεση για αλλαγή από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κρατών μελών», τόνισε χαρακτηριστικά.