Αντιμέτωπη με πολιτική κρίση βρίσκεται η κυβέρνηση του Τζάστιν Τριντό στον Καναδά, μετά την παραίτηση μίας υπουργού, εν μέσω της θύελλας που έχει ξεσπάσει με αφορμή καταγγελίες περί παρέμβασης του γραφείου του πρωθυπουργού για να αποφευχθεί η παραπομπή σε δίκη της κατασκευαστικής εταιρείας SNC-Lavalin, η οποία εμπλέκεται σε σκάνδαλο διαφθοράς στη Λιβύη.
Παρά τις διαψεύσεις του Τριντό, οι αποκαλύψεις της εφημερίδας Globe & Mail προκάλεσαν αναταράξεις στην κυβέρνηση του ηγέτη των Φιλελεύθερων, μερικούς μήνες πριν τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών η έκβαση των οποίων φαντάζει αβέβαιη.
Την Τρίτη, η πρώην υπουργός Δικαιοσύνης και μέχρι χθες υπουργός Υποθέσεων των Βετεράνων Τζόντι Ουίλσον-Ρέιμπουλντ, στην οποία φέρεται πως ασκούσε πίεση το περιβάλλον του Τριντό, ανακοίνωσε
μέσω Twitter την παραίτησή της.
«Με βαριά καρδιά, υπέβαλα την παραίτησή μου από τον θώκο της υπουργού Υποθέσεων των Βετεράνων» έγραψε.
Από την πλευρά του ο Τριντό δήλωσε «έκπληκτος» και «απογοητευμένος» για την παραίτηση της 47χρονης υπουργού, μιας από τις πιο επιτυχημένες αυτόχθονες πολιτικούς της χώρας.
«Ειλικρινά, είμαι έκπληκτος αλλά και απογοητευμένος για την απόφασή της να παραιτηθεί», είπε σε δημοσιογράφους στο Ουίνιπεγκ, επιμένοντας ότι η κυβέρνηση των Φιλελεύθερων ουδέποτε έκανε κάτι ανάρμοστο.
«Εάν οποιοσδήποτε είχε την εντύπωση ότι αυτό δεν ίσχυε, ότι η κυβέρνηση δεν τηρούσε τους κανόνες, είχε υποχρέωση να θέσει ζήτημα σ’ εμένα. Ουδείς, συμπεριλαμβανομένης της Τζόντι, το έκανε αυτό», επέμεινε ο Τριντό.
Ο Καναδός πρωθυπουργός, ο οποίος διαψεύδει κατηγορηματικά πως οι υπηρεσίες του αποπειράθηκαν να παρέμβουν στο έργο της καναδικής δικαιοσύνης, συμπλήρωσε ότι δεν καταλαβαίνει «απόλυτα» για ποιον λόγο «πήρε αυτή την απόφαση» η πρώην υπουργός του, καθώς είναι «ασυμβίβαστη με τις συζητήσεις» που έκαναν οι δυο τους «κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών».
Επικαλούμενη πηγές τις οποίες δεν κατονόμασε, η εφημερίδα Globe & Mail έγραψε την περασμένη Πέμπτη ότι το γραφείο του Καναδού πρωθυπουργού είχε απαιτήσει από την Ουίλσον-Ρέιμπουλντ, τότε νέα υπουργό Δικαιοσύνης, να επέμβει στην υπόθεση της SNC-Lavalin προκειμένου οι εισαγγελείς να κλείσουν εξωδικαστικό συμβιβασμό.
Ο Τριντό διέψευσε κατηγορηματικά το δημοσίευμα. Η υπόθεση ενδέχεται να πλήξει τους Φιλελεύθερους εν όψει των εκλογών του Οκτωβρίου.
Κατά την Globe & Mail, η Ουίλσον-Ρέιμπουλντ «αψήφησε» την απαίτηση του γραφείου του πρωθυπουργού, κάτι το οποίο της στοίχισε τη θέση της: στα μέσα Ιανουαρίου, υποβιβάστηκε σε υπουργό Υποθέσεων των Βετεράνων, σε έναν μίνι-ανασχηματισμό.
«Έχω επίγνωση του γεγονότος ότι πολλοί Καναδοί επιθυμούν να μιλήσω δημόσια για τα ζητήματα που απασχολούν τα μέσα ενημέρωσης εδώ και μία εβδομάδα» υπογράμμισε στην επιστολή της παραίτησής της η Ουίλσον-Ρέιμπουλντ, η οποία παρέθεσε σύνδεσμο προς αντίγραφο της σε ανάρτησή της στο Twitter.
Διευκρίνισε ότι προσέλαβε δικηγόρο για να προσδιοριστούν «τα στοιχεία για τα οποία μπορεί να μιλήσει με απόλυτη νομιμότητα στην υπόθεση αυτή».
Αυτό είναι το δεύτερο πλήγμα που υφίσταται ο Τριντό εξαιτίας της υπόθεσης μέσα σε δύο ημέρες. Τη Δευτέρα, ο Μάριο Ντιόν, ο Καναδός Επίτροπος Δεοντολογίας ανακοίνωσε ότι διενεργεί επίσημη έρευνα για τα πεπραγμένα της κυβέρνησης σχετικά με την υπόθεση.
Οι δημοσκοπήσεις θέλουν τους Φιλελεύθερους του Τριντό να προηγούνται οριακά στις δημοσκοπήσεις έναντι των Συντηρητικών.
Η αντιπολίτευση άδραξε την ευκαιρία να εξαπολύσει πυρά εναντίον του Τριντό, απαιτώντας να διαλευκανθεί πλήρως η υπόθεση και την άρση του επαγγελματικού απορρήτου της πρώην υπουργού.
«Τα ηθικά ολισθήματα του κ. Τριντό και η καταστροφική διαχείριση αυτού του τελευταίου σκανδάλου από πλευράς του προκάλεσαν χάος στην κυβέρνησή του», υποστήριξε ο Άντριου Σιρς, επικεφαλής του συντηρητικού κόμματος, της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην Οτάβα.
Ο ίδιος απαίτησε από την κυβέρνηση του Τριντό να φροντίσει να μη χαθεί ούτε ένα από «τα έγγραφα που σχετίζονται με την υπόθεση SNC-Lavalin μετά την παραίτηση της Τζόντι Ουίλσον Ρέιμπουλντ, (διότι) στους Καναδούς αξίζει να μάθουν την αλήθεια».
Το 2017, ο Τριντό είχε αναγκαστεί να ζητήσει συγγνώμη όταν ο Επίτροπος Δεοντολογίας έκρινε ότι παραβίασε τη νομοθεσία περί ασυμβίβαστου όταν αποδέχθηκε να κάνει διακοπές σε ένα νησί στις Μπαχάμες που ανήκει στον Αγά Χαν, έναν θρησκευτικό ηγέτη.
Όπως σχολίασε ο Ρίτσαρντ Τζόνστον, καθηγητής στο University of British Columbia, ειδικός σε θέματα κοινής γνώμης και εκλογολόγος, η υπόθεση της SNC-Lavalin εγείρει το «μεγαλύτερο πρόβλημα» που έχει αντιμετωπίσει αυτή η κυβέρνηση σε σύγκριση με «οτιδήποτε άλλο είχε γίνει μέχρι τώρα».
Οι καναδικές αρχές απήγγειλαν το 2015 επίσημα κατηγορίες εναντίον της μητρικής της καναδικής εταιρείας SNC-Lavalin, καθώς και θυγατρικών της στο εξωτερικό, για «διαφθορά ξένων δημοσίων λειτουργών» και «απάτη».
Διώξεις ασκήθηκαν επίσης σε βάρος πρώην στελεχών της διεύθυνσής της, σε χωριστές έρευνες. Η SNC-Lavalin, καναδική εταιρεία-κολοσσός των κατασκευών, με παρουσία σε όλες τις ηπείρους και 50.000 υπαλλήλους, φέρεται να κατέβαλε δωροδοκίες ύψους 48 εκατομμυρίων καναδικών δολαρίων (32 εκατ. ευρώ) σε Λίβυους αξιωματούχους επί των ημερών του δικτάτορα Μουάμαρ Καντάφι στην εξουσία.
Η εταιρεία με έδρα το Μόντρεαλ κινδυνεύει, εάν κριθεί ένοχη, να της επιβληθεί απαγόρευση να δραστηριοποιείται στον Καναδά, ή ακόμη και να οδηγηθεί σε εκκαθάριση, προειδοποιούν τα τελευταία χρόνια ηγετικά της στελέχη.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες της Globe & Mail στελέχη της SNC-Lavalin έχουν συναντηθεί μετά το 2017 πάνω από 50 φορές με στελέχη της ομοσπονδιακής κυβέρνησης του Καναδά και κοινοβουλευτικούς, καθώς και με τρεις στενούς συμβούλους του Τριντό.