«Χάσιμο χρόνου» χαρακτήρισε ο Ντόναλντ Τραμπ τις τρέχουσες συζητήσεις με τους Δημοκρατικούς, προκειμένου να αποφευχθεί ένα δεύτερο shutdown, καθιστώντας σαφή την πρόθεσή του να τις παρακάμψει για να εξασφαλίσει τη χρηματοδοτηση για το τείχος του κατά μήκος των συνόρων ΗΠΑ–Μεξικού.
Σε συνέντευξή του στους «New York Times», ο Αμερικανός πρόεδρος επιτέθηκε για μία ακόμη φορά στην πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι κατηγορώντας την ότι βλάπτει τη χώρα.
Επί της ουσίας ωστόσο, ούτε επιβεβαίωσε ούτε όμως αρνήθηκε εάν θα κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης, μία απειλή που έχει εκτοξεύσει στο παρελθόν, με σκοπό να εξασφαλίσει το κονδύλι των 5,7 δισ. δολαρίων γα την ανέγερση του τείχους.
Η κίνηση του Τραμπ να τερματίσει προσωρινά το shutdown, τη μερική παράλυση των ομοσπονδιακών υπηρεσιών, που επί περισσότερο από έναν μήνα κράτησε ομήρους περί τους 800.000 υπαλλήλους, άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο στις διαπραγματεύσεις Ρεμπουμπλικανών και Δημοκρατικών.
Ο κίνδυνος ωστόσο ενός νέου shutdown είναι ορατός, εφόσον ο πρόεδρος δεν βρει ικανοποιητική την προσφορά των Δημοκρατικών έως τις 15 Φεβρουαρίου.
Ο δεύτερος άξονας στον οποίο κινήθηκε η συνέντευξη του Τραμπ στους «New York Times», ήταν η έρευνα του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερ Μιούλερ, σχετικά με τη ρωσική ανάμειξη στις προεδρικές εκλογές το 2016.
Κατά τα λεγόμενα του Αμερικανού προέδρου, ο υφυπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ Τοντ Ρόζενσταϊν είχε διαβεβαιώσει τους δικηγόρους ότι ο ίδιος δεν είναι στόχος της έρευνας Μιούλερ.
Ο Τραμπ αναφέρθηκε επίσης και στον Ρότζερ Στόουν, το στενό συνεργάτη του επί σειρά ετών και σύμβουλο στις εκλογές του 2016, ο οποίος συνελήφθη την περασμένη εβδομάδα, στο πλαίσιο της έρευνας του ειδικού εισαγγελέα.
Ο Αμερικανός πρόεδρος κράτησε τις αποστάσεις του από τον Στόουν, υποστηρίζοντας ότι ουδέποτε συζήτησε μαζί του για τα Wikileaks και τη δημοσιοποίηση μέσω του ιστοτόπου των emails του Δημοκρατικού Κόμματος, τα οποία υπεκλάπησαν προεκλογικά.