Κάθειρξη 5.160 ετών επιβλήθηκε σε πρώην στρατιωτικό στη Γουατεμάλα, ο οποίος κρίθηκε ένοχος για τη σφαγή πολλών από τους 201 πολίτες που δολοφονήθηκαν σε ένα χωριό στο βόρειο τμήμα της χώρας το 1982, μια από τις χειρότερες ωμότητες του εμφυλίου πολέμου στη λατινοαμερικάνικη χώρα που διήρκεσε 36 χρόνια.
Η ποινή προκύπτει από το άθροισμα 30 χρόνων κάθειρξης για καθένα από 171 θύματα, για τους φόνους των οποίων το δικαστήριο έκρινε τον πρώην στρατιωτικό ένοχο «ως δράστη».
Σε αυτή προστέθηκαν άλλα 30 χρόνια κάθειρξη για τη διάπραξη ενός εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας εξαιτίας των φόνων αμάχων και την απαγωγή ενός ανήλικου που επέζησε.
Η ποινή σε βάρος του εξηντάρη Σάντος Λόπες έχει συμβολικό χαρακτήρα, αφού η νομοθεσία στη Γουατεμάλα προβλέπει ως μέγιστη διάρκεια κάθειρξης τα 50 έτη.
Η σφαγή διαπράχθηκε επί των ημερών του καθεστώτος του πραξικοπηματία στρατηγού Εφρέν Ρίος Μοντ, που απεβίωσε τον Απρίλιο, σε ηλικία 91 ετών. Ο δικτάτορας δικαζόταν επίσης για τη συγκεκριμένη σφαγή.
Ο Λόπες, πρώην μέλος των Kaibiles, μονάδας των ειδικών δυνάμεων εκπαιδευμένης σε τακτικές καταστολής εξεγέρσεων, εκδόθηκε στη χώρα του το 2016 από τις ΗΠΑ.
Όπως έδειξαν οι έρευνες που διενεργήθηκαν, συμμετείχε όταν εκτυλίχθηκαν τα γεγονότα στην περίπολο του στρατού που διέπραξε τη σφαγή από την 6η έως την 8η Δεκεμβρίου 1982 στο χωριό Ντος Έρες, στην επαρχία Πετέν, στον απώτατο βορρά της Γουατεμάλας.
Τα εγκλήματα αυτά διαπράχθηκαν καθώς ο στρατός έψαχνε περίπου είκοσι τουφέκια τα οποία είχαν κλέψει αντάρτες μερικές εβδομάδες νωρίτερα.
Για τη συγκεκριμένη υπόθεση, ο Σάντος Λόπες δεν είναι καν εκείνος στον οποίο επιβλήθηκε η βαρύτερη ποινή.
Πέντε απόστρατοι στρατιωτικοί είχαν καταδικαστεί, το 2011 και το 2012, να εκτίσουν ποινές 6.060 ετών κάθειρξης ο καθένας.
Η Επιτροπή Αλήθειας, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, κατέγραψε συνολικά 669 σφαγές που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη Γουατεμάλα (1960-1996), από τις οποίες 626 αποδόθηκαν στους στρατιωτικούς.
Ο απολογισμός της ένοπλης σύρραξης ανήλθε σε περίπου 200.000 νεκρούς και εξαφανισθέντες, σύμφωνα με μια έκθεση του ΟΗΕ που είχε δοθεί στη δημοσιότητα το 1999.