Απόγνωση, μαζική φυγή ως μέσο επιβίωσης, σημαντικές ελλείψεις σε είδη πρώτης ανάγκης και ένας αριθμός νεκρών που ολοένα αυξάνεται. Μετά τον φονικό σεισμό των 7,5 Ρίχτερ και το τσουνάμι, η Ινδονησία παλεύει να ξεπεράσει μία κρίση που το μέγεθός της δεν είναι ακόμη σαφές.
Ήδη από την περασμένη Παρασκευή, οι επιβεβαιωμένοι νεκροί ξεπερνούν τους 1.300. Στο σκηνικό της απελπισίας έρχεται να προστεθεί και μία έκρηξη ηφαιστείου στην ίδια πόλη.
Το κλίμα είναι ηλεκτρισμένο ενόσω οι πρώτες προμήθειες καταφθάνουν στην πληγείσα Παλού, στο Σουλαουέζι, όπου οι εξαθλιωμένοι διασωθέντες δεν έχουν πρόσβαση ούτε σε πόσιμο νερό ούτε σε ηλεκτρικό.
Την Τετάρτη, ενώ οι αστυνομικές δυνάμεις περιπολούσαν τα καταστήματα και συγκρούονταν με τους πολίτες που προσπαθούσαν να ορμήσουν στα καταστήματα, οι αρχές έκρουαν για μία ακόμη φορά τον κώδωνα του κινδύνου: έκρηξη ηφαιστείου, στο πολύπαθο Παλού, και αυξημένος κίνδυνος ηφαιστειακής τέφρας.
Αν και το ηφαίστειο Σοπουτάν δεν φαίνεται εν πρώτοις σοβαρή απειλή για τη ζωή των κατοίκων, καθώς βρίσκεται σε αρκετά μεγάλη απόσταση, οι αρχές προειδοποιούν τους ντόπιους να μην πλησιάσουν και σε κάθε περίπτωση να εξασφαλίσουν μάσκες.
Ειδικοί δεν αποκλείουν την περίπτωση να προκάλεσε την έκρηξη ο ισχυρός σεισμός.
Την ίδια ώρα, καθώς οι συγκλονιστικές εικόνες των σπιτιών που καταρρέουν μετά τον σεισμό κάνουν τον γύρο του κόσμου, οι επιστήμονες ερμηνεύουν το φαινόμενο της ρευστοποίησης εδαφών.
«Η σεισμική δόνηση αυξάνει την πίεση του νερού μεταξύ των σωματιδίων του εδάφους», εξηγεί στην «Guardian» η Σταυρούλα Κοντοέ από το Imperial College London.
«Τα σωματίδια αυτά χάνουν την επαφή τους, το οποίο με τη σειρά του έχει ως αποτέλεσμα τη συνολική απώλεια της αντοχής και της ακαμψίας του εδάφους», προσθέτει.