Σε κάθε πόλεμο υπάρχουν νικητές και ηττημένοι και φυσικά παράπλευρες απώλειες και το ίδιο ισχύει και για τον εμπορικό πόλεμο που έχει ξεσπάσει μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, με το αμερικανικό δίκτυο CNBC να παρουσιάζει σε εκτενή του ανάλυση τις χώρες οι οποίες θα ευνοηθούν από τους κινεζικούς δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα.
Όπως τονίζει ένα ευρύ φάσμα οικονομολόγων και εταιρικών στελεχών καταδικάζει με τον πιο επικριτικό τρόπο τον εμπορικό πόλεμο που έχει ξεσπάσει μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Πολλοί Αμερικανοί επιχειρηματίες φοβούνται ότι οι επιχειρήσεις τους θα είναι αυτές που θα ζημιωθούν περισσότερο από τους δασμούς που έχει ανακοινώσει ο Ντόναλντ Τραμπ.
Μέχρι σήμερα, και οι δύο χώρες έχουν ανακοινώσει δασμούς αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων.Όμως, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των εμπειρογνωμόνων της αγοράς φαίνεται να συμφωνούν ότι ένας εμπορικός πόλεμος θα ήταν γενικά κακός για ολόκληρο τον κόσμο, υπάρχουν ορισμένες χώρες που θα μπορούσαν πράγματι να επωφεληθούν από τους κινεζικούς δασμούς για τα αμερικανικά προϊόντα.
Αυτοί οι δασμοί δημιουργούν το κατάλληλο περιβάλλον ώστε να στηριχθεί η εξαγωγική τους δραστηριότητα προς την Κίνα.
«Υπάρχουν σίγουρα οικονομίες που μπορούν να επωφεληθούν από τους δασμούς», υποστηρίζει ο Jim Barrineau, επικεφαλής της μονάδας επενδύσεων σε χρέος αναδυόμενων αγορών της Schroders.
Αν η αντιπαράθεση γίνει μακροπρόθεσμος εμπορικός πόλεμος, τότε κατά τον Barrineau «η Κίνα θα μπορούσε να εντείνει τις άμεσες επενδύσεις σε γεωργία, μέταλλα και παραγωγούς ενέργειας σε όλες τις αναδυόμενες οικονομίες, προκειμένου αυτές να απομακρυνθούν από την αμερικανική τους εξάρτηση γι’ αυτά τα προϊόντα».
Βραζιλία
Ένα από τα βασικά εξαγωγικά προϊόντα των ΗΠΑ είναι η σόγια. Αυτή τη στιγμή στο εν λόγω προϊόν η Κίνα έχει επιβάλει δασμό 25%.
Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας του συγκεκριμένου προϊόντος παγκοσμίως, και οι ΗΠΑ είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής.
Αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις τόσο στους Αμερικανούς καλλιεργητές σόγιας όσο και στους Κινέζους παραγωγούς χοιρινού κρέατος, οι οποίοι βασίζονται στο προϊόν για να ταΐσουν το ζωικό τους κεφάλαιο.
Μιλώντας στο CNBC, ο Κινέζος υφυπουργός Οικονομικών Zhu Guangyao ανέφερε τις αγορές της Νότιας Αμερικής ως πιθανή πηγή για εισαγωγές σόγιας.
«Η Βραζιλία μπορεί να είναι η πρώτη που θα ωφεληθεί», εκτιμά ο Barrineau, σημειώνοντας ότι το 75%των σπόρων σόγιας από τη Βραζιλία πηγαίνει ήδη στην Κίνα.
«Παράλληλα θα μπορούσε να καταστεί προνομιούχος εταίρος, όντας αντιμέτωπη με χαμηλότερους δασμούς σε σύγκριση με τις αμερικανικές εξαγωγές σόγιας», προσθέτει ο αναλυτής.
Η Βραζιλία είναι ήδη ο κορυφαίος προμηθευτής σόγιας της Κίνας, αλλά από μόνη της δεν θα μπορέσει να αντικαταστήσει πλήρως την προσφορά των ΗΠΑ.
Το 2017, οι ΗΠΑ πούλησαν 32,9 εκατ. τόνους σόγιας στην Κίνα, ενώ 50,93 εκατ. τόνοι προήλθαν από τη Βραζιλία.
Αργεντινή
Η Αργεντινή είναι ο τρίτος μεγαλύτερος εξαγωγέας σόγιας στον κόσμο, και σαφώς μπορεί και αυτή να ωφεληθεί, κατά τον Barrineau.
Η σόγια αντιπροσωπεύει το 17,5% των συνολικών εξαγωγών της Αργεντινής. Ωστόσο, οι αναλυτές τις αγοράς εμπορευμάτων αναμένουν ότι η τιμή για τη σόγια Αργεντινής θα υποχωρήσει κατά 25%, καθώς υποφέρει από παρατεταμένη ξηρασία.
Παραγουάη και Ουρουγουάη
Η απέραντη κινεζική αγορά θα αναζητήσει πιθανές εναλλακτικές λύσεις, συμπεριλαμβανομένων των μικρότερων εξαγωγέων σόγιας όπως η Παραγουάη και η Ουρουγουάη, σύμφωνα με τον Stefan Vogel, επικεφαλή της έρευνας αγοράς αγροτικών προϊόντων στην Rabobank.
«Οι παραγωγοί σιτηρών της Νότιας Αμερικής θα δουν ότι οι τιμές των προϊόντων τους θα αυξηθούν. Οι παραγωγοί θα πληρωθούν σε υψηλότερες τιμές και όλη η αλυσίδα ανεφοδιασμού θα «δει» τις τιμές να αυξάνονται».
Αυστραλία
Το βαμβάκι ήταν ένα από τα 106 αμερικανικά προϊόντα στα οποία επιβλήθηκε δασμός 25% από την Κίνα.
Η Κίνα δεν είναι σημαντικός εισαγωγέας βαμβακιού από ΗΠΑ, αλλά οι επιχειρήσεις που επιδιώκουν εναλλακτική αγορά βαμβακιού για να παρακάμψουν τους ενδεχόμενους εισαγωγικούς δασμούς πιθανώς θα στραφούν στην Αυστραλία, δήλωσε ο Vogel.
Οι εξαγωγές ακατέργαστου βαμβακιού της Αυστραλίας φθάνουν στα 1,2 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, ενώ το ένα τρίτο από αυτά πηγαίνουν σήμερα στην Κίνα, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Οικονομικής Πολυπλοκότητας.
Ωστόσο, ο Vogel δεν θεωρεί ότι κάποια «μετατόπιση» των εξαγωγών θα μπορέσει να αυξήσει την τιμή του συγκεκριμένου εμπορεύματος.
Ηνωμένο Βασίλειο (κυρίως Σκωτία)
Στους κινεζικούς δασμούς περιλαμβάνεται και αυτός στο ουίσκι.
Οι ΗΠΑ εξάγουν ετησίως άνω των 354 εκατ. λίτρων και είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής της Κίνας μετά τη Σκωτία.
Το 2016 η Σκωτία εξήγαγε 926.384 λίτρα ουίσκι στην Κίνα, ενώ οι συνολικές εξαγωγές του Ηνωμένου Βασιλείου (πάντα για το ουίσκι) στην Κίνα έφθασαν στα 11 εκατ. λίτρα.
Πάντως, η κινεζική αγορά δεν είναι εκ των βασικότερων για τους αμερικανικούς ομίλους, καθώς βρίσκεται στην 32η θέση στον κατάλογο των κορυφαίων εισαγωγέων παγκοσμίως.
Όμως εάν υπάρξει αύξηση της ζήτησης αυτή θα είναι για ουίσκι Σκωτίας, εκτιμά ο Francois Sonneville, κορυφαίο στέλεχος στο RaboResearch Food & Agribusiness.
«Αν είστε ένας Κινέζος που θέλει για παράδειγμα να αγοράσει αμερικανικό bourbon, όπως το Jack Daniels και θέλετε να αγοράσετε αμερικάνικο μπέρμπον, όπως ο Jack Daniel’s, έχετε τη δυνατότητα να επιλέξετε ένα αντίστοιχο ουίσκι από τη Σκωτία σε καλύτερη τιμή», τονίζει ο Sonneville.
Φυσικά, οι δασμοί θα εξακολουθούσαν να πλήττουν το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ευρωπαϊκές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ σε αρκετούς άλλους τομείς, οπότε το πλεονέκτημα αυτής της ενίσχυσης σε έναν τομέα είναι απίθανο να υπερκεράσει το κόστος για άλλες επιχειρήσεις.
Η γαλλική βιομηχανία κρασιού
Ένα άλλο θύμα του εμπορικού πολέμου είναι το αμερικανικό κρασί, στο οποίο αναμένεται επίσης να επιβληθεί δασμό 25%.
Η Κίνα είναι ο ένατος μεγαλύτερος αγοραστής αμερικανικού κρασιού, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της Rabobank International, και εισήγαγε αμερικανικό κρασί αξίας περί των 76 εκατ. δολαρίων το 2016. Οι συνολικές αμερικανικές εξαγωγές κρασιού έφθασαν, το ίδιο έτος, στο 1,5 δισ. δολάρια.
Ένας Κινέζος αγοραστής μπορεί να «να προτιμήσει για ένα γαλλικό ή αυστραλιανό κρασί και όχι ένα καλιφορνέζικο κρασί λόγω δασμών», τονίζει ο Sonneville.
Η Γαλλία και η Αυστραλία είναι ήδη οι δύο κορυφαίοι προμηθευτές κρασιού της Κίνας.Όλα είναι υποθέσεις;
Τελικά, όντως, κάποιες από τις παραπάνω οικονομίες θα επωφεληθούν περισσότερο ή όχι από τους δασμούς που έχει επιβάλλει η Κίνα;
«Είναι λίγο νωρίς ακόμη για να το πούμε με σιγουριά», επισημαίνει ο Vogel της Rabobank.
Όπως τονίζει «θα δούμε πιθανώς κάποια μειονεκτήματα κάπου αλλού, γι ‘αυτό είναι πραγματικά δύσκολο να πούμε».
Ένα σημαντικό πράγμα που πρέπει να εξεταστεί είναι πόσο καιρό θα συνεχιστεί αυτή η κόντρα υπογραμμίζει και προσθέτει «θα λύσουν τα προβλήματά τους ΗΠΑ και Κίνα χωρίς να χάσουν τη ψυχραιμία τους;Αυτό θα συμβεί με ταχύ ρυθμό ή με αργό ρυθμό;».
Χωρίς απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα είναι μάλλον δύσκολο να είναι κανείς σίγουρος για οτιδήποτε.