Η Βόρεια Κορέα έχει προμηθεύσει την κυβέρνηση της Συρίας με υλικά που είναι πιθανό να χρησιμοποιήθηκαν για να κατασκευαστούν χημικά όπλα, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας The New York Times, που επικαλείται έγγραφο ειδικών του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Όπως αναφέρεται σε έκθεση ειδικών του ΟΗΕ που είναι επιφορτισμένοι με την επίβλεψη των κυρώσεων σε βάρος της Βόρειας Κορέας, πλάκες υλικών που αντέχουν την έκθεση σε οξύ, βαλβίδες και θερμόμετρα είναι ανάμεσα στα υλικά που έχει προμηθεύσει η Πιονγιάνγκ τη Δαμασκό.
Κατά το ίδιο δημοσίευμα Βορειοκορεάτες τεχνικοί εξειδικευμένοι στην πυραυλική τεχνολογία εργάζονται σε εγκαταστάσεις όπου φέρονται να κατασκευάζονται χημικά όπλα στη Συρία.
Στο έγγραφο που επικαλούνται οι NYT γίνεται λόγος για τουλάχιστον 40 φορτία που δεν καταγράφηκαν, τα οποία περιείχαν πιθανόν συστατικά για την κατασκευή χημικών όπλων και παραδόθηκαν από τη Βόρεια Κορέα στη Συρία μεταξύ του 2012 και του 2017.
Ωστόσο, τα υλικά που περιέχονταν στα φορτία ήταν διπλής χρήσης, κάτι που σημαίνει ότι θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν τόσο για πολιτικούς, όσο και στρατιωτικούς σκοπούς.
Η Συρία και η Βόρεια Κορέα διατηρούν μια ιδιαίτερα θερμή σχέση που διαρκεί δεκαετίες. Το 2015, η κυβέρνηση του Μπασάρ αλ Άσαντ είχε μετονομάσει ένα πάρκο στη Δαμασκό δίνοντάς του το όνομα του Κιμ Ιλ Σουνγκ, του ιδρυτή της Λαϊκής Δημοκρατίας.
Ερωτηθείς σχετικά ο εκπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, Στεφάν Ντουζαρίτς, σημείωσε ότι δεν έχει διαβάσει την έκθεση των ειδικών που είναι αρμόδιοι να ερευνούν τις παραβιάσεις των κυρώσεων σε βάρος της Βόρειας Κορέας. Δήλωσε ωστόσο πως «το τελευταίο πράγμα που χρειαζόμαστε στη Συρία είναι περισσότερα όπλα και, θεός φυλάξοι, χημικά όπλα».
Η Συρία συμφώνησε το 2013 να καταστρέψει το χημικό οπλοστάσιό της, έπειτα από τις έντονες διεθνείς πιέσεις, που ακολούθησαν μια επίθεση με αέριο σαρίν σε περιοχή που έλεγχαν ισλαμιστές κοντά στη Δαμασκό.
Μεγάλο μέρος του καταστράφηκε. Όμως η κυβέρνηση του προέδρου Άσαντ κατηγορήθηκε έκτοτε επανειλημμένα ότι διέπραξε επιθέσεις με χημικά όπλα εναντίον αμάχων από ειδικούς του ΟΗΕ και του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων (ΟΑΧΟ), όπως αυτή που καταγγέλθηκε στο χωριό Χαν Σεϊχούν τον Απρίλιο του 2017.