Σύγχρονους «θαλάμους αερίων» χρησιμοποιούσαν οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες προκειμένου να αποδείξουν πόσο… αβλαβή είναι τα καυσαέρια που παράγουν οι κινητήρες ντίζελ. Η κυβέρνηση του Βερολίνου καταδίκασε χθες ως απολύτως απαράδεκτα τα σχετικά πειράματα που διεξάγονταν σε ανθρώπους και πιθήκους.
Το σκάνδαλο Dieselgate έλαβε τα τελευταία 24ωρα νέες, ανατριχιαστικές διαστάσεις, όταν πρώτα η αμερικανική “New York Times” και στη συνέχεια ο γερμανικός Τύπος έφεραν στην επιφάνεια τις αποκαλύψεις για τα πειράματα που διεξάγονταν τα τελευταία χρόνια για λογαριασμό των κολοσσών της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας.
Την Παρασκευή, η “New York Times” δημοσίευσε εκτενές ρεπορτάζ που ανέφερε ότι η EUGT (Ευρωπαϊκός Όμιλος για το Περιβάλλον και την Υγεία στον Τομέα Μεταφορών), ένας οργανισμός που χρηματοδοτούνταν εξ ολοκλήρου από τις εταιρείες Volkswagen, Daimler και BMW, πραγματοποίησε το 2014 πειράματα με πιθήκους σε εργαστήριο του Αλμπακέρκι των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, δέκα πίθηκοι είχαν κλειστεί σε αεροστεγή θάλαμο και παρακολουθούσαν κινούμενα σχέδια σε οθόνη, ενώ αναγκάζονταν να εισπνέουν καυσαέρια ενός «σκαραβαίου» της Volkswagen. To πείραμα είχε στόχο να αμφισβητήσει απόφαση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας που το 2012 είχε χαρακτηρίσει τις εκπομπές αερίων των κινητήρων ντίζελ ως καρκινογενείς. Η EUGT, που διέκοψε πέρσι τη λειτουργία της, χρηματοδοτούσε έρευνες που θα αποδείκνυαν το αντίθετο.
Το σαββατοκύριακο η σκυτάλη των αποκαλύψεων πέρασε στον γερμανικό Τύπο, που μετέδωσε ότι αντίστοιχα πειράματα διεξήχθησαν και στη Γερμανία το 2013 και το 2014, με τη συμμετοχή αυτή τη φορά ανθρώπινων «πειραματόζωων». Όπως ανέφεραν η εφημερίδα “Stuttgarter Zeitung” και ο ραδιοσταθμός SWR, δεκαεννέα άνδρες και έξι γυναίκες εισέπνεεαν καυσαέρια από κινητήρες ντίζελ σε νοσοκομειακό ίδρυμα του Άαχεν στη δυτική Γερμανία, σε ακόμη ένα πείραμα υπό την εποπτεία της EUGT.
Οι είκοσι πέντε άνθρωποι εκτείθονταν σε διαφορετικές ποσότητες καυσαερίων από κινητήρες ντίζελ που περιείχαν διοξείδιο του αζώτου. Εκείνο το διάστημα, οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες υποστήριζαν πως η σύγχρονη τεχνολογία είχε κατορθώσει να μειώσει τις εκπομπές τοξικών αερίων από τους κινητήρες ντίζελ σε ασφαλή επίπεδα. Οι αποκαλύψεις για τα λογισμικά συστήματα που εξαπατούσαν τους ελέγχους εκπομπής καυσαερίων ήρθαν στην επιφάνεια το 2015, με το ξέσπασμα του σκανδάλου Dieselgate.
Μετά τις νέες αποκαλύψεις, ο Γερμανός υπουργός Μεταφορών και Αγροτικής Ανάπτυξης Κρίστιαν Σμιντ ζήτησε από την επιτροπή που διερευνά την υπόθεση να συμπεριλάβει στις έρευνές της και τα πειράματα. «Η εμπιστοσύνη στην αυτοκινητοβιομηχανία έχει εκ νέου αμαυρωθεί» τόνισε και ζήτησε «εξηγήσεις» από τους ομίλους που εμπλέκονται.
«Αυτά τα πειράματα σε πιθήκους ή ακόμα και σε ανθρώπους δεν δικαιολογούνται υπό καμία ηθική έννοια και εγείρουν πολλά κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με τα πρόσωπα που βρίσκονται πίσω από αυτά» επισήμανε, από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος Τύπου της γερμανικής κυβέρνησης Στέφεν Ζάιμπερτ κατά τη διάρκεια της καθημερινής ενημέρωσης των δημοσιογράφων στο Βερολίνο. «Οι οργανισμοί που εποπτεύουν εκείνους που υπέγραψαν αυτά τα συμβόλαια φέρουν ιδιαίτερη ευθύνη» συμπλήρωσε.
Η προερχόμενη από τους Σοσιαλδημοκράτες υπουργός Περιβάλλοντος Μπάρμπαρα Χέντρικς αποκάλεσε, τέλος, το πειράματα «απεχθή» και εξέφρασε την κατάπληξή της για το γεγονός ότι επιστήμονες δέχτηκαν να τα διεξάγουν.
Η αυτοκινητοβιομηχανία Daimler, κατασκευαστής των αυτοκινήτων Mercedes-Benz, εξέδωσε ανακοίνωση εκφράζοντας τον «αποτροπιασμό» της για «το εύρος και την εφαρμογή των μελετών», καταδικάζοντας παράλληλα τα πειράματα «με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο». Σχολιάζοντας παράλληλα το δημοσίευμα της “New York Times” -και προτού ο γερμανικός Τύπος αναφερθεί στα πειράματα σε ανθρώπους-, η Volkswagen τόνισε με μήνυμά της στο Twitter ότι «παίρνει σαφείς αποστάσεις από κάθε μορφή κακομεταχείρισης ζώων».
«Γνωρίζουμε ότι οι επιστημονικές μέθοδοι της EUGT ήταν λανθασμένες και εκφράζουμε την ειλικρινή λύπη μας για αυτό» τόνισε η αυτοκινητοβιομηχανία, δίνοντας την υπόσχεση για μια «πλήρη έρευνα» και χαρακτηρίζοντας τα πειράματα «απολύτως ακατανόητα».
Τη δεκαετία του 1990 και στις αρχές του 2000, οι αυτοκινητοβιομηχανίες χρησιμοποίησαν την επιρροή τους για να πείσουν την ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία ότι η νέα γενιά κινητήρων ντίζελ θα βοηθούσε στην αντιμετώπιση του φαινομένου του θερμοκηπίου, καθώς οι καύσεις ήταν πολύ πιο αποτελεσματικές σε σχέση με τους βενζινοκινητήρες.
Υποστήριζαν επίσης πως η σύγχρονη τεχνολογία είχε κατορθώσει να επιλύσει το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπιζαν μέχρι τότε οι κινητήρες ντίζελ: τις εκπομπές διοξειδίου του αζώτου και μικροσωματιδίων, η εισπνοή των οποίων θεωρείται πως συμβάλλει στην εμφάνιση άσθματος, καρδιακών παθήσεων και καρκίνου. Το 2012, 72.000 άνθρωποι στην Ευρώπη πέθαναν πρόωρα εξαιτίας της ρύπανσης από διοξείδιο του αζώτου, η οποία οφείλεται κυρίως σε κινητήρες ντίζελ, υπογραμμίζει έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που δόθηκε στη δημοσιότητα πέρσι.