Τουλάχιστον 100 δραπέτες από μια φυλακή στη Βραζιλία συνέχιζαν να διαφεύγουν τη σύλληψη την Τρίτη, την επομένη μιας εξέγερσης κατά τη διάρκεια της οποίας έχασαν τη ζωή τους εννιά φυλακισμένοι, κάποιοι εκ των οποίων αποκεφαλίστηκαν ενώ άλλοι κάηκαν ζωντανοί, ανακοίνωσαν οι αρχές.
Τη Δευτέρα, ξέσπασαν συγκρούσεις ανάμεσα σε μέλη αντίπαλων συμμοριών του οργανωμένου εγκλήματος στο σωφρονιστικό κατάστημα Απαρεσίδα τζι Γκοϊάνια, ανακινώντας τις μνήμες των αιματηρών ταραχών που είχαν σημειωθεί έναν χρόνο νωρίτερα και είχαν αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους δεκάδες έγκλειστοι στη φυλακή του Μανάους, στην Αμαζονία.
Αυτή τη φορά, τα βίαια επεισόδια ξέσπασαν σε έναν χώρο της φυλαλής εν μέρει ανοικτό, όταν έγκλειστοι από μία πτέρυγα «εισέβαλαν σε άλλες πτέρυγες κι άρχισαν να διαπράττουν πράξεις βαρβαρότητες εναντίον αντιπάλων τους», εξήγησε ο Νιούτον Καστίλιου, ένας αξιωματούχος της διεύθυνσης σωφρονιστικών καταστημάτων της Πολιτείας Γκοϊάς.
Ορισμένοι από τους φυλακισμένους «κάηκαν ζωντανοί» ενώ διαπράχθηκαν επίσης «δύο αποκεφαλισμοί» θυμάτων, πρόσθεσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, αναφερόμενος σε «συγκρούσεις του κόσμου του εγκλήματος και της διακίνησης ναρκωτικών».
Μαζική απόδραση κρατουμένων
Ταυτόχρονα με τις συγκρούσεις των μελών συμμοριών, σημειώθηκε μαζική απόδραση κρατουμένων.
Συνολικά 242 φυλακισμένοι κατάφεραν να αποδράσουν ρίχνοντας έναν τοίχο, είπε ο αξιωματούχος, δίνοντας έναν αριθμό υπερδιπλάσιο από εκείνον που είχε ανακοινώσει αρχικά η πολιτειακή διεύθυνση φυλακών.
Παρότι οι μισοί και πλέον φυγάδες συνελήφθησαν έπειτα από το ανθρωποκυνηγητό που εξαπέλυσαν οι αρχές, 99 φυλακισμένοι συνέχιζαν να διαφεύγουν τη σύλληψη την Τρίτη.
Οι βραζιλιάνικες φυλακές αποτελούν θέατρο του ανοιχτού πολέμου μεταξύ των δύο ισχυρότερων συμμοριών του οργανωμένου εγκλήματος της Βραζιλίας, της Πρώτης Διοίκησης της Πρωτεύουσας (Premier Comando de la Capital, PCC), που εδρεύει στο Σάο Πάουλο, και της Κόκκινης Διοίκησης (Comando Vermelho, CV), που εδρεύει στο Ρίο ντε Ζανέιρο, και άλλων οργανώσεων που έχουν συμμαχήσει μαζί της.
Σε αυτόν τον ανελέητο πόλεμο έχασαν τη ζωή τους δεκάδες άνθρωποι πέρυσι: μέσα στις πρώτες 20 ημέρες του Ιανουαρίου της περασμένης χρονιάς είχαν σκοτωθεί 130 φυλακισμένοι.
Οι χειρότερες σφαγές στις φυλακές της Βραζιλίας είχαν σημειωθεί τον Ιανουάριο του 2017 στο Μανάους (56 νεκροί) και στη Χοράιμα (33 νεκροί), δύο πόλεις του βορρά, καθώς και στη Νατάλ (26 νεκροί), στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας.
Στη Βραζιλία καταγράφεται ο τρίτος μεγαλύτερος πληθυσμός κρατουμένων σε φυλακές στον κόσμο, που ανερχόταν σε 726.712 ανθρώπους τον Ιούνιο του 2016, κατά τα τελευταία διαθέσιμα επίσημα στατιστικά στοιχεία, την ώρα που η ονομαστική χωρητικότητα των σωφρονιστικών καταστημάτων δεν ξεπερνά τις 368.000 θέσεις.
Ο πληθυσμός των φυλακισμένων στη Βραζιλία υπερδιπλασιάστηκε από το 2005 ως το 2016, φθάνοντας σχεδόν τους δύο εγκλείστους ανά θέση, μέχρι και τους τέσσερις σε ορισμένες Πολιτείες όπως η Αμαζονία, σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ο υπερπληθυσμός στις φυλακές, όπου οι συνθήκες κράτησης είναι ιδιαίτερα ανθυγιεινές, ευνοεί την κυριαρχία των συμμοριών του οργανωμένου εγκλήματος, που έχουν ακόμα και κέντρα διοίκησης εγκατεστημένα στην καρδιά φυλακών, με την αξιοποίηση κινητών τηλεφώνων που μπαίνουν σε αυτές λαθραία και ενδιάμεσων.
Οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν καταγγείλει επανειλημμένα τις συνθήκες που λένε ότι παραπέμπουν στον μεσαίωνα στις φυλακές της Βραζιλίας.
Ο επικεφαλής του συνδικάτου των σωφρονιστικών υπαλλήλων της Βραζιλίας Ζοριμάρ Μπάστος είχε επικρίνει το γεγονός ότι στη φυλακή Γκοϊάνια διατίθενται ελάχιστοι πόροι και υποστήριξε πως υπήρχαν πέντε φρουροί για 900 φυλακισμένους.