Η Βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι πραγματοποίησε ακόμα μία επίθεση κατά των ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης, έπειτα απ’ τη νέα τρομοκρατική επίθεση στο Λονδίνο το Σάββατο που άφησε πίσω της 7 νεκρούς και 48 τραυματίες.
Με δήλωση της σήμερα η Μέι ανακοίνωσε πως η Βρετανία θα συντονιστεί με άλλες κυβερνήσεις προκειμένου να αναγκάσουν τις εταιρείες διαδικτύου να σταματήσουν να παρέχουν «ασφαλή χώρο» όπου οι εξτρεμιστές στρατολογούν και συντονίζουν επιθέσεις.
Η Βρετανία έχει ήδη αυστηρούς νόμους παρακολούθησης και σχεδιάζει να τους κάνει ακόμα πιο αυστηρούς με στόχο να αναγκάσει τα social media να συνεργάζονται περισσότερο με τις Αρχές για την αντιμετώπιση του εξτρεμισμού.
«Τα πράγματα πρέπει να αλλάξουν. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε σε αυτή την ιδεολογία τον ασφαλή χώρο που χρειάζεται για να μεγαλώσει.
»Και όμως αυτό είναι που σήμερα της παρέχει το ίντερνετ και οι μεγάλες εταιρείες διαδικτυακών υπηρεσιών», είπε η Μέι στις δηλώσεις της σήμερα.
Η Βρετανία ήδη πιέζει μέσω της νομοθέτησης τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης να ανοίξουν τα δίκτυα τους στους εγχώριες δυνάμεις Ασφαλείας.
Η αρχή έγινε πέρυσι με την αλλαγή της σχετικής νομοθεσίας, όμως αναμένονται να γίνουν και άλλες αλλαγές ώστε να εξαναγκαστούν εταιρείες όπως η Facebook Inc και η θυγατρική της WhatsApp Inc. να παρέχουν στις Αρχές πρόσβαση σε κρυπτογραφημένες υπηρεσίες.
Το γεγονός αυτό αποτελεί τεράστιο ζήτημα κυρίως για τις πλατφόρμες όπως το WhatsApp που χρησιμοποιεί την λεγόμενη ‘end-to-end’ αποκρυπτογράφηση.
Με αυτή διασφαλίζεται ότι κανείς πέραν του αποστολέα και του παραλήπτη δεν πρόκειται να δει ένα μήνυμα. Ούτε καν το ίδιο το WhatsApp.
Η βρετανική κυβέρνηση όμως θέλει ένα «παράθυρο» που έπειτα από μία ημιανεξάρτητη διαδικασία επεξεργασίας θα επιτρέπει στις Αρχές να έχουν πρόσβαση σε όλα τα μηνύματα που έχει στείλει κάποιος ύποπτος.
Κάτι δηλαδή που σημαίνει με απλά λόγια το τέλος της “end-to-end” αποκρυπτογράφησης.
Παγκόσμιες προεκτάσεις
Το γεγονός αυτό όμως και παγκόσμιες προεκτάσεις αφού η Βρετανία δεν είναι η πρώτη χώρα που επιχειρεί να καθυποτάξει τις μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας.
Η Apple Inc και η αμερικανική κυβέρνηση, έπειτα από την τρομοκρατική επίθεση το 2015 στο Σαν Μπερναντίνο στην Καλιφόρνια, ενεπλάκησαν σε δημόσια αντιπαράθεση γύρω απ’ την απόκρυψη πληροφοριών και ζητημάτων αποκρυπτογράφησης με αφορμή την εύρευση τότε ενός «κλειδωμένου» iPhone.
Καθώς λίγο μετά οι αμερικανικές Αρχές βρήκαν έναν τρόπο να αποκτήσουν πρόσβαση στο τηλέφωνο και τελικά δεν εξαναγκάστηκε η εταιρεία να αλλάξει την τεχνολογία της προς χάρη της ευκολότερης παρακολούθησης, πολλοί εικάζουν ότι η ίδια η Apple τότε τελικά παρέδωσε τις πληροφορίες.
Ωστόσο εάν η Βρετανία καταφέρει να εξαναγκάσει τους τεχνολογικούς κολοσσούς να αλλάξουν το επίπεδο προστασίας που προσφέρουν για την ανταλλαγή μηνυμάτων των πελατών τους, τότε είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι κάθε άλλη κυβέρνηση θα ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο.
Κάτι εξάλλου που φαίνεται πως η ίδια η Μέι θέλει να πυροδοτήσει.
«Χρειάζεται να συνεργαστούμε με τις σύμμαχες, δημοκρατικές κυβερνήσεις προκειμένου να φθάσουμε σε μία διεθνή συμφωνία που θα ρυθμίζει τον κυβερνοχώρο ώστε να αποτραπεί η διάδοση του εξτρεμισμού και των τρομοκρατικών σχεδίων», είπε σήμερα η κα Μέι.