Οι γεωπολιτικές εξελίξεις στην ευαίσθητη περιοχή της Μεσογείου δεν αφήνουν αδιάφορη την Κίνα, που μέχρι πριν από λίγα χρόνια ήταν απούσα από τη «Μεγάλη Θάλασσα», γράφει η πανεπιστημιακός Έλενα Αβραμίδου σε άρθρο της στην Εφημερίδα των Συντακτών υπό τον τίτλο: “Η Κίνα και η Μεσόγειος”.
Τα εμπορικά και οικονομικά συμφέροντα της Κίνας, το ενεργειακό, καθώς και θέματα ασφάλειας και σταθερότητας αναδεικνύουν τη σπουδαιότητα της περιοχής για το Πεκίνο και δικαιολογούν την ανησυχία του για τη σύνθετη πραγματικότητα στον ευρύτερο μεσογειακό χώρο.
Η Κίνα έχει επενδύσει στις χώρες της Μεσογείου, κυρίως στις υποδομές, μεταφορές και ενέργεια, στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας «Μια ζώνη, ένας δρόμος», που εξήγγειλε ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, το 2013.
Στην προοπτική αυτή εντάσσεται η κινεζική παρουσία σε μερικά από τα σπουδαιότερα λιμάνια της Μεσογείου, όπως της Τρίπολης στον Λίβανο, του Πορτ Ασχοντ στο Ισραήλ, του Πορτ Σάιντ και του Πορτ Σουδάν, της Μασσαλίας, της Βαρκελώνης και του Πειραιά.
Από αυτά τα λιμάνια η Κίνα μπορεί να ελέγχει μια τεράστια περιοχή που φτάνει ως τον Κόλπο του Άντεν, όπου είναι υπό κατασκευή οι πρώτες στρατιωτικές εγκαταστάσεις της εκτός συνόρων.
Η διαπλάτυνση της Διώρυγας του Σουέζ τής επέφερε περαιτέρω οφέλη αφού το 60% των κινεζικών εξαγωγών στην Ευρώπη διέρχεται από εκεί.
Επιπλέον, τα κινεζικά προϊόντα θα μπορούν να φτάνουν στην αμερικανική αγορά συντομότερα μέσω της Μεσογείου χωρίς να χρειάζεται να κάνουν τον γύρο της Αφρικής.
Η γενικότερη κατάσταση στον μεσογειακό χώρο εμπνέει ωστόσο ανησυχία με την άνοδο ακραίων πολιτικών δυνάμεων, τη διάσταση ανάμεσα στον ευρωπαϊκό Βορρά και Νότο, την οικονομική, κοινωνική και προσφυγική κρίση, τον ρόλο των διεθνών και περιφερειακών παικτών και την αβεβαιότητα και ένταση στη Δυτική Ασία και τη Βόρεια Αφρική.
Η άμεση απειλή για τα κινεζικά συμφέροντα είναι εμφανής.
Η περιοχή της Δυτικής Ασίας – Βόρειας Αφρικής αποτελεί τον τέταρτο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Κίνας, με τεράστια σημασία για τη σινική διπλωματία λόγω της δυνατότητας να απορροφήσει προϊόντα και επενδύσεις, αλλά και των ενεργειακών της αποθεμάτων.
Οι κινεζικές εισαγωγές σε πετρέλαιο από την περιοχή αγγίζουν το 60% και υπολογίζεται να φτάσουν το 70% το 2030.
Με τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στην Κίνα, οι ενεργειακές ανάγκες αλλά και η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας αυξάνονται.
Αυξάνεται, επίσης, η ανάγκη για προστασία των οικονομικών της συμφερόντων στο εξωτερικό, καθώς και των πολιτών της που εργάζονται σε χώρες υψηλού κινδύνου.
Το «καμπανάκι» που σήμανε τον κίνδυνο για τα κινεζικά συμφέροντα σε περίπτωση πολιτικών αλλαγών και πολεμικών συγκρούσεων υπήρξε η λιβυκή κρίση το 2011.
Οι κινεζικές επιχειρήσεις έχασαν συνολικά περίπου 20 δισ. δολάρια.
Έτσι, η China National Petroleum Company, με απώλειες 198 εκατ. δολαρίων, για να αποφύγει άλλες άσχημες εκπλήξεις, ίδρυσε δικό της ερευνητικό κέντρο για αξιολόγηση κινδύνων σε χώρες με πολιτική αστάθεια.
Η δε διάσωση των 36.000 Κινέζων, χάρη και στην ελληνική βοήθεια, ανέδειξε τη στρατηγική σημασία του λιμένος του Πειραιά σε περίπτωση περιφερειακών κρίσεων.
Το «Μαργαριτάρι της Μεσογείου», όπως χαρακτήρισε το λιμάνι του Πειραιά ο Κινέζος πρωθυπουργός, Λι Κετσιάν, πέρα από τη σπουδαιότητά του για την προώθηση των κινεζικών προϊόντων στην Ευρώπη, είναι στρατηγικής σημασίας για το Πεκίνο για πολιτικούς και γεωστρατηγικούς λόγους.
Και, σε περίπτωση μελλοντικής περιφερειακής κρίσης, για τη διάσωση των Κινέζων πολιτών που εργάζονται στη Μέση Ανατολή.
Από τη σταθερότητα στην περιοχή εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η επιτυχία του Νέου Δρόμου του Μεταξιού.
Επιτυχία που, πέρα από οικονομικά οφέλη, συνεπάγεται επέκταση της επιρροής και βελτίωση της θέσης της Κίνας στη διεθνή σκηνή.
Το Πεκίνο προσβλέπει στην οικονομική ευημερία των χωρών κατά μήκος του Δρόμου του Μεταξιού, η οποία μπορεί να αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα για φυγόκεντρες και αποσταθεροποιητικές δυνάμεις.
Τα «τρία κακά» για την Κίνα είναι η τρομοκρατία, οι αποσχιστικές τάσεις και ο θρησκευτικός εξτρεμισμός.
Και εφόσον εξακολουθεί να υπάρχει πολιτική αστάθεια και θρησκευτικός εξτρεμισμός σε αρκετές χώρες της ευρύτερης περιοχής, η ανησυχία για διείσδυση του «Ισλαμικού κράτους» στις δυτικές κινεζικές περιοχές (Σιντζιάνγκ), λόγω των σχέσεων των τζιχαντιστών Ουιγούρων με την Αλ Κάιντα, δεν θα πάψει να υφίσταται.
Παράλληλα εκφράζεται ο φόβος ότι οι κινεζικές εμπορικές συμφωνίες μπορούν να επηρεάσουν πολιτικά, μετατρέποντας την οικονομική διπλωματία σε μέσο για τη δημιουργία σφαιρών επιρροής σε μια ασταθή περιοχή.
Η Κίνα αρνείται ανάλογες προθέσεις τονίζοντας το ενδιαφέρον της για επωφελή συνεργασία, διεθνή ειρήνη, ισορροπία και ευημερία.
Και δεν παύει να επαναλαμβάνει δια του προέδρου της την ανησυχία της για την «παγίδα του Θουκυδίδη» και την πίστη ότι μια σύγκρουση κυρίαρχης (ΗΠΑ) και ανερχόμενης (Κίνα) δύναμης μπορεί και πρέπει να αποφευχθεί.