Πάνω από 55.000 δολάρια είχε λάβει από ρωσικές εταιρείες, ως αμοιβή για ομιλίες, ο πρώην, πλέον, Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, Μάικλ Φλιν, λίγο καιρό πριν αναλάβει καθήκοντα συμβούλου στην προεκλογική εκστρατεία του Ρεπουμπλικάνου μεγιστάνα, όπως προκύπτει από έγγραφα που εξετάζει το Κογκρέσο και αποκαλύπτει η εφημερίδα «Wall Street Journal».
Οι δύο πρώτες αμοιβές, 11.250 δολάρια έκαστη, δόθηκαν από μία ρωσική εταιρεία αερομεταφορών που είχε παυτεί από πάροχος υπηρεσιών στα Ηνωμένα Έθνη λόγω σκανδάλου διαφθοράς, και από μία ρωσική εταιρεία κυβερνοασφάλειας, η οποία τότε επιδίωκε να αναβαθμίσει τη συνεργασία της με την αμερικανική κυβέρνηση.
Δόθηκαν ως αντάλλαγμα για ομιλίες του απόστρατου αξιωματικού το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 2015, δηλαδή έναν χρόνο μετά την απομάκρυνσή του από τη διεύθυνση της Υπηρεσίας Πληροφοριών Άμυνας, ενώ ακόμα είχε πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες.
Τον Δεκέμβριο του 2015, το ρωσικό τηλεοπτικό δίκτυο Russia Today, που στηρίζεται από το Κρεμλίνο, κατέβαλε 33.750 δολάρια στον Φλιν για να εμφανιστεί ως ομιλητής σε συνέδριο για την αμερικανική εξωτερική πολιτική στη Μόσχα.
Περίπου δύο μήνες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 2016, ο Φλιν ορίστηκε επισήμως σύμβουλος της καμπάνιας Τραμπ. Σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου ο Ρεπουμπλικάνος μεγιστάνας τήρησε πιο μαλακή στάση απέναντι στη Ρωσία σε σχέση με τους ανθυποψηφίους του.
Εκπρόσωπος του κ. Φλιν που μίλησε στην WSJ εξήγησε ότι τα χρήματα ήταν απλώς αμοιβές για ομιλίες, προσθέτοντας ότι η συνεργασία με το RT είχε δηλωθεί στην Υπηρεσίας Πληροφοριών Άμυνας.
Αφότου ορκίστηκε στην προεδρία, στις 20 Ιανουαρίου, ο Τραμπ ονόμασε τον Φλιν Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας. Ωστόσο, παραιτήθηκε λιγότερο από ένα μήνα αργότερα, υπό τη σκιά δημοσιευμάτων που τον ήθελαν να έχει συνομιλήσει με τον ρώσο πρεσβευτή στην Ουάσιγκτον για πιθανή άρση των κυρώσεων που είχε επιβάλει στη Μόσχα η κυβέρνηση Ομπάμα.
Η επίμαχες συνομιλίες έλαβαν χώρα πριν ο Τραμπ αναλάβει τον Λευκό Οίκο, δηλαδή ενώ ο Φλιν ήταν απλός πολίτης.
Η αμερικανική νομοθεσία απαγορεύει την άσκηση διπλωματίας σε άτομα που δεν έχουν δημόσιο αξίωμα.
Στην γραπτή δήλωση που εξέδωσε όταν παραιτήθηκε, ο Φλιν δεν επιβεβαίωσε συζητήσεις όσον αφορά τις κυρώσεις, αλλά παραδέχτηκε ότι δεν είχε ενημερώσει κατάλληλα τον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς για τα όσα είχαν ειπωθεί στα τηλεφωνήματα με τον Ρώσο πρέσβη.