Αφού βοήθησε σημαντικά στην εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, η πρώην διευθύντρια της προεκλογικής εκστρατείας του, η Κελιάν Κόνγουεϊ, ανέλαβε καθήκοντα συμβούλου του προέδρου των ΗΠΑ, κάτι που σημαίνει ότι θα κληθεί να αναλάβει έναν ρόλο μείζονος σημασίας και να προσδώσει μια όσο το δυνατόν πιο συναινετική εικόνα στην επόμενη κυβέρνηση.
Το πρώτο πρόσωπο που ευχαρίστησε δημόσια ο εκλεγμένος πρόεδρος το βράδυ του εκλογικού θριάμβου του την 8η Νοεμβρίου είναι ανάμεσα στα τελευταία που ενημερώνονται για τη θέση που καλούνται να αναλάβουν στον Λευκό Οίκο.
Αυτό δεν είναι τυχαίο, καθώς η 49χρονη Κόνγουεϊ, που πάντα δίνει ιδιαίτερη προσοχή στην εμφάνισή της, δίσταζε για καιρό να ενταχθεί στην προεδρική ομάδα, δηλώνοντας πως αμφέβαλλε για το πώς θα χειριστεί τα καθήκοντα της στην κυβέρνηση και παράλληλα την εκπαίδευση των τεσσάρων παιδιών της, τα μεγαλύτερα εκ των οποίων (τα δίδυμα) είναι 12 ετών.
Για ένα διάστημα η Κόνγουεϊ έλεγε πως εξέταζε το ενδεχόμενο να δημιουργήσει μια πολιτική οργάνωση του Τραμπ, κινούμενη πέραν του κυβερνητικού και του κομματικού μηχανισμού, ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του 2018, κάτι που θα της επέτρεπε να αφοσιώσει περισσότερο χρόνο στην οικογένειά της.
Πάντως σε μια συνέντευξή της σήμερα είπε μεταξύ αστείου και σοβαρού πως «δεν παίζω γκολφ και δεν έχω ερωμένη, έτσι έχω πολύ διαθέσιμο χρόνο που δεν έχουν πολλοί άνδρες».
Η Κόνγουεϊ ενδέχεται εξάλλου να περίμενε ο Τραμπ να της προσφέρει την καλύτερη δυνατή θέση.
Όταν αναλάβει τα νέα της καθήκοντα η Κόνγουεϊ θα έχει ρόλο-κλειδί: θα συμβάλλει στη διαχείριση των μηνυμάτων του επόμενου προέδρου, αλλά των προτεραιοτήτων του σε νομοπαρασκευαστικό και νομοθετικό επίπεδο, σύμφωνα με την ομάδα μετάβασης του μεγιστάνα.
«Η Κόνγουεϊ ήταν μια έμπιστη σύμβουλος και διαμορφώτρια στρατηγικής η οποία διαδραμάτισε κρίσιμο ρόλο στη νίκη μου», τόνισε ο Τραμπ σε ανακοίνωσή του που δόθηκε στη δημοσιότητα σήμερα. Η Κόνγουεϊ δεν θα είναι πάντως η πρώτη γυναίκα που θα αναλάβει το αξίωμα, αφού έχουν προηγηθεί δύο Ρεπουμπλικάνες και μία Δημοκρατική, ανάμεσά τους η Αν Άρμστρονγκ, κατά τη δεύτερη θητεία του Ρίτσαρντ Νίξον, που δεν είχε διστάσει να υπερασπιστεί δημόσια την κυβέρνηση εν μέσω του σκανδάλου του Γουότεργκεϊτ.
Τότε (1973 και 1974) το αξίωμα ήταν επίσημος κυβερνητικός θώκος, κάτι που δεν ισχύει πλέον.