Ξεκίνησε την Τρίτη η δίκη του χριστιανού κυβερνήτη της Τζακάρτας, ο οποίος κατηγορείται για βλασφημία, μια υπόθεση που έχει προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις στη μουσουλμανική χώρα, αλλά και μαζικές διαδηλώσεις από υποστηρικτές του σκληροπυρηνικού ισλάμ.
Καθισμένος σε μια καρέκλα απέναντι από τους δικαστές ο «Αχόκ» Μπασούκι Τζαχάτζα Πουρνάμα, ο πρώτος χριστιανός κυβερνήτης της Τζακάρτας εδώ και περισσότερα από 50 χρόνια, κράτησε με δυσκολία τα δάκρυά του, καθώς κατηγορείται για βλασφημία, ένα αδίκημα για το οποίο αν καταδικαστεί κινδυνεύει με πέντε χρόνια φυλάκιση.
Ο κυβερνήτης, που είναι γνωστός για την ευθύτητά του, κατηγορείται για βλασφημία λόγω μιας δήλωσης που είχε κάνει στα τέλη Σεπτεμβρίου.
Είχε δηλώσει ότι είναι λανθασμένη η ερμηνεία που δίνουν ορισμένοι ουλεμάδες (μουσουλμάνοι θεολόγοι) για μια σούρα του Κορανίου.
Σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή, ένας μουσουλμάνος θα πρέπει να ψηφίζει και να εκλέγει μόνο μουσουλμάνους ηγέτες.
Λόγω των αντιδράσεων που προκλήθηκαν, ο κυβερνήτης ζήτησε δημοσίως συγγνώμη, αλλά αυτό δεν κατεύνασε την οργή ορισμένων φονταμενταλιστικών οργανώσεων, όπως της οργάνωσης Μέτωπο Υπερασπιστών του Ισλάμ (FPI).
Η υπόθεση αυτή θεωρείται από πολλούς παρατηρητές τεστ για την θρησκευτική ανοχή στην Ινδονησία, χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας που είναι γνωστή για τον πλουραλισμό της, που όμως πρόσφατα έχει δει να αυξάνονται οι επιθέσεις εναντίον μειονοτήτων, κυρίως των χριστιανών.
Κατά την πρώτη του απεύθυνση στο δικαστήριο ο Αχόκ ήταν συναισθηματικά φορτισμένος, ενώ αναγκάστηκε να σταματήσει αρκετές φορές για να σκουπίσει τα δάκρυά του και υπογράμμιζε ότι είναι αθώος.
«Γνωρίζω ότι πρέπει να σέβομαι τους ιερούς στίχους του Κορανιού. Δεν μπορώ να κατανοήσω πώς γίνεται να με κατηγορούν ότι προσέβαλα το ισλάμ», είπε.
Αναλυτές εκτιμούν ότι η υπόθεση αυτή είναι τόσο θρησκευτική, όσο και πολιτική, καθώς οι εκλογές του Φεβρουαρίου για την θέση του κυβερνήτη της Τζακάρτας, της οικονομικής και πολιτικής πρωτεύουσας της Ινδονησίας, θεωρούνται εφαλτήριο για τις προεδρικές εκλογές του 2019.
Ο πρόεδρος της Ινδονησίας Τζόκο Βιντόντο, που ήταν προκάτοχος του Αχόκ και εκλέχθηκε στην προεδρία το 2014, έχει αφήσει να εννοηθεί ότι κάποιοι εκμεταλλεύτηκαν τη διαδήλωση της 4ης Νοεμβρίου, που κατάληξε σε βίαιες συγκρούσεις με την αστυνομία, ενόψει των εκλογών για την ανάδειξη του νέου κυβερνήτη της πρωτεύουσας, και ότι «πολιτικοί αξιωματούχοι» βρίσκονταν πίσω από τα γεγονότα.
Ο Αχόκ ήταν μέχρι τώρα πολύ δημοφιλής και θεωρούνταν αποτελεσματικός στη διαχείριση μιας πόλης 10 εκατομμυρίων κατοίκων, με έντονο κυκλοφοριακό πρόβλημα, όπου οι μεταρρυθμίσεις συχνά καθυστερούν λόγω της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς.
Σκοπεύει να είναι και πάλι υποψήφιος για τη θέση στις εκλογές που θα διεξαχθούν τον Φεβρουάριο, αν και μετά την υπόθεση αυτή είδε τη δημοτικότητά του να πέφτει και πλέον βρίσκεται στη δεύτερη θέση στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, πίσω από τον Άγκους Χαριμούρτι Γιουντχογιόνο, τον μεγαλύτερο γιο του πρώην προέδρου που είναι μουσουλμάνος.