Μετά τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, το Podemos διεκδικεί την εξουσία στην Ισπανία. Η παρουσία του είναι δυναμική, ωστόσο μπορεί να απογοητεύσει μετεκλογικά εκτιμά η Γκέμα Κασαντεβάλ από την ισπανική Deutsche Welle.
Στην πραγματικότητα η Ευρώπη θα έπρεπε να χαίρεται για το γεγονός ότι νέοι κομματικοί σχηματισμοί εμφανίζονται στο πολιτικό σκηνικό, σε μια εποχή όπου η συμμετοχή των ψηφοφόρων στις εκλογές ακολουθεί φθίνουσα πορεία. Κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ ή το Podemos δεν έχουν στο τιμόνι τους απερίσκεπτους αρνητές του «συστήματος», αλλά καλά προετοιμασμένες, ηγετικές φυσιογνωμίες που εκπροσωπούν τη νέα γενιά.
Στην Ελλάδα ο Αλέξης Τσίπρας, ένας νέος πολιτικός μηχανικός με χαρισματικό χαμόγελο. Στην Ισπανία ο νέος ανερχόμενος πανεπιστημιακός Πάμπλο Ιγκλέσιας. Τόσο ο Τσίπρας όσο και ο Ιγκλέσιας εκπροσωπούν το νέο πρόσωπο της ευρωπαϊκής αριστεράς, μιας αριστεράς που ξέρει να κερδίζει ψήφους από τους κόλπους των απογοητευμένων πολιτών.
Παράλληλα και οι δύο παίρνουν σαφείς αποστάσεις από το απαρχαιωμένο κατεστημένο των παραδοσιακών, κυρίαρχων κομμάτων. Η συμμαχία, βέβαια, του Τσίπρα με το συντηρητικό, εθνικιστικό κόμμα των «Ανεξάρτητων Ελλήνων» πρέπει να ιδωθεί ως μία προσπάθεια συγκρότησης κυβέρνησης συνεργασίας, ικανής να αντιτείνει τη φωνή της απέναντι στις απαιτήσεις του Βερολίνου και των Βρυξελλών. Η νέα ελληνική κυβέρνηση αρνείται να αναγνωρίσει την τρόικα των δανειστών –τους εκπροσώπους της ΕΚΤ, της Κομισιόν και του ΔΝΤ- ως συνομιλητή.
Η «χαμένη γενιά» εξεγείρεται
Ο Πάμπλο Ιγκλέσιας, όπως και ο Αλέξης Τσίπρας, προκαλεί με τον πολιτικό του λόγο, όπως έδειξε άλλωστε και σε πρόσφατη συνέντευξή του στο ισπανικό τηλεοπτικό δίκτυο Hispan TV. Οι αντίπαλοι του, του προσάπτουν ότι στόχος του είναι η εγκαθίδρυση στην Ισπανία ενός πολιτικού μοντέλου στα πρότυπα της Βενεζουέλας του Τσάβες. Ωστόσο οι οπαδοί του Podemos δεν δείχνουν να πτοούνται από όλα αυτά.
Η απόδειξη ήρθε το Σάββατο, όταν πάνω από 100.000 οπαδοί του Podemos κατέκλυσαν την πλατεία Πουέρτα ντελ Σολ, η οποία έχει συνδέσει το όνομά της στην πρόσφατη ιστορία με το κίνημα των «Αγανακτισμένων» που έκανε την εμφάνισή του το 2011. Σε μεγάλο βαθμό το κίνημα των «Αγανακτισμένων» απαρτιζόταν από νέους Ισπανούς, ως επί το πλείστον πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και ανέργους. Με άλλα λόγια από τη λεγόμενη «χαμένη γενιά». Σε αυτή τη γενιά προσβλέπει και το Podemos. Kάθε προσπάθεια υποβάθμισης της σημασίας του κινήματος Podemos από τα «συστημικά» ισπανικά ΜΜΕ αποβαίνει άκαρπη, διότι οι νέοι στην Ισπανία έχουν ούτως ή άλλως χάσει την εμπιστοσύνη τους σε αυτά, όπως και γενικότερα στο παλιό κομματικό σύστημα της χώρας. Ένα πολιτικό σύστημα, τα θεμέλια του οποίου έχουν κλονιστεί σε όλα τα επίπεδα από ποικίλα σκάνδαλα διαφθοράς.
«Η Ισπανία δεν είναι Ελλάδα»
Πρέπει επομένως η Ευρώπη να «φοβάται» από το νέο αυτό αριστερό κύμα; Υπό άλλες συνθήκες κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ριζοσπαστικές τους προτάσεις θα αποτύγχαναν. Η κρίση όμως των τελευταίων χρόνων και οι καταστροφικές συνέπειες της λιτότητας ενίσχυσαν τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Σαμαράς, όπως και ο Ραχόι, ενσαρκώνουν στα μάτια πολλών πολιτών την υποταγή στους όρους της τρόικας. Ωστόσο μετά τη μεγάλη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, εκπρόσωποι των μεγάλων ισπανικών κομμάτων επαναλαμβάνουν συνεχώς ότι «Η Ισπανία δεν είναι Ελλάδα». Για τους ισπανούς πολιτικούς των δύο κυριάρχων κομμάτων η απειλή έχει ένα όνομα: Podemos. Βέβαια, στην πραγματικότητα, πρέπει να σημειωθεί ότι η περίπτωση της Ισπανίας δεν ταυτίζεται απόλυτα με αυτήν της Ελλάδας. Ναι μεν και στην Ισπανία η ανάκαμψη της οικονομίας δεν έχει έλθει, εντούτοις η χώρα δεν βρίσκεται υπό τον ζυγό ενός τόσο υπέρογκου χρέους, όπως αυτού της Ελλάδας.
Σε κάθε περίπτωση η χθεσινή συγκέντρωση οπαδών του Podemos στη Μαδρίτη ήταν μια ηχηρή επίδειξη δύναμης. Ωστόσο μέχρι τις βουλευτικές εκλογές στα τέλη του 2015 το Podemos έχει να αναμετρηθεί με πολλές προκλήσεις, με αφορμή διάφορες τοπικές εκλογικές αναμετρήσεις.
Στο μεταξύ, μέσα στην ίδια περίοδο, μια σκληρή αντιπαράθεση του ΣΥΡΙΖΑ με τους ευρωπαίους εταίρους μπορεί να τραβήξει την κατάσταση στα άκρα. Τότε ίσως ακόμη και ο Πάμπλο Ιγκλέσιας να αλλάξει ρητορική και να είναι εν τέλει αυτός που θα αναγκαστεί να πει: «Η Ισπανία δεν είναι Ελλάδα».