ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Η Αθήνα βρίσκεται μπροστά σε ένα νέο, φιλόδοξο εξοπλιστικό πρόγραμμα, σηματοδοτώντας τη μετάβαση σε μια νέα εποχή για το Πολεμικό Ναυτικό. Μετά την απόκτηση των γαλλικών φρεγατών τύπου Belh@rra, η ελληνική κυβέρνηση στρέφεται στην αγορά τεσσάρων (4) σύγχρονων υποβρυχίων, κίνηση που αποτελεί απάντηση στις ραγδαίες γεωπολιτικές ανακατατάξεις και στην αυξανόμενη εξοπλιστική κινητικότητα στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Γεωπολιτικό υπόβαθρο και στρατηγική αναγκαιότητα
Η απόφαση για την αναβάθμιση του υποβρυχιακού στόλου εντάσσεται στην ευρύτερη στρατηγική ενίσχυσης της αποτρεπτικής ισχύος της Ελλάδας.
Η νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται στην περιοχή, η «εύθραυστη» κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, η ενεργός παρουσία των ΗΠΑ, και η κούρσα εξοπλισμών της Τουρκίας, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη διασφάλισης επιχειρησιακής υπεροχής στο θαλάσσιο πεδίο.
Η χώρα μας, αξιοποιώντας και τα νέα δεδομένα που δημιούργησε η συμφωνία ειρήνης Ισραήλ-Χαμάς για τους περιφερειακούς παίκτες, επιδιώκει να διατηρήσει και να ενισχύσει την κυρίαρχη παρουσία της.
Η επιτυχία στην εξασφάλιση πλεονεκτήματος έναντι άλλων κρατών κατά τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις για την προμήθεια ναυτικών μονάδων (όπως οι φρεγάτες Bergamini), ενισχύει τη διαπραγματευτική θέση της Αθήνας και στο ζήτημα των υποβρυχίων.
Η κούρσα για τα νέα υποβρύχια και η ευρωπαϊκή διάσταση
Το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού (ΓΕΝ) βρίσκεται ήδη σε προχωρημένο στάδιο προετοιμασίας, δεχόμενο προτάσεις από μεγάλες ναυπηγικές εταιρείες από τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, τη Σουηδία, αλλά και τη Νότια Κορέα.
Ο ανταγωνισμός επικεντρώνεται όχι μόνο στην κατασκευή των τεσσάρων υποβρυχίων αλλά και στη συμμετοχή σε συστήματα μη επανδρωμένων μέσων.
Κρίσιμος παράγοντας στην εξοπλιστική αυτή προσπάθεια είναι η σύνδεση με τα ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης, όπως το SAFE, τα οποία στηρίζουν τη συγκρότηση κοινής αμυντικής βιομηχανίας.
Η Αθήνα επιδιώκει να αξιοποιήσει αυτό το νέο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο παρέχει πρόσβαση σε ευρωπαϊκούς πόρους μέσω της συμμετοχής σε διακρατικά εξοπλιστικά προγράμματα.
Στόχος η εθνική συμμετοχή και η τεχνογνωσία
Το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, υπό τον Νίκο Δένδια, έχει θέσει ως βασική προτεραιότητα την ανάπτυξη ελληνικής υποδομής και τη μεταφορά τεχνογνωσίας.
Ο στόχος είναι το 25% του συνολικού εξοπλιστικού προγράμματος να προέρχεται από εθνική συμμετοχή, μέσω συνεργασιών με τα ελληνικά ναυπηγεία.
Η δημιουργία κατασκευαστικής ή, τουλάχιστον, σημαντικής μονάδας συντήρησης υποβρυχίων σε ελληνικό έδαφος θεωρείται κίνητρο για την εγχώρια πολεμική βιομηχανία και τη συμμετοχή της στις ευρωπαϊκές συνέργειες.
Μακροπρόθεσμος σχεδιασμός και φιλοδοξία
Παρότι οι τεχνικές προδιαγραφές παραμένουν άγνωστες, είναι σαφές ότι ο πήχης για την τεχνολογία και τις επιχειρησιακές δυνατότητες των νέων υποβρυχίων είναι εξαιρετικά υψηλός, λαμβάνοντας υπόψη τους σύγχρονους κινδύνους στη Μεσόγειο.
Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας έχει καταστήσει σαφές ότι πρόκειται για ένα σχέδιο με ορίζοντα την επόμενη δεκαετία, με την απόκτηση των μονάδων να αναμένεται μετά το 2030, δεδομένου του χρόνου που απαιτείται για την παραγωγή τους.
Η φιλοδοξία που εκφράστηκε από τον ίδιο για έναν «Στόλο νέας εποχής» που θα είναι «δέκα φορές πιο ισχυρός από οτιδήποτε έχει γνωρίσει ο Ελληνισμός μέχρι σήμερα» υπογραμμίζει το βάθος της στρατηγικής αναβάθμισης.
Η ανάγκη ανανέωσης του υφιστάμενου στόλου
Η ανάγκη για ανανέωση καθίσταται κρίσιμη, καθώς ο υφιστάμενος στόλος αποτελείται από εννέα υποβρύχια, εκ των οποίων ορισμένα (όπως το S-118 «Ωκεανός») έχουν ενταχθεί στη δύναμη του Πολεμικού Ναυτικού από τα τέλη της δεκαετίας του ’70.
Η αντικατάσταση των παλαιότερων μονάδων είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της επιχειρησιακής υπεροχής σε θάλασσες με αυξημένη γεωπολιτική σημασία.
Η επιλογή του κατασκευαστή και το μοντέλο συνεργασίας που θα ακολουθήσει η Ελλάδα θα καθορίσουν όχι μόνο την ισχύ του Πολεμικού Ναυτικού, αλλά και τη θέση της χώρας στο νέο ευρωπαϊκό αμυντικό οικοσύστημα των επόμενων δεκαετιών.






