Οι διαπραγματεύσεις για ΑΟΖ με την Αίγυπτο «σαφώς πρέπει να εντατικοποιηθούν με σκοπό την συμφωνία», τονίζει ο Αλέξης Τσίπρας στο β’ μέρος της συνέντευξής του στο «iEidiseis», το οποίο στο σύνολο του δημοσιεύεται την Παρασκευή.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει ότι «το παράνομο σύμφωνο Τουρκίας-Σαράτζ πρέπει να «σπάσει».
«Και υπάρχουν δυο τρόποι για να σπάσει.
»Είτε με συμφωνία με την Αίγυπτο για ΑΟΖ, είτε μονομερώς με επέκταση των χωρικών μας υδάτων».
«Θα προτιμούσαμε τη συμβολή ενός τρίτου γείτονα, της Αιγύπτου», προσθέτει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και υπογραμμίζει ότι «ωστόσο αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να αποδεχθούμε μια οποιαδήποτε συμφωνία».
Τονίζει χαρακτηριστικά ότι «μια κακή συμφωνία με την Αίγυπτο θα μπορούσε να δώσει ανέλπιστα όπλα στη Τουρκία σε ό,τι αφορά τις διεκδικήσεις της απέναντι σε κυριαρχικά μας δικαιώματα, έτσι όπως ορίζονται από το Διεθνές Δίκαιο».
«Συνεπώς», υποστηρίζει, «θα ήταν αυτοκαταστροφικό να αποδεχθούμε περιορισμένη επήρεια της Κρήτης που είναι το μεγαλύτερο νησί της Ελλάδας».
Σημειώνει επιπλέον ότι «ασφαλώς δεν μπορούμε να δεχθούμε την αυθαίρετη θέση που κατέθεσε στον ΟΗΕ η Τουρκία, ότι από τον 28ο και πέρα δεν μπορεί να υπάρξει οριοθέτηση.
»Πρέπει να υπάρξει οριοθέτηση με την Αίγυπτο λαμβάνοντας υπόψιν όλη τη Ρόδο και όχι τη μισή».
Ερωτηθείς για τις εξελίξεις στα ελληνουτουρκικά, ο πρώην πρωθυπουργός εκτιμά ότι «βρισκόμαστε σε μια νέα φάση του τουρκικού αναθεωρητισμού» και γι’ αυτό έχει εγκαίρως υπογραμμίσει την ανάγκη να αναλάβει η ΕΕ τις ευθύνες της, να αξιοποιηθεί η γερμανική Προεδρία και να τεθεί σε νέες βάσεις ο ευρωτουρκικός διάλογος με την απειλή ισχυρών κυρώσεων.
Τονίζει ότι η νέα φάση απαιτεί «από τη μία να είμαστε ακόμα πιο αποφασιστικοί στην προάσπιση της κυριαρχίας μας και στην πίεση προς την Τουρκία να τερματίσει τις απειλές και από την άλλη να είμαστε ακόμα πιο ενεργητικοί στην αξιοποίηση διαύλων και τη δημιουργία προϋποθέσεων για προώθηση ουσιαστικού διαλόγου».
Ωστόσο, σχολιάζει πως «οι εσωτερικές αντιθέσεις της ΝΔ και η «διπλωματία του πιστού και προβλέψιμου συμμάχου» έχει κοστίσει πολύ και στα δύο αυτά μέτωπα και ότι είναι αναγκαία η διαμόρφωση εθνικής γραμμής και «να επανέλθει η χώρα στην ενεργητική, πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική».
Ο κ. Τσίπρας υπογραμμίζει ότι «δεν μπορεί να υπάρξει καμία συζήτηση για διάλογο-πακέτο όπως ζητάει η Τουρκία εδώ και δεκαετίες» και σημειώνει ότι δεν τίθεται ζήτημα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάννης, δεν υπάρχουν «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο, δεν μπορεί να υπάρξει διασύνδεση ελληνοτουρκικών-Κυπριακού.
«Στηρίζουμε», δηλώνει, «την επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ, χωρίς απειλές και χωρίς άλλες ατζέντες».
Επίσης, την επανεκκίνηση του διαλόγου για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, την επανεκκίνηση -το συντομότερο δυνατόν- των συνομιλιών για δίκαιη και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ και του πλαισίου Γκουτέρες.
Ακόμη, έναν σοβαρό ευρωτουρκικό διάλογο για την εφαρμογή και αναθεώρηση της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό.
Όμως, σημειώνει, «πρέπει να γνωρίζει η Τουρκία τις απαντήσεις που θα υπάρξουν σε αμυντικό και διπλωματικό επίπεδο από την Ελλάδα αν και όταν επανέλθει στο δρόμο των παράνομων Navtex».
Τονίζει δε πως «το μήνυμα ότι θα επαναλάβουμε τις ενέργειες που ακολουθήσαμε τον Οκτώβριο 2018 για αποτροπή πλοίου που θα παραβιάσει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, πρέπει να είναι σαφές».
Ο κ. Τσίπρας αναφέρει ότι ανεξάρτητα από το τι κάνει η Τουρκία, πρέπει να δούμε τη δική μας στρατηγική.
«Εμείς πήγαμε ένα βήμα παρακάτω με τον Eastmed», λέει και σχολιάζει πως «μετά τις αρχικές τυμπανοκρουσίες και τις υπογραφές, χωρίς όμως να έχει εξασφαλιστεί η συμμετοχή της Ιταλίας, δεν υπάρχει καμία κινητικότητα».
«Καλή η επικοινωνιακή πολιτική αλλά στην εξωτερική πολιτική δεν αποδίδει», σχολιάζει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και εκφράζει την ελπίδα «να μην υποστούμε και εδώ στρατηγική ήττα».
Αναφέρει ότι αναμένει άμεσα να κυρωθεί στη Βουλή η Συμφωνία Ελλάδας-Ιταλίας για ΑΟΖ «και αμέσως μετά η κυβέρνηση οφείλει να φέρει στη Βουλή σχέδιο επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στο Ιόνιο με την προοπτική επέκτασης και νοτίως και ανατολικά της Κρήτης ανάλογα με τις εξελίξεις».