Με ισλαμικές αξιώσεις ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ζήτησε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη δύο οθωμανικά μνημεία, δηλαδή δύο κατοχικά τζαμιά της περιόδου της σκλαβιάς, ένα στην Αθήνα και ένα στη Θεσσαλονίκη, να επαναλειτουργήσουν. Οι κυβερνητικές πηγές δεν λένε ποια οθωμανικά τζαμιά είναι αυτά.
Το ένα στην Αθήνα, υποψιαζόμαστε, ότι πρέπει να είναι εκείνο που βρίσκεται μέσα στη Ρωμαϊκή Αγορά στην Πλάκα. Πρόκειται για το Φετιχιέ Τζαμί, δηλαδή το «Τζαμί του Πορθητή», για να θυμόμαστε πάντα ποιος μας άλωσε. Αυτό έχει αναστηλωθεί και λειτουργεί ως πολιτιστικός χώρος.
Ο Ερντογάν, για να είμαστε δίκαιοι, είχε αναφερθεί και στο παρελθόν σε αυτό. Το είχε ζητήσει και από τον Αλέξη Τσίπρα.
Ο Αλέξης Τσίπρας τότε δεν είχε «μασήσει».
Βεβαίως, όπως είχαμε γράψει και τότε, εάν θέλει ο Ερντογάν να λειτουργήσει το «Τζαμί του Πορθητή» στην Αθήνα, στη σκιά της Ακρόπολης, μέσα στον αρχαιολογικό χώρο, πρέπει να «δώσει» την Αγία Σοφία.
Έτσι πάει αυτή η «ανταλλαγή». Αλλιώς, όσο η Αγία Σοφία παραμένει μουσείο το ίδιο θα ισχύει και για το Φετιχιέ Τζαμί.
Ποιο τζαμί ζήτησε στη Θεσσαλονίκη δεν έχουμε μάθει ακόμα. Λέτε να θέλει τη Ροτόντα;
Τα τζαμιά αυτά δεν έχουν σχέση με το νέο τζαμί που χτίζει η ελληνική κυβέρνηση στον Βοτανικό για τους μουσουλμάνους μετανάστες της πόλης.
Σε «πλαίσιο ειλικρίνειας»
«Το κλίμα ήταν πιο θετικό από αυτό που περιμέναμε», δήλωναν έγκυρες πηγές μετά τη συνάντηση με τον κ. Ερντογάν.
«Συζητήθηκαν όλα τα μεγάλα θέματα με ένα πλαίσιο ειλικρίνειας» και στο πνεύμα ότι η στενότερη συνεργασία των δύο πλευρών συμβάλει στο να «αίρονται προκαταλήψεις ή προβλήματα», έλεγαν οι ίδιες πηγές.
Αρμόδιος κυβερνητικός αξιωματούχος δήλωνε, ωστόσο. ότι η ελληνική κυβέρνηση θα περιμένει το αμέσως προσεχές διάστημα «απτά αποτελέσματα» σε δύο κρίσιμους τομείς των σχέσεων που είναι:
Πρώτον, η στάση της Τουρκίας απέναντι στην Κυπριακή Δημοκρατία, με την παραβατική συμπεριφορά των γειτόνων στην ΑΟΖ της Κύπρου και τις επισκέψεις στην περίκλειστη Αμμόχωστο.
Και, δεύτερον, με την πρόοδο που πρέπει να σημειωθεί στο Μεταναστευτικό και τον περιορισμό των αυξημένων ροών που παρατηρείται τους τελευταίους μήνες.
Η ελληνική πλευρά ανέφερε ξεκάθαρα ότι είναι στο χέρι της Τουρκίας να γίνει πιο αυστηρή επιτήρηση των ροών αυτών στην τουρκική ενδοχώρα, στις ακτές της γείτονος, αλλά και στην θάλασσα.
Ταυτόχρονα η Ελλάδα δεσμεύτηκε να κάνει ό,τι μπορεί για τον έλεγχο των δικών της συνόρων, αναπτύσσοντας περισσότερα σκάφη του πολεμικού ναυτικού και του Λιμενικού στην περιοχή και αυξάνοντας τις επιστροφές με βάση τη συμφωνία Τουρκίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επίσης υπογραμμίστηκε η βούληση της Αθήνας να συνδράμει στο να διατεθούν περισσότερα κονδύλια στην Άγκυρα για την περίθαλψη των μεταναστών.
Χρονικό όριο για να φανούν οι προθέσεις της κυβέρνησης Ερντογάν είναι η ενεργοποίηση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας, που έχει σταματήσει από το 2016 και συμφωνήθηκε να συγκληθεί λίαν προσεχώς στη Θεσσαλονίκη.
Οι υπουργοί Εξωτερικών Ν. Δένδιας και Μ. Τσαβούσογλου εξουσιοδοτήθηκαν να κάνουν την απαραίτητη προετοιμασία.
Εκτός από το Κυπριακό και το Μεταναστευτικό, στη συνάντηση τέθηκαν και άλλα ζητήματα, όπως οι εμπορικές και οικονομικές σχέσεις των δυο χωρών.
«Οι Τούρκοι είναι περισσότερο πεπεισμένοι από εμάς για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και επιδιώκουν για να δώσουν ώθηση και στη δική τους οικονομία», σχολίαζε Έλληνας αξιωματούχος που συμμετείχε στις συνομιλίες.
Τέθηκε, μάλιστα, ως στόχος να επιτευχθεί υπερδιπλασιασμός των εμπορικών σχέσεων των δύο χωρών μέσα στα επόμενα ένα με δύο χρόνια.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός έθεσε το θέμα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, που εξετάζεται θετικά από την τουρκική πλευρά.
Η τουρκική πλευρά έθεσε τα γνωστά ζητήματα αναφορικά με τη μουσουλμανική μειονότητα στη Δυτική Θράκη και αναφέρθηκε στα δύο μνημεία οθωμανικής πολιτιστικής κληρονομιάς (στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη) που η Άγκυρα θέλει να λειτουργήσουν ως τεμένη.
«Κρατήστε το θετικό κλίμα, ότι έγινε ειλικρινής διάλογος για το που συμφωνούμε και που διαφωνούμε και θα δούμε πώς θα προχωρήσουμε», είναι η φράση με την οποία κυβερνητικός αξιωματούχος συνόψιζε τα της συνάντησης.
«Εάν έχουμε κάτι χειροπιαστό θα μπορούμε να πούμε ότι κάτι αναπτύσσεται», συμπλήρωνε.