Ο Ηλίας Λιβάνης με ένα ηχηρό και συνάμα συγκινητικό επικήδειο λόγο αποχαιρέτησε τον πατέρα του, Αντώνη Λιβάνη, στην εξόδιο ακολουθία στην Ιερά Μητρόπολη Αθηνών.
Ακολουθεί ο λόγος του Ηλία Λιβάνη:
«Αποχαιρετούμε σήμερα τον Αντώνη Λιβάνη.
Μια ξεχωριστή πολιτική προσωπικότητα της Ελλάδας.
Μια προσωπικότητα που σφράγισε με τη δράση του τη νεότερη πολιτική ιστορία.
Αποχαιρετούμε τον πατέρα μου.
Τον πατέρα μου, η Ιστορία τον επέλεξε από νωρίς και του ανέθεσε έναν ρόλο δύσκολο, αλλά και μοναδικό.
Την Αλλαγή.
Και εκείνος το κατάλαβε γρήγορα και τράβηξε αμέσως τον κλήρο της Ιστορίας.
Η ζωή του Αντώνη Λιβάνη δεν υπήρξε ούτε ευθύγραμμη, ούτε άνετη.
Πριν τον γνωρίσει και τον αναγνωρίσει ως πολιτικό ο ελληνικός λαός, τον γνώρισαν οι φυλακές και οι εξορίες.
Θυμάμαι τα παιδικά μου μάτια καρφωμένα στο πρόσωπό του, τις λίγες εκείνες στιγμές των επισκεπτηρίων στις φυλακές.
Για πολλά χρόνια ο πατέρας μου ήταν αυτή η εικόνα.
Για ακόμη περισσότερα ήταν η απουσία, το κυνηγητό, οι διώξεις, η αγωνία για τον ίδιο και τη ζωή του.
Όμως την πληγή της απουσίας του γιάτρευε μέσα μας η ακλόνητη πίστη στο σκοπό του.
Που δεν ήταν άλλος από μια Ελλάδα της δημοκρατίας, της ελευθερίας, της προόδου, της αξιοπρέπειας.
Τίποτε, όμως, κεκτημένο δεν ήταν μέχρι τότε.
Αντίθετα, η λαϊκή κυριαρχία, η ανεξαρτησία, η κοινωνική απελευθέρωση, η οικονομική πρόοδος δεν ήταν απλά τα συνθήματά του.
Ήταν κάθε ώρα της ζωής του Αντώνη Λιβάνη σε διαρκή διεκδίκηση και διαπραγμάτευση.
Ο πατέρας μου ζούσε μια πάλη για το καλύτερο, κάθε φορά, του λαού και της πατρίδας και κάθε φορά έβαζε τον πήχη του ακόμη ψηλότερα.
Η ελευθερία, άλλωστε, παράγεται από το ρήμα έρχομαι.
Και ο πατέρας μου δεν σταμάτησε ούτε λεπτό, για να έρθει η ελευθερία σε όλα τα επίπεδα.
Ελευθερία που έφερε την Ελλάδα σε καθεστώς ισοτιμίας με το δυτικό κόσμο.
Αυτή η μοναδική και ανιδιοτελής του προσήλωση τον καθιέρωσε στη συνείδηση του ελληνικού λαού.
Όλοι, σύντροφοι και πολιτικοί του αντίπαλοι, του αναγνώριζαν τον ασκητικό τρόπο της πολιτικής του δράσης.
Ο Αντώνης Λιβάνης ζούσε για την Αλλαγή κάθε στιγμή, ήταν ο ίδιος με τη στάση ζωής του ο φορέας της.
Κι όταν η αλλαγή ήρθε, όταν με το υπόλοιπο μισό του, τον Ανδρέα Παπανδρέου πέτυχαν τον αστικό και ταυτόχρονα ριζοσπαστικό μετασχηματισμό της χώρας με μοχλό εθνικής αναγέννησης το ΠΑΣΟΚ, όταν αποκατέστησαν πληγές και μνήμες, δεν σταμάτησε και πάλι.
Αλλά ζώντας περισσότερο ως φιλόσοφος και λιγότερο ως πολιτικός, εργάστηκε για την εμπέδωση της αλλαγής και πολιτισμικά, μέσα από τον εκδοτικό οίκο.
Έφερε την Αλλαγή και έχτισε την κουλτούρα της μέσα από τα βιβλία, ως εγγυήσεις για την πορεία της χώρας μόνο προς τα μπρος.
Για μια Ελλάδα ισχυρή, σύγχρονη και διεκδητική που θα είχε υγιή θεμέλια.
Θεμέλια που θα την απομάκρυναν οριστικά και αμετάκλητα από το σκοτεινό παρελθόν της.
Ο πατέρας μου θεμελίωσε την Αλλαγή στην πράξη.
Και η Ελλάδα το ήξερε.
Και ο ίδιος δεν ένιωσε ουδέποτε την ανάγκη να το διαφημίσει.
Κανείς δεν θα μάθει ποτέ πόσες φορές διέσωσε τη χώρα από πάσης φύσεως κινδύνους.
Γιατί δρούσε αθόρυβα και αποτελεσματικά.
Όχι παρασκηνιακά και υστερόβουλα, αλλά για χάρη αποκλειστικά του κοινωνικού συνόλου, της πατρίδας και της δημοκρατίας.
Όσοι δρουν, μιλούν λίγο.
Η σιωπή του πατέρα μου ήταν πάντα πιο ηχηρή από κάθε του λέξη.
Γιατί κάθε λέξη του ήταν μια βαθιά κρίση και σκέψη.
Η σκέψη του πατέρα μου υπήρξε πάντα η κοινωνία.
Αφοσιώθηκε σε αυτήν με απόλυτο πάθος.
Η συνθήκη της ζωής του υπήρξε πάντα επαναστατική, παρά το ευγενικό του παρουσιαστικό και τους γλυκείς του τρόπους.
Μια φλογερή ψυχή που ζούσε όμως με γαλήνη και ταπεινότητα.
Χωρίς έπαρση, επίδειξη και επιβολή.
Ο πατέρας μου δρούσε ως μεταμορφωτική δύναμη.
Κατακτούσε τους ανθρώπους και τις ψυχές τους με όπλο την αγάπη, την αλληλεγγύη, το παράδειγμά του.
Δεν διεκδίκησε για τον εαυτό του.
Διεκδίκησε για το μέλλον.
Για τις επόμενες γενιές.
Διεκδίκησε να χτίσει ένα αύριο φωτεινό για όλους και μας το άφησε ως παρακαταθήκη.
Γιατί ήξερε ότι το μέλλον διαρκεί πολύ και έδωσε όλες του τις δυνάμεις για ένα μέλλον καλύτερο για όλους.
Αντίο, πατέρα μου».