Η κυβέρνηση στη Βόρεια Μακεδονία διατηρεί τη «γραμμή» μη αναγνώρισης «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα, παρά τις πιέσεις της αντιπολίτευσης.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Μίλε Μποσνιάκοφσκι, απαντώντας στο προβοκατόρικο ερώτημα «ποια γλώσσα ομιλούν οι συγγενείς των Μακεδόνων στη Μακεδονία του Αιγαίου;», είπε:
«Υπάρχει μια συγκεκριμένη κατηγορία πληθυσμού στη Δημοκρατία της Ελλάδας που δεν μιλάει ελληνικά και μιλά μια άλλη γλώσσα.
»Αλλά δεν είμαστε αυτοί που θα καθορίσουμε σε ποια γλώσσα μιλούν.
»Θα ήταν παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις μια άλλης χώρας», δήλωσε ο Μποσνιάκοφσκι, όπως αναμεταδίδει το Βαλκανικό Περισκόπιο.
Για το ίδιο θέμα δέχεται σφοδρές επιθέσεις και ο υπουργός Εξωτερικών της Βόρειας Μακεδονίας.
Διαβάστε σχετικά: Στη Βόρεια Μακεδονία «δέρνουν» τον Ντιμιτρόφ επειδή «αρνήθηκε τη μακεδονική γλώσσα»
Οι αντιδράσεις στη Βόρεια Μακεδονία ξέσπασαν εξαιτίας της δήλωσης του Νίκολα Ντιμιτρόφ για τη «μακεδονική γλώσσα».
Μετά την υπογραφή με τη Σία Αναγνωστοπούλου της συμφωνίας για την διάνοιξη νέας συνοριακής διόδου μεταξύ Ελλάδας – Βόρειας Μακεδονίας στην περιοχή των Πρεσπών (Λαιμός-Μάρκοβα Νόγκα), στις 8 Μαρτίου στα Σκόπια, ο Νίκολα Ντιμιτρόφ δήλωσε:
«Η μακεδονική γλώσσα, και είναι σημαντικό για μας, που ομιλείται από τους πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας και την διασπορά μας και, όπως έχει συμφωνηθεί με το άρθρο 7 της Συμφωνίας των Πρεσπών, δεν έχει καμία σχέση με τους Έλληνες Μακεδόνες».
Η σκοπιανή εφημερίδα «SLOBODEN PECHAT» σημειώνει, ότι η φράση αυτή προκάλεσε σύγχυση στην κοινή γνώμη της Βόρειας Μακεδονίας.
Επειδή ο Ντιμιτρόφ «δεν διευκρίνισε αν αναφερόταν στους Αιγαιάτες Μακεδόνες στην Βόρεια Ελλάδα ή στους Έλληνες το γένος που αποκαλούνται Μακεδόνες».
Ως «Αιγαιάτες Μακεδόνες» αποκαλούν οι Σκοπιανοί την υποτιθέμενη «μακεδονική μειονότητα» στην Ελλάδα.
«Μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης», συνεχίζει η «SLOBODEN PECHAT», «αισθάνθηκε έκπληξη από την δήλωση Ντιμιτρόφ και αντέδρασε έντονα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ερμηνεύοντάς την ως άρνηση της μητρικής μακεδονικής γλώσσας των εθνοτικής καταγωγής Μακεδόνων στη Βόρεια Ελλάδα».
Εδώ η σκοπιανή εφημερίδα προπαγανδίζει ανοιχτά την ύπαρξη κάποιας μειονότητάς τους στη χώρα μας. Και συνεχίζει:
«Αφού όμως υπερτονίζει τη γλωσσική διαφορά μεταξύ των πολιτών της Βόρειας Μακεδονίας και των Ελλήνων Μακεδόνων, αρνείται ευθέως την ύπαρξη της μακεδονικής γλώσσας».
Ο Νίκολα Ντιμιτρόφ δεν αρνήθηκε ότι αυτό το βουλγάρικο ιδίωμα που μιλάνε αποκαλείται «μακεδονική γλώσσα».
Αρνήθηκε την ύπαρξη «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα.
Και σοφά το κάνει, διότι η επιμονή ορισμένων στα Σκόπια σε «μειονότητες» μπορεί ένα πρωί να τους ξημερώσει με 100.000 ή περισσότερους συμπολίτες τους να δηλώνουν Έλληνες.
Προφανώς και αυτοί οι ανόητοι μωροεθνικιστές αδυνατούν να αντιληφθούν, ή μάλλον το αγνοούν, ότι ο ισχυρός είναι εκείνος που επιβάλλει ταυτότητα.
Εάν συνεχίζουν να επιμένουν σε κάποια μειονότητά τους στην Ελλάδα, ποιος μπορεί άραγε να κατηγορήσει την Ελλάδα εάν αύριο μοιράσει -έτσι για αρχή- 30.000 ταυτότητες ομογενών στο Μοναστήρι;
Ο Νίκολα Ντιμιτρόφ, έμπειρος διπλωμάτης, επιθυμεί να κλείνει ζητήματα. Όχι να ανοίγει.
Ιδίως ζητήματα που μπορεί να γυρίσουν μπούμερανγκ στο εύθραυστο πολυεθνικό μικρό του κράτος.
Βεβαίως, τόσο στη Βόρεια Μακεδονία, όσο και στην Ελλάδα, οι μωροεθνικιστές δεν υπολογίζουν ποτέ τις συνέπειες των πράξεών τους.
Για αυτό και σε κάθε χώρα -παγκοσμίως- για τα μεγαλύτερα δεινά της ευθύνεται ο μωροεθνικισμός και η πατριδοκαπηλία.