Την επίσκεψη στην Τουρκία του Έλληνα πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα και τη συνάντησή του με τον Τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σχολίασε μέσω ραδιοφωνικών του δηλώσεων ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Παναγιώτης Τσάκωνας.
Ο συμβολικός χαρακτήρας της επίσκεψης του Έλληνα πρωθυπουργού στην Τουρκία έχει την αξία του σε μία περίοδο που η σχέση είναι αρκετά βεβαρημένη και υπήρξε ανάγκη -σε κάθε περίπτωση από την ελληνική πλευρά- να χαμηλώσουν οι τόνοι, να πετύχει ένα επίπεδο, μια χαμηλή «θερμοκρασία» στο Αιγαίο, εκτίμησε μέσω του ραδιοφωνικού σταθμού του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων.
Σχολιάζοντας την κίνηση του κ. Ερντογάν να επικηρύξει -λίγο πριν από τη συνάντησή του με τον κ. Τσίπρα- τους οκτώ στρατιωτικούς που έχουν λάβει πολιτικό άσυλο στην Ελλάδα, ο κ. Τσάκωνας παρατήρησε ότι «ουσιαστικά υπάρχει μια προτροπή για διάπραξη αδικημάτων και εντός ελληνικού εδάφους», ενώ «ο κ. Ερντογάν, πέρα από απρόβλεπτος, ειδικά με αυτό το ζήτημα έχει μία εμμονή, την οποία στην Ευρώπη και ευρύτερα στον κόσμο δυσκολευόμαστε να την καταλάβουμε».
Σχετικά με την ατζέντα της συνάντησης των δύο ηγετών σημείωσε ότι «στο μεσαίο και κατώτερο, στο επίπεδο της κοινωνίας των πολιτών, προφανώς αυτά τα ζητήματα “υψηλής πολιτικής”, όπως τα λέμε, οι διαφορές οι οποίες υπάρχουν ανάμεσα στις δύο χώρες, δεν προσλαμβάνονται με τον ίδιο ισχυρό ή αρνητικό τρόπο».
«Ευρύτερα, δεν υπάρχει αυτή η αίσθηση της έντασης, της αντιπαράθεσης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας», όμως, «τώρα σε ποιο βαθμό η σχέση, η οποία αναπτύσσεται ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία στο υψηλότερο πολιτικό επίπεδο γίνεται αντιληπτή ή προσλαμβάνεται από τον μέσο Έλληνα, όπως και από τον μέσο Τούρκο, αυτό είναι μια διαφορετική υπόθεση», εξήγησε.
Ερωτηθείς σχετικά με την κατάσταση στο Αιγαίο και τις πρωτοβουλίες οικοδόμησης εμπιστοσύνης για την εκτόνωση της έντασης, επισήμανε:
«Νομίζω ότι υπάρχει μία δυνατότητα μέσω αυτής της εισαγωγής κανόνων συμπεριφοράς στο Αιγαίο, να υπάρχει και από την άλλη πλευρά η ανάληψη συγκεκριμένων δεσμεύσεων, ενός αυτοπεριορισμού, κυρίως λόγω του γεγονότος ότι όταν υπάρχουν κανόνες συμφωνημένοι, όταν κάποιος απομακρύνεται από αυτούς τους κανόνες και δεν τους τηρεί, αναλαμβάνει ένα συγκεκριμένο κόστος.
»Τώρα, αν αυτά τα οποία συζητήθηκαν για να ξεκινήσει η εκπόνησή τους μεταξύ του Έλληνα υπουργού Άμυνας και του Τούρκου υπουργού Άμυνας, προχωρήσουν και υλοποιηθούν, νομίζω ότι θα δημιουργήσουν και ένα πλαίσιο, κατ’ αρχήν θα ενισχύσουν την αίσθηση του status quo που υπάρχει, που από ελληνικής πλευρά επιδιώκεται και θα ενισχύσουν και την αίσθηση της σταθερότητας στο Αιγαίο.
»Η απουσία -από την άλλη πλευρά- δηλώσεων, υπερβολών ή εξάρσεων από πλευράς ενός από τους παίχτες σε αυτή τη διαδικασία, ενός υπουργού Άμυνας, η οποία νομίζω στο παρελθόν δεν βοηθούσε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, στην παρούσα περίοδο και για το άμεσο μέλλον δημιουργεί καλύτερες προϋποθέσεις».
Σχετικά με τον ρόλο του κυπριακού ζητήματος στη πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ο καθηγητής είπε:
«Η Τουρκία θεωρεί το Κυπριακό κεντρικό ζήτημα ή κλειδί όσον αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
»Βεβαίως και από τη δική μας πλευρά υπάρχει μία προσέγγιση, η οποία λέει ότι το Κυπριακό είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, αλλά ήδη από το 2004, όταν η Κύπρος έγινε μέλος της Ε.Ε., το μέλημα της ελληνικής πλευράς είναι με ποιο τρόπο, βεβαίως θα υπάρξει λύση στο Κυπριακό πρόβλημα υπό συγκεκριμένες συνθήκες, αλλά κυρίως πώς θα δημιουργηθούν οι συνθήκες σταθερότητας στο Αιγαίο, προκειμένου να υπάρξει και μελλοντικά μια προοπτική επίλυσης, πράμα το οποίο δεν ισχύει επί του παρόντος, δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις συζήτησης για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών».
Καταληκτικά, ο κ. Τσάκωνας επισήμανε: «Στην παρούσα κατάσταση πραγμάτων, η σταθερότητα στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών είναι το υψηλό ζητούμενο, το οποίο μπορεί να συνδέεται με περιορισμένες φιλοδοξίες της ελληνικής πλευράς, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχουν προϋποθέσεις για ένα άλλο διαφορετικό καλύτερο πλαίσιο, το οποίο θα οδηγούσε στην επίλυση των Ελληνοτουρκικών διαφορών.
»Άρα να έχουμε μια αίσθηση της πραγματικότητας και του πλαισίου μέσα στο οποίο μια σειρά από συνθήκες, τόσο ευρύτερες περιφερειακές, όσο και ειδικότερες διμερείς, μας επιτρέπουν να κινηθούμε και να αναπτύξουμε τις φιλοδοξίες μας».