Στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για τη βελτίωση των μισθών αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου, σε συνέντευξή της στον τηλεοπτικό σταθμό «Δέλτα Τηλεόραση», σύμφωνα με το ΑΠΕ.
«Η πρώτη ενέργεια της κυβέρνησης, μετά την έξοδο από τα μνημόνια τον Αύγουστο, ήταν να επανέλθουν οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ο βασικός μηχανισμός με τον οποίο οι εργαζόμενοι διεκδικούν και πετυχαίνουν καλύτερους μισθούς και όρους εργασίας».
«Ο δεύτερος άξονας», τόνισε η υπουργός Εργασίας, «είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού από τον Ιανουάριο και η κατάργηση του υποκατώτατου μισθού των νέων, αυτής της ντροπιαστικής ηλικιακής διάκρισης».
Η κ. Αχτσιόγλου σημείωσε ότι «προσπαθούμε να δημιουργήσουμε τη δυναμική για αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας, ώστε να καταπολεμήσουμε τη φυγή των νέων επιστημόνων στο εξωτερικό».
Ενδεικτικά, αναφέρθηκε στα προγράμματα που υλοποιεί ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) για την καταπολέμηση της ανεργίας, για την εργασία 5.500 νέων επιστημόνων στον δημόσιο τομέα, με τον βασικό μισθό πανεπιστημιακής εκπαίδευσης -περίπου 1.000 ευρώ το μήνα-, αλλά και στην επιδότηση επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα για 6.000 προσλήψεις με ποσό έως 800 ευρώ, διασφαλίζοντας ότι θα είναι σε θέση να καταβάλουν μισθούς έως 1.600 ευρώ.
Η υπουργός Εργασίας υπογράμμισε ότι, εκτός από την ακύρωση της περικοπής των συντάξεων, «620.000 συνταξιούχοι θα δουν, από την 1η Ιανουαρίου 2019, αυξήσεις. Είναι μία αλλαγή πορείας, μία νέα εποχή για το ασφαλιστικό σύστημα.
»Σήμερα, κλείνουμε πληγές του παρελθόντος και το ασφαλιστικό έχει πλέον μία σταθερότητα και μία αισιόδοξη όψη, στην οποία αντανακλάται η μείωση της ανεργίας και οι παρεμβάσεις μας για την αδήλωτη εργασία» σχολίασε.
Αναφορικά με το κοινωνικό μέρισμα, η κ. Αχτσιόγλου τόνισε ότι είναι η τρίτη διαδοχική χρονιά που η κυβέρνηση το χορηγεί, «καθώς έχουμε καταφέρει να επιτυγχάνουμε τους δημοσιονομικούς στόχους και να έχουμε κάποια σχετική υπεραπόδοση, για την οποία ο πρωθυπουργός είχε δεσμευθεί ότι θα την επιστρέφουμε αμέσως στην κοινωνία».
Παράλληλα, συμπλήρωσε ότι συνολικά οι ωφελούμενοι θα είναι 3,5 εκατομμύρια πολίτες, περίπου 1,5 εκατομμύριο νοικοκυριά.
«Αυτό που συνέβη στη χώρα την περίοδο 2009-2014 ήταν κοινωνικά ολέθριο, ωστόσο θεωρώ ότι τα τελευταία 3,5 χρόνια έχει γίνει σημαντική δουλειά» υποστήριξε η υπουργός Εργασίας, επισημαίνοντας:
«Έχουμε κλείσει οριστικά τον κύκλο της ύφεσης, έχουμε πια θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης στην οικονομία, καθώς το 2017 έκλεισε με ανάπτυξη 2,2% και η ανεργία από το 26%, που ήταν, όταν την παραλάβαμε στις αρχές του 2015, είναι σήμερα στο 18,6%. Δηλαδή, μέσα σε 3,5 χρόνια, έχει πέσει περίπου κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες και έχουν δημιουργηθεί περισσότερες από 300.000 θέσεις εργασίας».
Τέλος, η κ. Αχτσιόγλου αναφέρθηκε στις εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σημειώνοντας ότι υπάρχει μία εκτεταμένη κοινωνική δυσαρέσκεια από την έκρηξη της κρίσης και έπειτα στην Ευρώπη, λόγω των πολιτικών λιτότητας, την οποία δεν έχουν λάβει, όσο σοβαρά θα έπρεπε, οι κλασικές κυρίαρχες δυνάμεις.
«Η δυσαρέσκεια αυτή, όσο δεν θα βρίσκει έκφραση στις προοδευτικές δυνάμεις, θα βρίσκει έκφραση στην ακροδεξιά και αυτό είναι επικίνδυνο. Αυτό είναι που δεν καταλαβαίνουν οι λεγόμενες δυνάμεις του σοσιαλδημοκρατικού τόξου» είπε η κ. Αχτσιόγλου.
Σε αυτό το πλαίσιο, χαρακτήρισε ιδιαίτερα σημαντικές τις διμερείς επαφές που είχε με τους υπουργούς Εργασίας της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, στο περιθώριο του Συμβουλίου Υπουργών Εργασίας της ΕΕ, καθώς, όπως τόνισε, είναι δύο κράτη που ακολουθούν κοινή ατζέντα με τη δική μας στα εργασιακά.
«Δηλαδή, έχουν κι αυτοί ως βασικούς πυλώνες της πολιτικής τους την αύξηση των μισθών, την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων στις χώρες τους και την καταπολέμηση της παραβατικότητας και της επισφάλειας στην αγορά εργασίας» υπογράμμισε.