Ιστορική συμφωνία επετεύχθη ανάμεσα σε Αλέξη Τσίπρα και τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο για τις σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας μετά τη συνάντηση που είχαν στο Μέγαρο Μαξίμου.
Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πλαίσιο συμφωνίας ιστορικού χαρακτήρα προς όφελος και των δύο πλευρών ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στις δηλώσεις του με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος, κ. Ιερώνυμο.
Στο Κοινό Ανακοινωθέν Εκκλησίας-Πολιτείας στο οποίο κατέληξαν ο πρωθυπουργός και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος και το οποίο διάβασε ο κ. Τσίπρας αναφέρεται ότι «στόχος μας είναι να θέσουμε το πλαίσιο διευθέτησης και επίλυσης ιστορικών εκκρεμοτήτων, αλλά και να ενισχύσουμε την αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας έναντι του Ελληνικού Κράτους, αναγνωρίζοντας την προσφορά και τον ιστορικό της ρόλο στη γέννηση και τη διαμόρφωση της ταυτότητάς του».
Στις προβλέψεις του Κοινού Ανακοινωθέντος Εκκλησίας-Πολιτείας, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας». «Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο.
Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού. Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων, μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση».
«Σήμερα επιχειρούμε να κάνουμε ένα ιστορικό βήμα προς τα μπρος επ’ ωφελεία της Πολιτείας και της Εκκλησίας», τόνισε ο Αλ. Τσίπρας.
Ο κ. Τσίπρας διαβεβαίωσε τον Αρχιεπίσκοπο ότι η επικείμενη Συνταγματική Μεταρρύθμιση και ειδικότερα οι αλλαγές που αφορούν στο Άρθρο 3, έχουν στόχο να αναβαθμίσουν τον διακριτό ρόλο της Εκκλησίας, ενισχύοντας την αυτονομία της, αναγνωρίζοντας παράλληλα τη σημαντική προσφορά της στη γέννηση και διαμόρφωση της ταυτότητας του ελληνικού κράτους.
«Η διακηρυκτική αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας του ελληνικού κράτους διασφαλίζει τους διακριτούς ρόλους μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας»
«Η διακηρυκτική αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας του ελληνικού κράτους διασφαλίζει αφενός μεν τους διακριτούς ρόλους μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας, αφετέρου, δε, εγγυάται τη μεταξύ τους συνεργασία στα θέματα κοινού ενδιαφέροντος», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός και πρόσθεσε:
«Και προφανώς, αυτή η αρχή δεν έρχεται σε καμία αντίθεση με τις μακραίωνες παραδόσεις του λαού μας και ούτε βέβαια έχουν και καμία βάση όσα αστεία, κωμικοτραγικά θα έλεγα, έχουν ορισμένοι ψευδώς και σκοπίμως διαδώσει τις τελευταίες ημέρες περί επικείμενης δήθεν αποκαθήλωσης των ιστορικών συμβόλων, του Σταυρού από την ελληνική σημαία και από τα εθνικά μας σύμβολα».
«Σήμερα πράγματι γίνεται ένα ιστορικό βήμα»
«Ο διάλογός μας με την Eκκλησία της Ελλάδας ήταν και είναι πάντα ειλικρινής και θα είναι διαρκής», σημείωσε ο Αλ. Τσίπρας.
«Ακούμε τις απόψεις και τις επιφυλάξεις της, και όπως και το σύνολο των κομμάτων και των εκπροσώπων του λαού μας στην Εθνική Αντιπροσωπεία, όλοι μαζί θα λάβουμε υπόψη τις σκέψεις και τις προτάσεις που θα κατατεθούν κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής διαδικασίας και του διαλόγου που το ίδιο το Σύνταγμα προβλέπει για τη διαδικασία της Αναθεώρησής του», είπε.
«Έχω την αίσθηση ότι σήμερα πράγματι γίνεται ένα ιστορικό βήμα. Όλα τα ιστορικά βήματα προς τα μπρος απαιτούν όραμα και διάθεση να κατανοήσει ο ένας τον άλλον», τόνισε.
Ο πρωθυπουργός είπε ότι κάθε βήμα προς τα εμπρός βεβαίως δεν είναι χωρίς δυσκολίες, «αλλά όλοι κρινόμαστε από τα αποτελέσματα που δημιουργούμε και τις προθέσεις κι από αυτό που εκπέμπουμε και αυτή η συνάντηση θέλω να πιστεύω εκπέμπει αλληλοσεβασμό, αλληλοκατανόηση, αγάπη και εκπέμπει και την πρόθεση μας να πάμε ένα βήμα πιο μπροστά σεβόμενοι ο ένας τον άλλον».