Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλ
Αίθουσα Σύνταξης
Τμήμα ειδήσεων tribune.gr

Ο Τσίπρας εκμεταλλεύεται την «ασίστ» Μητσοτάκη – Στήνει το δίλημμα της κάλπης

Ο Τσίπρας εκμεταλλεύεται την «ασίστ» Μητσοτάκη – Στήνει το δίλημμα της κάλπης
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Διαβάστε σχετικά για Αλέξης Τσίπρας, Ασφαλιστικά Ταμεία, ΕΝΦΙΑ, Κυριάκος Μητσοτάκης, Νέα Δημοκρατία,

Στην ευθεία αντιπαραβολή των δύο πολιτικών προγραμμάτων που παρουσιάστηκαν στη ΔΕΘ από τον Αλέξη Τσίπρα και τον Κυριάκο Μητσοτάκη για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα προσανατολίζεται για όλο το προσεχές διάστημα το Μέγαρο Μαξίμου, προκειμένου να εκμεταλλευθεί στο έπακρο τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα της ΝΔ για να επιβεβαιώσει αυτό που από τις 5 Μαΐου του 2018 τόνιζε σε άρθρο του στην Εφημερίδα των Συντακτών ο Πρωθυπουργός.

Ότι δηλαδή η καθαρή έξοδος κάνει ακόμη πιο καθαρές τις διαχωριστικές γραμμές με τη ΝΔ.

Έχοντας αποκαλύψει ένα επιχειρηματοκεντρικό πρόγραμμα διακυβέρνησης με καμία επί της ουσίας μέριμνα για το κοινωνικό κράτος, την ενίσχυση των εργαζομένων, των χαμηλότερων στρωμάτων και του δημοσίου αλλά μονάχα υπέρ των συμφερόντων των μεγάλων οικονομικών κλιμακίων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έστρωσε το χαλί για μία σφοδρή πολιτική αντιπαράθεση επί τη βάση πολιτικών εκτός μνημονίου, που θα φθάσει μέχρι και τις κάλπες του 2019.

Αυτό που κατέστη σαφές μετά τις εξαγγελίες Μητσοτάκη και την ολοκλήρωση της σύγκρισης των δύο προγραμμάτων για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα, οι διαχωριστικές γραμμές Τσίπρα και ΝΔ δε θα μπορούσαν να είναι πιο ξεκάθαρες, γεγονός το οποίο αποτελεί εξαιρετικά θετική εξέλιξη για την Ηρώδου Αττικού.

Το δεδομένο κλείσιμο της δημοσκοπικής ψαλίδας στον απόηχο και των ελαφρύνσεων Τσίπρα στη ΔΕΘ σε συνδυασμό με τη αναφορά του πρωθυπουργικού γραφείου στους «αναποφάσιστους πολίτες» που… «τρέχουν μαζικά στις κάλπες για να γλιτώσουν την επιστροφή στο ΔΝΤ και την κοινωνική λεηλασία που αυτός πρεσβεύει» είναι ενδεικτική του κλίματος που διαμορφώνεται στο κυβερνητικό στρατόπεδο.

Έχοντας θετικό πεδίο μπροστά της η κυβέρνηση λόγω της αναμονής υλοποίησης θετικών μέτρων για τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία καθώς και την ειλημμένης απόφασης για τη μη περικοπή στις συντάξεις, αυτό που έχει διαπιστωθεί είναι ότι το παιχνίδι θα «παιχτεί» στους αναποφάσιστους και μεγαλύτερος αντίπαλος του Αλέξη Τσίπρα δε θα είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης που έχει «ταβανιάσει» αλλά η αποχή.

Ως εκ τούτου, η ακραία νεοφιλελεύθερη ατζέντα που παρουσίασε ο Πρόεδρος της ΝΔ αποτελεί βούτυρο στο ψωμί του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς εκτός από την πλήρη ταύτισή της με το ΔΝΤ έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με την κυβερνητική ατζέντα για ενίσχυση της εργασίας, ελάφρυνση των χαμηλών και μεσαίων στρωμάτων και ενδυνάμωση του κοινωνικού κράτους.

Το κεφαλαιοποιητικό ασφαλιστικό τύπου Πινοσέτ αποτελεί και θα συνεχίσει να αποτελεί την αιχμή του δόρατος στην κυβερνητική φαρέτρα, δεδομένου εκτός από «αβάντα» στις ιδιωτικές εταιρίες και τον κίνδυνο μίας νέας «Ασπίδας», αφήνει ότι στον αέρα 1,5 εκ. συνταξιούχους που κινδυνεύουν να χάσουν το σύνολο της επικούρισής τους.

Ο δεύτερος πυλώνας που επιβεβαίωσε πως συντάσσεται με τις θέσεις του ΔΝΤ ο κ. Μητσοτάκης και αποτελεί προνομιακό πεδίο για το Μέγαρο Μαξίμου, είναι το θέμα των εργασιακών.

Ούτε λίγο ούτε πολύ ο κ. Μητσοτάκης, έχοντας δώσει σαφή δείγματα γραφής με την καταψήφιση της επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων, υπονόμευσε στο σύνολό τους τα εργασιακά δικαιώματα και την εργατική νομοθεσία, την οποία παρουσίασε σαν προαιρετική, τάζοντας τα πάντα στους εργοδότες και επιχειρηματίες και ως αντίβαρο παρουσίασε μία ασαφή «συμφωνία αλήθειας» για να φροντίζουν τους εργαζόμενούς τους, χωρίς ωστόσο να δεσμευθεί για κανένα θεσμικό πλαίσιο.

Τρίτος πυλώνας είναι η ομολογία Μητσοτάκη πως θα εφαρμόσει την περικοπή του αφορολογήτου το 2020, μέτρο το οποίο μετά τις συντάξεις η κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει ότι επιδιώκει να ακυρώσει ως μη απαιτούμενο δημοσιονομικά.

Ο Πρόεδρος της ΝΔ μάλιστα παρουσίασε ως θετική εξαγγελία την κλιμακωτή αύξηση του αφορολογήτου κατά 1.000 ευρώ για κάθε παιδί, χωρίς να λέει ξεκάθαρα στην ομιλία του αυτό που ομολόγησε την επομένη στη συνέντευξη Τύπου. Πώς σε αυτό το σχεδιασμό έχει συνυπολογίσει τη μείωση του αφορολογήτου στα 5.600, όπως ήθελε το ΔΝΤ.

Τέταρτος πυλώνας που θα βασίσει το Μαξίμου την τελική του αντεπίθεση είναι το πεδίο της διαπλοκής και της ταύτισής του κ. Μητσοτάκη με μία σειρά από όζουσες υποθέσεις, όπως η Novartis, η Energa, η Siemens αλλά και τα θαλασσοδάνεια ΝΔ και του ιδίου για τον Κήρυκα Χανίων.

Δεν είναι τυχαίο πως στο χθεσινό του σχόλιο το Μέγαρο Μαξίμου ήταν ιδιαίτερα επιθετικό, τονίζοντας πως «δεσμεύθηκε ότι θα διαγράψει τα χρέη φοροφυγάδων, ώστε να μπορέσει να σβήσει και τα θαλασσοδάνεια μισού δισ. ευρώ της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ».

Ενώ σε άλλο σημείο τόνισε πως «φανταζόμαστε ότι στους στρατηγικούς κακοπληρωτές που δεσμεύθηκε ότι θα κυνηγήσει, συμπεριλαμβάνει και τον εαυτό του, που έχει συνδέσει το όνομά του με όλα τα σκάνδαλα της τελευταίας 15ετίας. Έτσι θα απολαύσουμε την εικόνα του κ. Μητσοτάκη να κυνηγάει την ουρά του».

Πέμπτος και βασικότατος άξονας αντεπίθεσης του Μαξίμου είναι η σχέση Μητσοτάκη με το Δημόσιο. Μπορεί ο Πρόεδρος της ΝΔ να επιχείρησε να ξεκόψει κάθε κουβέντα για απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, προκειμένου να βγάλει τη ρετσινιά του παρελθόντος του, ωστόσο οι εξαγγελίες του για εκχώρηση υπηρεσιών του Δημοσίου σε ιδιώτες, κατάργηση οργανισμών, μία πρόσληψη για κάθε πέντε αποχωρήσεις (επίσης θέση του ΔΝΤ) την ώρα που η ισχύουσα αναλογία για το 2019 θα είναι μία προς μία, είναι ενδεικτικές της βούλησης για πλήρη απαξίωση του Δημοσίου.

Πέραν τούτων, ο κ. Μητσοτάκης κατέστησε σαφές πως πρόθεσή του είναι να απολύσει το σύνολο των συμβασιούχων, περί τις 100.000 εργαζόμενους δηλαδή, προκειμένου οι αντίστοιχες υπηρεσίες να παραχωρησθούν σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.

Τέλος, από το Μαξίμου σχολιάζουν πως ο κ. Μητσοτάκης επιβεβαίωσε με την χθεσινή αναφορά του πως στο θέμα του Σκοπιανού ακολουθεί μία πλήρως τυχοδιωκτική πολιτική, καπηλευόμενος τα συλλαλητήρια κατά της χρήσης του όρου Μακεδονία, αφού δεν διαφώνησε με τη συμφωνία για «Βόρεια Μακεδονία», λύση δηλαδή στη βάση της σύνθετης ονομασίας, αλλά στάθηκε προσχηματικά στο θέμα της γλώσσας και της ταυτότητας, ταυτότητας που δεν αναγνωρίζεται από τη Συμφωνία των Πρεσπών αλλά μόνο υπηκοότητα.

Σχετικά άρθρα