Με ανοιχτά χαρτιά και σκληρή γραμμή προσέρχεται στην κρίσιμη συνάντηση με τον επανεκλεγέντα Τούρκο Πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο Αλέξης Τσίπρας, έχοντας δώσει σαφή δείγματα γραφής για τις προθέσεις του από την πρώτη ημέρα της Συνόδου του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.
Ο Αλέξης Τσίπρας θα συναντηθεί σήμερα στις 15:30 το μεσημέρι με τον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον οποίο θα θέσει επιτακτικά το ζήτημα της παράνομης κράτησης των δύο στρατιωτικών, ενώ πέραν τούτου, αναμένεται να ανοίξει όλη η βεντάλια της ατζέντας των ελληνοτουρκικών, με τον Πρωθυπουργό να θέτει το θέμα των τουρκικών παραβιάσεων και της προκλητικότητας στο Αιγαίο, την ανάγκη για ακόμη καλυτερη υλοποίηση της κοινής δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας για τη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης, τις περιφερειακές εξελίξεις και την ασφάλεια, το Κυπριακό, για το οποίο είχε και τηλεφωνική επικοινωνία με τον Πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη προκειμένου να υπάρξει συντονισμός ενόψει της συνάντησης, αλλά και τη θετική ατζέντα των οικονομικών σχέσεων και των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης που είχαν συμφωνηθεί μεταξύ των δύο ηγετών στην επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα.
Στον αντίποδα, δεδομένο θεωρείται για την ελληνική διπλωματία, ότι ο “σουλτάνος” θα επιχειρήσει να θέσει το θέμα των δύο στρατιωτικών στη βάση σεναρίων ανταλλαγής με τους 8, παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο έχει ξεκαθαριστεί από την ελληνική πλευρά πως δεν είναι συζητήσιμο, δεδομένου πως αποτελεί θέμα της ελληνικής Δικαιοσύνης και παράλληλα θα παραβίαζε κάθε έννοια δικαιοκρατίας και διεθνούς δικαίου.
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός, τόσο στην επαφή που είχε με τη Γερμανίδα Καγκελάριο, ενόψει και της δικής της συνάντησης με τον Ερντογάν, όσο και στην ολομέλεια της Βορειοστλαντικής Συμμαχίας έθεσε με τρόπο ξεκάθαρο το ζήτημα της παράνομης κράτησης των δύο Ελλήνων στρατιωτικών από την Άγκυρα στις φυλακές υψίστης ασφαλείας της Αδριανούπολης, χωρίς καν να τους έχει απαγγελθεί κατηγορητήριο.
Οι διπλωματικές κινήσεις της Αθήνας για τους Μητρετώδη και Κούκλατζη δεν είναι τυχαίες, δεδομένου πως έρχονται σε μία εξαιρετικά κομβική συγκυρία για τις σχέσεις της Τουρκίας με τους συμμάχους της, οι οποίες φαίνεται να μεταβάλλονται επί τα χείρω με αφορμή τις διαρκώς αυξανόμενες γέφυρες που παρατηρούνται μεταξύ Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η συνεργασία στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας της Άγκυρας με τη Μόσχα και κυρίως η επικείμενη αγορά των ρωσικών πυραυλικών συστημάτων S-400, τα οποία θα τοποθετηθούν στο μαλακό υπογάστριο του ΝΑΤΟ έχουν προκαλέσει ένα ψυχροπολεμικό κλίμα μεταξύ της Συμμαχίας και της Άγκυρας, που δείχνει όλο και να απομακρύνεται από το άρμα της Δύσης και να προσδένεται σε αυτό της Ρωσίας.
Αυτήν ακριβώς τη δυσαρέσκεια προς τους χειρισμούς Ερντογάν αλλά και το εξαιρετικά θετικό μομέντουμ για την Ελλάδα με αφορμή το άνοιγμα – υπό τη σαφή προϋπόθεση της ολοκλήρωσης της συμφωνίας – των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της πΓΔΜ στη Συμμαχία, όπερ βάζει φρένο στους σχεδιασμούς της Μόσχας για προτεκτοράτο και κέντρο γεωπολιτικής επιρροής στα Δυτικά Βαλκάνια, θέλει να εκμεταλλευθεί η Αθήνα, ανεβάζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο κατακόρυφα τους τόνους για το θέμα κράτησης των δύο Ελλήνων στρατιωτικών από την Τουρκία.
Για τους λόγους αυτούς ο Αλέξης Τσίπρας, αφού ενημέρωσε από κοινού με τον Πάνο Καμμένο τη Γερμανίδα Καγκελάριο για τις λεπτομέρειες της κράτησης των δύο στρατιωτικών επί τέσσερις μήνες, κάλεσε στη συνέχεια το ΝΑΤΟ να “επουλώσει την πληγή” δύο στρατιώτες ΝΑΤΟϊκής χώρας να βρίσκονται υπό κράτηση από άλλη ΝΑΤΟική χώρα για πάνω από 4 μήνες επειδή πέρασαν εκ παραδρομής, κατά λίγα μέτρα στο έδαφός της και μάλιστα χωρίς να τους έχουν απαγγελθεί κατηγορίες”. “Πληγή που καλώ τη γειτονική χώρα να επουλώσει με την άμεση επιστροφή των δύο στρατιωτών» ήταν ένα κομμάτι της παρέμβασης του Αλέξη Τσίπρα μέσα στη Σύνοδο δίνοντας το στίγμα των προθέσέων του για τη σημερινή συνάντηση.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Έλληνας Πρωθυπουργός στην παρέμβασή του τόνισε πως “ο ρόλος της Συμμαχίας δεν θα καθοριστεί μόνο από τις δυνατότητές μας να προστατεύουμε τη Συμμαχία από εξωτερικές απειλές ή να διαχειριζόμαστε κρίσεις και προκλήσεις πέρα από τα σύνορά μας. Θα καθοριστεί και από τις σχέσεις αμοιβαίου σεβασμού που οφείλουμε να έχουμε μεταξύ μας, όπως καταγράφονται στο άρθρο 1 του Βορειατλαντικού Συμφώνου. Αυτό πρέπει να εξασφαλιστεί στο ΝΑΤΟ. Και η Ελλάδα θα αγωνιστεί για αυτό».
Μπορεί στο τελικό ανακοινωθέν του ΝΑΤΟ να μην υπάρχει αναφορά στους δύο Έλληνες στρατιωτικούς, αφού με κάτι τέτοιο δεν θα συμφωνούσε η Τουρκία, είναι φανερή, όμως η επιδίωξη της ελληνικής αποστολής στο να οδηγήσει τους εταίρους της Συμμαχίας να πιέσουν τον «Σουλτάνο».