Τους λόγους που οδηγείται η υπόθεση της Novartis στη Δικαιοσύνη για την αποφυγή παραγραφής των αδικημάτων της παθητικής δωροδοκίας και της δωροληψίας εξήγησαν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παναγιωτόπουλος και Σπύρος Λάππας που συμμετέχουν στην προανακριτική επιτροπή της Βουλής.
Eξέταση μαρτύρων θα σήμαινε παραγραφή τονίζει ο Σπ. Λάππας:
«Κορυφαίο ζήτημα νομικού και πολιτικού χαρακτήρα η αρμοδιότητα, ή η αναρμοδιότητα. Αποφασίσαμε ότι είμαστε αναρμόδιοι στη Βουλή για να διασωθεί η δικογραφία από τον κάλαθο της παραγραφής» δήλωσε ο Σπύρος Λάππας στην ΕΡΤ.
«Εξέταση μαρτύρων σημαίνει συζήτηση στην ουσία και συζήτηση στην ουσία σημαίνει παραγραφή. Μόνο η τακτική δικαιοσύνη μπορεί να διερευνήσει τα αδικήματα» απάντησε στην κριτική της αντιπολίτευσης προσθέτοντας ότι «το ξέπλημα ούτως ή άλλως πάει στην τακτική.
»Το αδίκημα της δωροδοκίας, δοσοληψίας παραπέμπεται με το επιχείρημα. Δεν είναι δυνατόν ένας υπουργός ή ένα μέλος της κυβέρνησης που ορκίζεται ότι υπηρετεί τα υπουργικά του καθήκοντα και μέσα στα υπουργικά του καθήκοντα να είναι «να τα παίρνει». Τόσο απλά τόσο καθαρά».
N. Παρασκευόπουλος: Συσκότιση της υπόθεσης και παραγραφή της θα σήμαινε η παραμονή της στη Βουλή
Νωρίτερα ο Νίκος Παρασκευόπουλος αναλυτικά αναφέρθηκε στους λόγους της απόφασης αυτής της επιτροπής. «Δεν κλείνει αλλά ανοίγει η υπόθεση της Novartis διότι η υπόθεση κατευθύνεται στην Δικαιοσύνη για να προχωρήσει η διερεύνηση. Αν έμενε στην αρμοδιότητα της Βουλής θα έκλεινε με παραγραφή και εξάλειψη».
Ο κ. Παρασκευόπουλος εξήγησε ότι αν προχωρούσε η προανακριτική της Βουλής καλώντας μάρτυρες τότε θα είχαμε μία διαδικασία μηνών ίσως και έτους μετά από την οποία θα λέγαμε ότι η Βουλή είναι αναρμόδια.
Δηλαδή η Βουλή θα συνεδρίαζε με άκυρες πράξεις επί μήνες και μάλιστα με προβλέψιμα άκυρες πράξεις διότι η διενέργεια σε ένα όργανο αναρμόδιο προφανώς και είναι άκυρη.
Δεν υπήρχε άλλος δρόμος με βάση το Σύνταγμα, καμία πολιτική σκοπιμότητα
“Έπρεπε να έρθει στην προανακριτική. Ήμασταν υποχρεωμένοι διότι αφού ήρθε στη Βουλή από την Εισαγγελία ή θα έπρεπε να πούμε ότι η υπόθεση πηγαίνει στην άκρη χωρίς συνέπειες όπως έγινε με την απιστία, ή να προχωρήσουμε σε μια προανακριτική επιτροπή όπου θα έβλεπε πρώτα το θέμα του Συντάγματος δηλαδή της αρμοδιότητας. Δεν υπήρχε άλλος δρόμος, ούτε πολιτική σκοπιμότητα” πρόσθεσε ο κ. Παρασκευόπουλος.
Αναφορικά με τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης για την επιστροφή της υπόθεσης στη Δικαιοσύνη είπε: “Αφού είναι βέβαιο ότι αν η Βουλή αναγνώριζε δική της αρμοδιότητα αμέσως θα έπρεπε να αναγνωρίσει την εξάλειψη του αξιοποίνου και να αναγνωρίσει ότι οι υποθέσεις αυτές πέθαναν. Πως αυτό είναι διαφώτιση της υποθέσεως; Αυτό είναι συσκότιση.”
Αναφέρθηκε επίσης και στα προβλήματα που δημιουργεί ο νόμος περί ευθύνης υπουργών υπογραμμίζοντας ότι:
«Έχει ήδη κριθεί ότι η απιστία είναι μια πράξη που δεν θα κριθεί ποτέ λόγω παραγραφής και έμεναν οι άλλες πράξεις το ξέπλυμα και η δωροδοκία. Το θέμα είναι όμως ότι ενώ στις κοινές υποθέσεις είναι αυτονόητο ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο, στην περίπτωση των ποινικών πράξεων των πολιτικών προσώπων δεν είναι αυτονόητο αλλά εξαρτάται από το αν οι πράξεις τελέστηκαν κατά την άσκηση των πρωθυπουργικών ή υπουργικών καθηκόντων ή επ’ ευκαιρία.
»Ο μόνος που μπορεί να το κρίνει κατά το Σύνταγμα είναι το ίδιο το Σύνταγμα. Αν κριθεί ότι οι πράξεις έχουν τελεστεί εκτός καθηκόντων οι πράξεις πηγαίνουν στα τακτικά δικαστήρια για να διερευνηθούν και να κριθούν στο τέλος».
Στα σοβαρά ζητήματα που δημιουργεί το άρθρο 86 περί ευθύνης υπουργών αναφέρθηκε και η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Φωτεινή Βάκη όπου υποστήριξε ότι το πρώτο που πρέπει να γίνει με τη συνταγματική αναθεώρηση είναι η αλλαγή του.