Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλ
Αίθουσα Σύνταξης
Τμήμα ειδήσεων tribune.gr

Γιατί το θέμα της πΓΔΜ προκαλεί ακόμα πανικό στην ΝΔ και τον Μητσοτάκη

Γιατί το θέμα της πΓΔΜ προκαλεί ακόμα πανικό στην ΝΔ και τον Μητσοτάκη
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Διαβάστε σχετικά για Αντώνης Σαμαράς, Βαλκάνια, Γιάννης Βαρβιτσιώτης, Κυριάκος Μητσοτάκης, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Νέα Δημοκρατία, Σκόπια,

Μπορεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης να καλεί την κυβέρνηση να πάρει σαφή και ενιαία θέση για το Σκοπιανό, ωστόσο όπως επιβεβαιώθηκε και από τη χθεσινή του συνέντευξη στο capital.gr, ο Πρόεδρος της ΝΔ αποφεύγει να τοποθετηθεί για τη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αρκούμενος να σημειώσει πως “για να μπορέσω να τοποθετηθώ για το αν υπάρχει πραγματικά χαμένη ευκαιρία, θα πρέπει να γνωρίζουμε ποια είναι η επίσημη θέση της πλειοψηφίας. Μέχρι στιγμής δεν έχω ακούσει τίποτα. Όταν τοποθετηθεί επίσημα η Κυβέρνηση, δια του πρωθυπουργού, εκφράζοντας και τους δύο κυβερνητικούς εταίρους, θα μπορέσουμε και εμείς να τοποθετηθούμε επί της λεπτομέρειας της όποιας λύσης τελικά διαπραγματευτεί η Κυβέρνηση”.

Την ίδια ώρα πάντως, η ομογενοποίηση της κυβερνητικής γραμμής, όπως αυτή προέκυψε από τη χθεσινή σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου υπό τον Αλέξη Τσίπρα και την πλήρη εμπιστοσύνη που εξέφρασε ο Πάνος Καμμένος στους χειρισμούς του Νίκου Κοτζιά, επιτείνει τις πιέσεις που ασκούνται στη ΝΔ και οξύνει τις αντιθέσεις που εμφυλοχωρούν στο εσωτερικό της αξιωματικής αντιπολίτευσης αναφορικά με το ονοματολογικό.

Η προσήλωση της κυβέρνησης στην κόκκινη γραμμή της “θετικής παρακαταθήκης του 2008” από την κυβέρνηση Καραμανλή, όπως τονίζει ο Αλέξης Τσίπρας σε δήλωσή του στη Νέα Σελίδα, διεμβολίζει τη Νέα Δημοκρατία, η οποία 26 χρόνια μετά το 1992 συνεχίζει να ταλανίζεται από τις δύο γραμμές, αυτή του Αντώνη Σαμαρά και αυτή του Κωνσταντίνου Καραμανλή.

Με αυτά τα δεδομένα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης πασχίζει να βρει σημείο ισορροπίας και να κερδίσει χρόνο για την εσωτερική διαχείριση του ζητήματος, με τους φόβους της ηγεσίας της ΝΔ να επικεντρώνονται σε τρία επίπεδα:

Πρώτον, ότι εάν η κυβέρνηση Τσίπρα, πέραν του τερματισμού των μνημονίων καταφέρει να λύσει και το μείζον εθνικό θέμα των Σκοπίων, τότε θα επιβεβαιωθεί το κυβερνητικό επιχείρημα πως η Ελλάδα από κοιτίδα προβλημάτων πλέον έχει καταστεί πυλώνας σταθερότητας και καταλύτης λύσεων για την ευρύτερη περιοχή.

Δεύτερον, ότι εάν η ΝΔ επιμείνει στη γραμμή Σαμαρά για το ονοματολογικό και καταψηφίσει τυχόν πρόταση λύσης εντός της γραμμής του 2008, τότε κάθε φορά που θα επιχειρεί να σηκώσει το τηλέφωνο ο κ. Μητσοτάκης για να καλέσει αριθμό εκτός Ελλάδος θα… κόβεται η γραμμή, αφού θα υπάρξει πλήρης απομόνωση της ΝΔ από τη διεθνή κοινότητα.

Τρίτον, ότι σε περίπτωση που έρθει στη Βουλή πρόταση λύσης που θα κινείται στη χειρότερη περίπτωση στη βάση της παρακαταθήκης του 2008, και η απόφαση της ηγεσίας είναι στη γραμμή Σαμαρά, τότε είναι απορίας άξιο τι στάση θα κρατήσει ο ίδιος ο Κώστας Καραμανλής και οι περί τους 25 καραμανλικοί βουλευτές. Όπως φυσικά και τι θα συμβεί από τους λεγόμενους “σαμαρικούς” στην αντίθετη περίπτωση.

Με λίγα λόγια με τη σιωπή του και τις αντικρουόμενες θέσεις που έχει ήδη πάρει η ΝΔ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης βρίσκεται εγκλωβισμένος μεταξύ των δύο γραμμών Καραμανλή και Σαμαρά και βαδίζει ολοταχώς σε επικίνδυνες ατραπούς, οι οποίες δεν αποκλείεται όπως σημειώνουν παραδοσιακά στελέχη της παράταξης να θέσουν σε κίνδυνο ακόμα και την ίδια τη συνοχή της Νέας Δημοκρατίας, όπως άλλωστε έχουν κάνει και στο παρελθόν (βλέπε 1992).

Μόνο τυχαίο εξάλλου δεν πρέπει να θεωρείται το γεγονός ότι σήμερα με ρεπορτάζ τους τα φιλικά προς τη ΝΔ “Νέα”, υπογεγραμμένο από τον έμπειρο συντάκτη, Άρη Ραβανό, κάνει λόγο για πιθανότητα διάσπασης της ΝΔ με τη δημιουργία ενός καθαρού δεξιού κόμματος στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας.

Στο πλαίσιο αυτό στη μνήμη όλων έρχονται στιγμιότυπα από το προ 26 χρόνων παρελθόν, τότε που το όλο ζήτημα είχε μόλις ανοίξει και κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει ότι θα συνέχιζε να αποτελεί κομμάτι της εθνικής ατζέντας ακόμα και το 2018!

Η πραγματικότητα φανερώνει με περίτρανο τρόπο τους παντελώς λανθασμένους χειρισμούς της τότε κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας και αυτό είναι κάτι που η νυν κυβέρνηση δεν παραλείπει να σημειώνει σε ανεπίσημες συζητήσεις, δεδομένου πως ο πονοκέφαλος που επικρατεί στο Μαξίμου αναφορικά με το ζήτημα θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αν το 1992 η Νέα Δημοκρατία είχε κρατήσει μια πιο ώριμη στάση.

Μάλιστα, όπως τονίζουν διάφορες κυβερνητικές πηγές, είναι χαρακτηριστικό πως ακόμα και σήμερα η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει αν μην έχει ξεκάθαρη θέση για το θέμα, παρά το γεγονός ότι έχει συνδέσει το όνομά της με την παταγώδη αποτυχία της επίλυσής του. Είναι χαρακτηριστικό πως στο εσωτερικό του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης συνεχίζουν να υπάρχουν δυο θέσεις: αφενός η «γραμμή» Καραμανλή, όπως αυτή διατυπώθηκε το 2007 και αφετέρου η «γραμμή» Σαμαρά, όπως εκφράστηκε το 1992. Δυο διαφορετικές «γραμμές» που συνεχίζουν να συνυπάρχουν στη ΝΔ εξαιτίας της έλλειψης αποφασιστικότητας του Κυριάκου Μητσοτάκη να επισημοποιήσει είτε την μια είτε την άλλη, προφανώς για λόγους εσωτερικών συσχετισμών του κόμματός του.

Μάλιστα, η ελλειπής στάση της ΝΔ το 1992 καταδεικνύεται ακόμα και μέσα από την ίδια την οικογένεια της Νέα Δημοκρατίας. Για την ακρίβεια, ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης, εκ των κορυφαίων στελεχών της Νέας Δημοκρατίας και από τους κύριους πρωταγωνιστές των τελευταίων δεκαετιών στα πολιτικά πράγματα της χώρας, στο βιβλίο του «Όπως τα έζησα», όπου και παρουσιάζει την περίοδο 1981-1993 «όπως την έζησε», αναφέρει για τους χειρισμούς επί υπουργίας Σαμαρά το 1992: «Θεωρώ ότι {…} η ελληνική πλευρά αποδείχθηκε δραματικά ανέτοιμη».

Πως ακριβώς όμως εμπεριστατώνεται εκείνη «ανετοιμότητα» της ΝΔ; Καταρχή, είχε αποτύχει να συμπεριλάβει Έλληνα δικαστικό λειτουργό στην Επιτροπή Badinter, η οποία και γνωμοδότησε επί του ζητήματος της αναγνώρισης των νέων κρατών που θα προέκυπταν από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Για λόγους που ακόμα δεν έχουν εξηγηθεί, η ΝΔ πρότεινε έναν από τους αντιπροέδρους του ΣτΕ αλλά όχι τον πρόεδρό του, πρόταση που δεν έγινε αποδεκτή αφού τα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής ήταν πρόεδροι των συνταγματικών δικαστηρίων των κρατών τους.

Με άλλα λόγια, απέτυχε να διαβλέψει τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας συναινώντας στη σύσταση της Επιτροπής Badinter να συγκροτηθεί χωρίς Έλληνα δικαστή, θεωρώντας την άνευ σημασίας!

Το δεύτερο σημείο που καταδεικνύει την αποτυχία διαμόρφωσης εθνικής πολιτικής από την ΝΔ εκείνη την περίοδο, διαφαίνεται από το γεγονός ότι η τότε κυβέρνηση δεν πρότεινε καν όνομα όταν διατύπωνε τους τρεις όρους (απουσία εδαφικών διεκδικήσεων από το Σύνταγμα, απουσία προπαγανδιστικών δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένης και της χρήσης ονόματος που θα υπαινισσόταν εδαφικές διεκδικήσεις) προκειμένου να συμφωνήσει με την αναγνώριση της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» ως ανεξάρτητου κράτους.

Πρόκεται περί κατορθώματος αλλά είναι αλήθεια: Η Ν.Δ κατάφερε να προσέλθει στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της ΕΟΚ χωρίς καμία προετοιμασία ως προς την ονομασία. Ο ίδιος ο Βαρβιτσιώτης άλλωστε στο βιβλίο του αναφέρει πως το κόμμα του έχασε την ευκαιρία να γίνει δεκτό ένα όνομα όπως το «Σλάβομακεδονία».

Επίσης, οι χειρισμοί της ΝΔ κατά τις διαπραγματεύσεις καταδεικνύουν με τη σειρά τους την ανευθυνότητα της ΝΔ, που δεν κατάφερε σε διάστημα δύο περίπου ετών να διαμορφώσει μια ενιαία πολιτική: ο τότε Πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης και ο Υπουργός Εξωτερικών Α. Σαμαράς ήταν υπέρ της διεξαγωγής συλλαλητηρίων -βάζοντας το λιθαράκι τους στην έξαρση των εθνικιστικών παθών αναφορικά με το ζήτημα- ενώ αντίθετα ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Κ.Βαρβιτσιώτης εξέφρασε την αντίθεσή του σε αυτή την πρακτική.

«Καμία κυβέρνηση δεν θα μπορεί να ασκήσει εξωτερική πολιτική. Θα είναι δεσμευμένη από το ψήφισμα του ογκώδους συλλαλητηρίου. Εξωτερική πολιτική υπό την πίεση σλλαλητηρίων δεν γίνεται», αναφέρει ο τελευταίος στο βιβλίο του ενώ αντίθετος ήταν και ο τότε ΠτΔ Κ.Καραμανλής.

Το σημαντικότερο σημείο διχογνωμίας στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας ήταν η αδιάλλακτη στάση του Σαμαρά ως προς το ζήτημα της ονομασία με την οποία διαφωνούσε και ο Κ. Μητσοτάκης αλλά και άλλα ιστορικά στελέχη της ΝΔ! Μάλιστα, η εν λόγω στάση του Σαμαρά, οδήγησε σε παραίτηση από το βουλευτικό αξίωμα τον Γ. Ράλλη με τον τελευταίο να διαμαρτύρεται για την εσφαλμένη πολιτική της εμμονής στο ζήτημα της ονομασίας.

Το αποκορύφωμα της διπολικής στάσης της ηγεσίας της ΝΔ ήταν η τραγική αποτυχία της να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία της πρότασης Πινέιρο που εξασφάλιζε από την ΠΓΔΜ την παντελή απουσία εδαφικών διεκδικήσεων και την άρνηση ύπαρξης μακεδονικής μειονότητας, ενώ πρότεινε ως όνομα το «Novamacedonia».

Από τη μία ο Σαμαράς ήταν αδιάλλακτος ως προς το θέμα της ονομασίας, από την άλλη ο Μητσοτάκης απέτυχε να προωθήσει μια περισσότερο διαλλακτική στάση και όλα αυτά μαζί σχηματοποίησαν έναν πρωτοφανή ερασιτεχνικό χειρισμός. Τέλος, είναι ξεκάθαρο πως πέρα από τις διαφορετικές απόψεις εντός της Νέας Δημοκρατίας, το ονοματολογικλο υπήρξε για χρόνια ένα τεράστιο πεδίο εσωκομματικών ανταγωνισμών για τη ΝΔ με πρωταγωνιστές τους Σαμαρά, Μητσοτάκη και Έβερτ.

«Υιοθετούσαν τις όποιες θέσεις τους προκειμένου να προωθήσουν τις δικές τους κομματικές φιλοδοξίες», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Βαρβιτσιώτης στο βιβλίο του. Και αν μη τι άλλο, το τελευταίο πράγμα για το οποίο μπορεί να κατηγορήσει ο οποιοσδήποτε τον Γ. Βαρβιτσιώτη είναι πως θέλει να κάνει πόλεμο στη Νέα Δημοκρατία…

Σχετικά άρθρα