Ένα σύνθετο πολιτικό – διπλωματικό – νομικό ζήτημα αναδείχθηκε ξανά μετά την απόφαση του Δευτεροβάθμιου Συμβουλίου Ασύλου για τον έναν εκ των «8» Τούρκων αξιωματικών φερόμενων ως πραξικοπηματιών, το οποίο του έδινε άσυλο και τη απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε αίτηση αναίρεσης, προκειμένου να αποφανθεί για το θέμα το Διοικητικό Εφετείο.
Πρώτα απ’ όλα το νομικό σκέλος της υπόθεσης είναι αρκετά ξεκάθαρο. Ο αξιωματικός για τον οποίο εκδόθηκε η απόφαση, καθώς και οι υπόλοιποι εφτά, δεν πρόκειται να εκδοθούν στην Τουρκία. Αυτό το θέμα έχει ήδη κριθεί από τον Άρειο Πάγο.
Αυτό που συζητείται τώρα δεν είναι η έκδοση, αλλά το άσυλο. Αυτοί οι άνθρωποι δεν κινδυνεύουν να επιστρέψουν στην Τουρκία για να δικαστούν, σε μια δίκη που πράγματι αμφισβητείται δικαίως από πολλούς για το κατά πόσο δίκαιη μπορεί να είναι.
Ο ντόρος που έγινε είχε κυρίως πολιτικά – διπλωματικά χαρακτηριστικά, όχι για την ουσία της υπόθεσης, αλλά για τον χειρισμό της κυβέρνησης να καταθέσει αίτηση αναίρεσης.
Σε αυτή τη δημόσια συζήτηση επισημάνθηκε μάλιστα ότι πρόκειται για μια ασυνήθιστη ενέργεια. Είναι λογικό να γίνονται όμως ασυνήθιστες ενέργειες από πλευράς κυβερνήσεων, όταν πρόκειται για άκρως ασυνήθιστες και ειδικού χειρισμού υποθέσεις.
Η πραγματικότητα είναι πως δεν μπαίνουν κάθε μέρα παράνομα σε μια ευρωπαϊκή χώρα κατηγορούμενοι για πραξικόπημα ανώτατοι αξιωματικοί χωρών των οποίων το δικαιικό και δικανικό σύστημα αμφισβητείται ανοιχτά.
Ίσως η τελευταία παρόμοια περίπτωση να ήταν η υπόθεση Οτσαλάν, τον οποίο παρέδωσε η τότε κυβέρνηση με την ενθάρρυνση και επιβράβευση ορισμένων εξ όσων σήμερα εξανίστανται για τους κυβερνητικούς χειρισμούς, οι οποίοι στο κάτω κάτω δεν προβλέπουν ούτε παράδοση, ούτε έκδοση στην Τουρκία.
Στην ουσία πρόκειται για μια νομική υπόθεση που έχει πάρει πολιτικά χαρακτηριστικά από την γειτονική χώρα: ασκούνται μεγάλες πιέσεις και επανέρχεται μονομερώς ως θέμα σε πολιτικό επίπεδο σε κάθε ευκαιρία μέχρι σήμερα. Ως εκ τούτου η φύση του θέματος απαιτεί μια πολιτική διαχείριση και δεν αρκεί η διοικητική.
Έτσι πριν ακόμα αντιδράσει το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Συμβουλίου Ασύλου, η ελληνική κυβέρνηση είχε προχωρήσει στη παραπομπή του θέματος στη Δικαιοσύνη.
Η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης δεν σηματοδοτεί τίποτα περισσότερο παρά μόνο την προσπάθεια να εξαντληθούν όλα τα νομικά μέσα για την περίπτωση αυτών των ανθρώπων που κατηγορούνται για ενεργή συμμετοχή σε απόπειρα πραξικοπήματος.
Σε άλλες περιπτώσεις τέτοιου είδους κινήσεις θα ήταν περιττές και μάλλον αδιάφορες, ακόμα και από την χώρα προέλευσης, όμως σε αυτή την περίπτωση μια ευρωπαϊκή χώρα δεν μπορεί να επιτρέπει να σέρνεται μια κατηγορία εις βάρος της για υπόθαλψη πραξικοπηματιών – έστω και από μια χώρα σαν την Τουρκία – χωρίς να ενεργοποιεί στο έπακρο τα δικά της όργανα Δικαιοσύνης. Και αυτό έγινε.
Η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ενδέχεται να φτάσει ακόμα και στην συγκρότηση Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, στην περίπτωση σύγκρουσης αποφάσεων μεταξύ του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Γιατί να υπάρχει πρόβλημα με αυτό;
Είναι αναμενόμενο να υπάρχουν αμφιβολίες για την λειτουργία της τουρκικής Δικαιοσύνης, όμως ποιος φοβάται την Δικαιοσύνη μιας ευρωπαϊκής χώρας; Σε κάθε περίπτωση πρόκειται πρωτίστως για ένα σύνθετο πολιτικό θέμα.
Για παράδειγμα όσο μπορεί να αμφισβητηθεί ότι αυτοί είναι πραξικοπηματίες, άλλο τόσο μπορεί να αμφισβητηθεί ότι δεν θα έχουν δίκαιη δίκη στην Τουρκία. Το πιθανότερο φυσικά είναι ότι αυτοί συμμετείχαν στην απόπειρα πραξικοπήματος, καθώς ο όλος χειρισμός τους παραπέμπει σε ανθρώπους που αναζητούσαν τρόπο διαφυγής. Όμως, από την άλλη πλευρά, η τουρκική Δικαιοσύνη φαίνεται να πάσχει από τα σφιχταγκαλιάσματα της πολιτικής εξουσίας.
Για την συγκεκριμένη περίπτωση αυτό μαρτυρά και η απαίτηση Ερντογάν – Γιλντιρίμ – Τσαβούσογλου από την ελληνική κυβέρνηση να υπερβεί τη Δικαιοσύνη. Όμως αυτά που συμβαίνουν στην Τουρκία είναι αδιανόητα σε ευρωπαϊκά κράτη.
Το ζήτημα αυτό θα μπαίνει για χρόνια στις ελληνοτουρκικές επαφές που θα γίνονται από εδώ και πέρα. Θα είναι άλλο ένα αγκάθι που η τουρκική πλευρά θα επαναφέρει καταπώς τη συμφέρει. Η τουρκική πλευρά έχει ένα… ταλέντο να προσθέτει νέα θέματα στις διμερείς σχέσεις προκειμένου να εντείνει τις πιέσεις, να δημιουργεί ταραχές και να διεκδικεί περισσότερα.
Οι «κραυγές» Τσαβούσογλου ήρθαν να επιβεβαιώσουν την προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης του θέματος, καθώς ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών γνωρίζει καλά ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα επιθυμούσε σύγκρουση με την Τουρκία. Όλα γίνονται στο πλαίσιο του πολιτικού και νομικού πολιτισμού της χώρας.
Ναι, η Τουρκία το πιθανότερο είναι να δημιουργήσει προβλήματα στο άμεσο μέλλον με αφορμή αυτό το θέμα. Ωστόσο, η ελληνική πλευρά οφείλει να διατηρεί τις αρχές του κράτους δικαίου. Οφείλει να έχει ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας ακόμα και με τους πιο δύσκολους γείτονες.
Οφείλει, τέλος, να μην παρασύρεται από τα ανατολίτικα παζάρια, που θα την άφηναν ουσιαστικά διεθνώς εκτεθειμένη, χωρίς πολιτικά και νομικά επιχειρήματα.
Πηγή: mignatiou.com