Τις προτάσεις και τις παρατηρήσεις της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος επί του νομοσχεδίου του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές διατάξεις, ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων, δικαιώματα ατόμων με αναπηρίες και άλλες διατάξεις» κατέθεσε ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος, κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνεδρίασης της Διαρκούς Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων.
Ειδικότερα, ο κ. Μίχαλος χαιρέτησε τη νομοθετική προσπάθεια της κυβέρνησης για τη ρύθμιση της απορυθμισμένης αγοράς εργασίας, εκφράζοντας παράλληλα ανησυχίες ότι τα προβλεπόμενα μέτρα «πάσχουν από μια υπερβολική αντιμετώπιση, βάζοντας στο ίδιο τσουβάλι τον μπαταχτσή εργοδότη με εκείνον που προσπαθεί και μπορεί να αντιμετωπίσει τυχαία και πρόσκαιρα προβλήματα ρευστότητας στην καταβολή δεδουλευμένων».
«Ενώ λοιπόν επιδιώκεται η ρύθμιση της εργασιακής ζούγκλας, φοβόμαστε ότι με την έλλειψη μιας πιο μετριοπαθούς και ισόρροπης αντιμετώπισης των προβλημάτων ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, θα διαταραχτεί περισσότερο το ήδη κλονισμένο κλίμα στους εργασιακούς χώρους», είπε ο κ. Μίχαλος.
Παράλληλα, ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ πρότεινε την επαναφορά της θεώρησης του βιβλίου υπερωριών «ώστε να υπάρχει διαφάνεια και εξάλειψη σοβαρών προβλημάτων από την άλλη».
Αναλυτικά, το υπόμνημα που κατέθεσε ο κ. Μίχαλος έχει ως εξής:
«Με το ν/σχ που κατέθεσε η κυβέρνηση ρυθμίζονται συνταξιοδοτικά θέματα του Δημοσίου, συμπληρώνονται και τροποποιούνται λοιπές διατάξεις του ν. 4387/2016 και ρυθμίζονται εργασιακά και λοιπά θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Επί της αρχή το ν/σχ βρίσκεται στον σωστό δρόμο της αυστηροποίησης των κανόνων για την αδήλωτη/απλήρωτη εργασία και την παραβατική συμπεριφορά εργοδοτών έναντι των εργαζομένων, ζήτημα που θίγει βάναυσα την ανταγωνιστικότητα και την υγιή επιχειρηματικότητα, βοηθώντας ειδικά την πάταξη του φαινομένου των απλήρωτων εργαζομένων.
Τα μέτρα όμως που υιοθετεί, κατά την άποψή μας, ο νομοθέτης μπορούν να δημιουργήσουν προβλήματα, μιας και πάσχουν από μια υπερβολική αντιμετώπιση, βάζοντας στο ίδιο τσουβάλι τον μπαταχτσή εργοδότη με εκείνον που προσπαθεί και μπορεί να αντιμετωπίσει τυχαία και πρόσκαιρα προβλήματα ρευστότητας στην καταβολή δεδουλευμένων, και ο οποίος με το παρόν θα βρεθεί από μη υπαιτιότητά του μπροστά σε αυτοματοποιήμενες διαδικασίες θεώρησης της ανυπαίτιας συμπεριφοράς του ως βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας των εργαζομένων του, γεγονός που συνεπάγεται κατά τον νομοθέτη, ότι υπέχει θέση καταγγελίας της εργασιακής σύμβασης και συνεπώς γένεσης των δικαιωμάτων αποζημίωσης απόλυσης. Αυτό σε συνδυασμό με τις κατά τα λοιπά σωστές διατάξεις για την γρήγορη απονομή δικαιοσύνης στα αυτά ζητήματα, ανοίγουν τον ασκό του Αιόλου για την περαιτέρω ενεργοποίηση μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης στο πρόσωπο της επιχείρησης και του εργοδότη, σε κάποιες περιπτώσεις, ατομικά.
Ενώ λοιπόν επιδιώκεται η ρύθμιση της εργασιακής ζούγκλας, φοβόμαστε ότι με την έλλειψη μιας πιο μετριοπαθούς και ισόρροπης αντιμετώπισης των προβλημάτων ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, θα διαταραχτεί περισσότερο το ήδη κλονισμένο κλίμα στους εργασιακούς χώρους, θα εντείνει τις τριβές, εμποδίζοντας τον διάλογο και εν τέλει την εργασιακή ειρήνη.
Η κυβέρνηση πρέπει να προστατεύει τους αδύναμους, να στηρίζει το συμβατικά αδύναμο μέρος, πρέπει όμως να νομοθετεί για όλη την κοινωνία, αμφοτεροβαρώς και όχι ετεροβαρώς, και όχι ενοχοποιώντας όλο το επιχειρείν, ακόμα και απέναντι σε απροσδόκητα γεγονότα, μη λαμβάνοντας υπόψη τελικά ότι η κρίση είναι φαινόμενο που αφορά όλους εξίσου, εργαζόμενους και εργοδότες.
Σίγουρα υπάρχουν εκείνοι που εκμεταλλεύονται αυτήν την κατάσταση και η κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει με μέτρα δραστικά, αλλά ταυτόχρονα στο πλαίσιο της κοινωνικής δικαιοσύνης και του κράτους δικαίου οφείλει να τους ξεχωρίσει από τους τίμιους που προσπαθούν επιχειρηματικά να επιβιώσουν διακρατώντας θέσεις εργασίας, με κάθε κόστος.
Εκτός δε των ανωτέρω, φόβοι πρέπει να διατυπωθούν για το πώς θα εφαρμοστούν αυτές οι διατάξεις και πόσο θα επηρεάσουν σχέδια αναδιάρθρωσης, σχέδια βιωσιμότητας σε σχέση με τα κόκκινα δάνεια και την υπερχρέωση των επιχειρήσεων, ζητήματα που πρέπει να συνυπολογίσει εν προκειμένω ο νομοθέτης.
Το νομοσχέδιο αντιμετωπίζει και ποικίλα άλλα ζητήματα, όπως για παράδειγμα το ζήτημα καταγραφής των υπερωριών στο ηλεκτρονικό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ. Το μέτρο είναι σωστό ασφαλώς, περιορίζοντας την αδήλωτη εργασία.
Αυτό που όμως πρέπει να δει και να αντιμετωπίσει ο νομοθέτης είναι πώς επιλύεται το πρόβλημα της δήλωσης και όχι αναγγελίας της αιφνίδιας και όχι προγραμματισμένης υπερωρίας, ειδικά στις περιπτώσεις που επιχείρηση τηρεί περισσότερα του ενός υποκαταστήματα ανά την Ελλάδα και το σύστημα ενημέρωσης ειναι κεντροποιημένο. Αυτό αντιμετωπιζόταν επιτυχώς με το βιβλίο υπερωριών που τηρούσε κάθε υποκατάστημα, που εν προκειμένω καταργείται. Για αυτό και προτείνουμε την επαναφορά της θεώρησης του βιβλίου υπερωριών και της υπογραφής του εργαζομένου σε αυτό, ώστε να υπάρχει διαφάνεια από τη μια και εξάλειψη σοβαρών προβλημάτων στην πράξη από την άλλη .
Θα ήθελα να σταθώ, επίσης, στην εξαίρεση των παραβατών του εργατικού δικαίου από την διεκδίκηση έργων από το Δημόσιο (ευρωπαϊκά προγράμματα, ΕΣΠΑ) και δημόσιους πόρους (συμβάσεις με φορείς του Δημοσίου κ.λπ.) και ειδικότερα στον αποκλεισμό των επιχειρηματιών που παρανομούν.
Επίσης είναι μια εξυγιαντική λύση, που όμως προϋποθέτει την ύπαρξη του περιβόητου μητρώου παραβατών που θα έπρεπε ΗΔΗ να λειτουργεί στο ΣΕΠΕ. Για αυτό και φοβόμαστε ότι τελικά η διάταξη θα μείνει κενό γράμμα μιας και η προ 2ετίας παραβάσεις θα είναι δύσκολο γραφειοκρατικά να εντοπιστούν, γιατί απλούστατα οι έλεγχοι και οι κυρώσεις δεν παιρνούν /ούσαν στο ΟΠΣ του ΣΕΠΕ.
Κατά τα λοιπά επί των ασφαλιστικών διατάξεων τακτοποιούνται θέματα και κενά του νόμου Κατρούγκαλου, χωρίς όμως να αποτελούν μια ολοκληρωμένη παρέμβαση επίλυσης ζητημάτων για τις επιχειρήσεις και τους ασφαλισμένους, όπως η τακτοποίηση των 120 δόσεων, της διαδοχικής ασφάλισης ή της επαγγελματικής ασφάλισης.
Παρά ταύτα, η ηγεσία του υπουργείου φαίνεται να έχει στόχο τη νομοθέτηση με «θετικό πρόσημο για την κοινωνία και τον κόσμο της εργασίας», εκτός μνημονιακών δεσμεύσεων και πριν από τις επιπλέον παρεμβάσεις σε εργασιακά και στις κοινωνικές μεταβιβάσεις, που αποτελούν προαπαιτούμενο για το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης από τους δανειστές, όπως:
Η πρόβλεψη μέτρων αυτοματοποίησης των διαδικασιών που θα οδηγούν στο κλείσιμο μιας επιχείρησης, έως και για τρεις ημέρες σε περίπτωση που μετά από ελέγχους του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας θα διαπιστώνονται εκτροπές από την εργατική νομοθεσία.
Η πρόβλεψη με την οποία θα βελτιώνονται οι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής από τον ΟΑΕΔ, επιδόματος ανεργίας προς τους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους που διέκοψαν την επαγγελματική τους δραστηριότητα.
Σε κάθε περίπτωση η ΚΕΕΕ χαιρετίζει την νομοθετική προσπάθεια της κυβέρνησης για την ρύθμιση της απορρυθμισμένης αγοράς εργασίας, εκφράζοντας τον φόβο της για την μετατροπή του ζήλου που επιδεικνύει σε έναν άδικο κανιβαλισμό, περιττό σε μια ταλαιπωρημένη αγορά και προσδοκώντας σε ισόρροπες για το κόσμο του τίμιου επιχειρείν βελτιωτικές παρεμβάσεις».