Τη “βεβαιότητα ότι η κυβέρνηση θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να έχουμε όσο το δυνατόν καλύτερη λύση στις 15 Ιουνίου” σημείωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό “Ραδιόφωνο 24/7” στους 88,6.
Απαντώντας αναφορικά με σημερινές δηλώσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο κ. Τζανακόπουλος υπογράμμισε ότι ο πρωθυπουργός έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στον υπουργό Οικονομικών, τον κ. Τσακαλώτο και ότι σε αυτό που δεν έχει εμπιστοσύνη είναι στο εάν και κατά πόσο ένα όργανο στο οποίο συμμετέχει ο κ. Σόιμπλε θα έχει τη δυνατότητα να δώσει μια θετική λύση για την Ελλάδα. Εξέφρασε δε την ελπίδα να διαψευστεί αυτό και να αποδειχθεί ότι το Eurogroup της 15ης Ιουνίου θα δώσει μια θετική λύση, την αναγκαία λύση, με δεδομένο ότι η ελληνική κυβέρνηση από τη μεριά της έχει κάνει όλα όσα όφειλε με τις μεταρρυθμίσεις και τα προαπαιτούμενα, και πως τώρα είναι σειρά των δανειστών να πράξουν όσα οφείλουν και όσα δικαιούται η Ελλάδα για να ξαναβγεί με βιώσιμους όρους στις αγορές χρήματος.
Στο ίδιο πλαίσιο, ο κ. Τζανακόπουλος τόνισε πως “από τα μέχρι σήμερα δεδομένα που έχουμε, από την εμπειρία του παρελθόντος, δεν μας επιτρέπεται να προεξοφλούμε θετικές λύσεις από ένα όργανο στο οποίο συμμετέχει και ο κ. Σόιμπλε. Επομένως, το πρόβλημα εμπιστοσύνης δεν είναι προφανώς μεταξύ του κ. Τσακαλώτου και του πρωθυπουργού, αλλά μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης συνολικά και του κ. Σόιμπλε, ο οποίος έχει αποδείξει στο παρελθόν ότι δεν είναι πάντοτε εποικοδομητικός”.
Υπογράμμισε ότι η ελληνική κυβέρνηση δουλεύει -και το έχει αποδείξει- ώστε να υπάρξει μια θετική κατάληξη στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου και πως αν πληρούνται ορισμένα κριτήρια (παρέπεμψε στα κριτήρια που έθεσε ο κ. Τσίπρας στο υπουργικό συμβούλιο) η κυβέρνηση δεν έχει κανέναν λόγο να μην αποδεχτεί μια λύση. Καταρχήν, να έχουμε την αποδοχή ενός αυτόματου μηχανισμού που θα γεφυρώνει τις διαφορές μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμών και του ΔΝΤ σε σχέση με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, μια ρήτρα ανάπτυξης. Δεύτερον να υπάρξουν βιώσιμα πρωτογενή πλεονάσματα για τη μεσοπρόθεσμη περίοδο. Τρίτη προϋπόθεση να υπάρξουν συγκεκριμένες δεσμεύσεις για αναπτυξιακές δράσεις που θα έχουν τη δυνατότητα επίσης να γεφυρώσουν τις διαφορές ως προς τις προβολές που κάνουν οι διάφοροι θεσμοί για την μεσοσταθμική ανάπτυξη που θα σημειώσει η ελληνική οικονομία έως το 2060. Αν αυτά τα κριτήρια πληρωθούν, και υπάρξει μια λύση που θα αποκαθιστά την εμπιστοσύνη των αγορών, θα δημιουργεί συνθήκες σταθερότητας για την ελληνική οικονομία και θα ανοίγει την πόρτα για βιώσιμη έξοδο στις αγορές, τότε δεν θα έχουμε κανέναν λόγο να μην αποδεχτούμε τη λύση του Eurogroup. Προς αυτή την κατεύθυνση δουλεύουμε και θα δουλεύουμε ως τις 15 Ιουνίου.
Στο ερώτημα “πότε” θα γίνει έξοδος στις αγορές, επισήμανε ότι η έξοδος προϋποθέτει μια συμφωνία και πως από εκεί και πέρα θα υπάρξουν οι τεχνικές συζητήσεις που απαιτούνται για να μπορέσει η χώρα να κάνει την πρώτη δοκιμαστική έξοδο της. Η βούληση της κυβέρνησης, είπε, είναι όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, ανάλογα με τις συνθήκες που θα επικρατούν και στις αγορές χρήματος.
Ο Δημήτρης Τζανακόπουλος διαβεβαίωσε ότι από την πλευρά της η κυβέρνηση δουλεύει για να υπάρξει λύση “και ελπίζουμε όλες οι υπόλοιπες πλευρές να έχουν αυτή τη βούληση”. “Μέχρι στιγμής”, πρόσθεσε, “η συντριπτική πλειονότητα των δανειστών μας έχει την ίδια βούληση, δηλαδή να δοθεί μια οριστική θετική λύση στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου.
Σε σειρά ερωτημάτων σχετικά με το ενδεχόμενο να μην υπάρξει κατάληξη στο Eurogroup και να τεθεί το θέμα στη Σύνοδο, κι αν αυτή η καθυστέρηση δημιουργεί προβλήματα καθώς χρειάζεται μια διαδικασία στη συνέχεια, ο κ. Τζανακόπουλος είπε ότι είναι πολύ προτιμότερο να έχουμε μια θετική και οριστική λύση από το να μεταθέσουμε το πρόβλημα για το μέλλον. Σημείωσε ότι αυτή τη στιγμή η ελληνική οικονομία έχει το μομέντουμ και πως υπάρχει μια χρυσή ευκαιρία για να υπάρξει οριστική λύση. Εξήγησε ότι στην περίπτωση που δεν υπάρξει στο Eurogorup θα είναι πολύ προτιμότερο να “χαθούν” 5-6 μέρες από το Eurogroup έως τη Σύνοδο, από το να μεταθέσουμε το πρόβλημα για αρκετούς μήνες μετά. “Ας μην πηγαίνουμε στο χειρότερο σενάριο”, τόνισε, “εμείς έχουμε πει ότι υπάρχει πάντοτε η Σύνοδος Κορυφής, ωστόσο δουλεύουμε για να υπάρξει λύση στις 15 Ιουνίου και αυτό προτιμάμε. Επισήμανε πως δεν λέει κανείς από την κυβέρνηση ότι θέλει τη συνέχιση της διαπραγμάτευσης στη Σύνοδο Κορυφής, για να συμπληρώσει: “Αυτό όμως που λέμε είναι ότι για να υπάρξει αυτή η λύση πρέπει να τεθούν συγκεκριμένα κριτήρια και να πληρωθούν αυτά τα κριτήρια”.
Ο κ. Τζανακόπουλος είπε πως πρέπει να αποδραματοποιηθεί η κατάσταση και τόνισε: “Λύση θα υπάρξει, η λύση θα είναι θετική. Τώρα το φόρουμ εντός του οποίου θα βρεθεί η λύση δεν είναι αναγκαίο να είναι το Eurogroup. Εφόσον το Eurogroup δεν μπορέσει να αρθεί στο ύψος της περίστασης, θα πρέπει οι ηγέτες, οι επικεφαλής των κυβερνήσεων να αναλάβουν την πολιτική ευθύνη για το επόμενο βήμα της Ευρώπης.
Σε κάθε περίπτωση, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σημείωσε πως “το βασικό μας σενάριο και η βασική μας προσπάθεια είναι να υπάρξει λύση στις 15 Ιουνίου. Οψόμεθα και περιμένουμε από όλες τις πλευρές να είναι το ίδιο εποικοδομητικές όσο είναι η ελληνική πλευρά”. Τόνισε ότι “δικαιούμαστε μια θετική λύση μετά από όλα όσα έχουμε κάνει και στο πλαίσιο της β’ αξιολόγηση και καθ όλη τη διάρκεια εφαρμογής του τρέχοντος προγράμματος”.
Στο ερώτημα εάν η πολιτική διαπραγμάτευση μπορεί να φέρει αποτέλεσμα, είπε ότι η Σύνοδος Κορυφής έχει πολλές φορές δώσει πολιτικές λύσεις κατά τη διάρκεια της 9ετούς κρίσης στην Ευρώπη, όχι μόνο για τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με την Ελλάδα, αλλά και για τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με άλλες χώρες που επλήγησαν από την οικονομική κρίση. Επέμεινε στο γεγονός ότι τα ζητήματα δεν είναι απλά και μόνο τεχνικά, αλλά κατεξοχήν πολιτικά, έχουν να κάνουν και με το αν και κατά πόσον η Ευρώπη θα βρει μια συμφωνία και συναίνεση για τον τρόπο διαχείρισης της ελληνικής κρίσης και αν υπάρχει η βούληση για αυτό.
Ο κ. Τζανακόπουλος απέκρουσε αιτιάσεις ότι η κυβέρνηση αυτοεγκλωβίστηκε εξηγώντας ότι με βάση τη δυναμική της διαπραγμάτευσης δεν υπήρχε άλλος δρόμος για την ελληνική κυβέρνηση παρά να επιδιώξει μια συνολική συμφωνία στο πλαίσιο της β αξιολόγησης. Ειδικότερα, αφού επισήμανε ότι η ελληνική οικονομία έχει ανάγκη τη διευθέτηση του χρέους για να αποκατασταθεί η σταθερότητα της, εξήγησε ότι βρισκόμαστε ήδη δύο χρόνια μετά την έναρξη του προγράμματος και οφείλουμε να προετοιμαστούμε σταδιακά για να μπορέσουμε τον Αύγουστο του 2018 να αναχρηματοδοτήσουμε το χρέος μας από τις αγορές. Γι’ αυτό, υπογράμμισε, είναι αναγκαία τώρα, που υπάρχει το μομέντουμ, η διευθέτηση του χρέους “και γι’ αυτό δεν πρόκειται για έναν αυτοεγκλωβισμό”.