“Με τις χθεσινές αποφάσεις του Eurogroup έχει γίνει ένα αποφασιστικό βήμα για να ολοκληρώσουμε τη διαδικασία της β’ αξιολόγησης”, δήλωσε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος σε συνέντευξη του στο κεντρικό δελτίο του τηλεοπτικού σταθμού «Ε».
Πρόσθεσε ότι απομένουν ωστόσο να ολοκληρωθούν οι τεχνικές συνομιλίες, οι οποίες, όπως εκτίμησε, πλέον δεν θα παρουσιάσουν πολύ μεγάλα προβλήματα καθώς το βασικό πολιτικό πακέτο έχει συμφωνηθεί.
“Νομίζω ότι μπορούμε να μιλήσουμε για μια συμφωνία που παρά τα προβλήματα έχει μια ισορροπία”, είπε ο κ. Τζανακόπουλος.
Επισήμανε ότι κανένας δεν ισχυρίζεται ότι τα αρνητικά μέτρα δεν θα έχουν επιπτώσεις σε κοινωνικές ομάδες, όμως τόνισε ότι όταν παρουσιαστεί το σύνολο του πακέτου της συμφωνίας και με τα αντίμετρα, η εικόνα θα αλλάξει.
Σημείωσε την εκτίμηση του πως το γεγονός και μόνο ότι θα υπάρξουν περίπου 3,5 δισ. μέτρα δημοσιονομικής επέκτασης (αντίμετρα) που θα αφορούν στην στήριξη του κοινωνικού κράτους, τη στήριξη οικογενειών που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη των νέων, προγράμματα καταπολέμησης της ανεργίας, “εξισορροπούν την εικόνα και δίνουν τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να προχωρήσει στην υλοποίηση μιας κεντρικής πολιτικής εξαγγελίας της που είναι η οικοδόμηση ενός νέου κοινωνικού κράτους”.
Ο κ. Τζανακόπουλος σημείωσε ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να εφαρμόσει το πρόγραμμα με τρόπο κοινωνικά βιώσιμο διαπραγματευόμενη διαρκώς και πρόσθεσε ότι “τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα αν δεν είχε μεσολαβήσει όλη αυτή η μεγάλη διαπραγματευτική προσπάθεια της”.
“Για κάθε ευρώ επιβάρυνσης, θα υπάρχει και ένα ευρώ ελάφρυνσης”
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξήγησε αναλυτικά σχετικά με τα αντίμετρα, ξεκαθαρίζοντας:
Ο στόχος του προγράμματος για το 2018 είναι να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% και δήλωσε απολύτως βέβαιος ότι αυτό θα επιτευχθεί, καθώς η εικόνα που υπάρχει είναι ότι το 2016 θα κλείσει με πρωτογενές πλεόνασμα πάνω από 3%.
Αυτό σημαίνει, συνέχισε, ότι αν προσθέσουμε ως προς την πρόβλεψη για το 2019, 1% αρνητικά μέτρα τότε η πρόβλεψη θα δείχνει 4,5 και επομένως θα μπορούν να εφαρμοστούν και τα αντίμετρα του 1% ώστε να επιστρέψει τελικά το αποτέλεσμα στο 3,5%.
“Και είναι γι’ αυτόν τον λόγο που εκφράζουμε την απόλυτη βεβαιότητα ότι για κάθε ευρώ επινάρυνσης θα υπάρχει και ένα ευρώ ελάφρυνσης”, είπε.
Υπογράμμισε ότι “την ίδια στιγμή είναι εξαιρετικά θετικό το γεγονός ότι μπορέσαμε να απλώσουμε αυτή την δημοσιονομική προσαρμογή που απαιτούσε το ΔΝΤ σε δύο έτη, δηλαδή να μη γίνει μια και έξω, αλλά η πρώτη φάση το 2019 και η δεύτερη φάση το 2020”.
Ο κ. Τζανακόπουλος επισήμανε μια ακόμη παράμετρο.
Ότι η αλλαγή αυτή του δημοσιονομικού μείγματος έγινε γιατί η Γερμανία και η Ολλανδία έθεσαν ως προαπαιτούμενο για τη συνέχιση του προγράμματος τη συμμετοχή του ΔΝΤ.
Τόνισε ότι “το ΔΝΤ έλεγε ότι δεν θα συμμετέχει αν δεν γίνουν αυτά που ζητά και αυτό που επιτεύχθηκε ήταν -με μια αμοιβαία υποχώρηση και από την κυβέρνηση και από το ΔΝΤ που δέχθηκε την νομοθέτηση των αντιμέτρων πριν το κλείσιμο της συμφωνίας, δηλαδή εντός των διαδικασιών της β’ αξιολόγησης-, να βρούμε ένα σημείο ισορροπίας, χωρίς το οποίο η αβεβαιότητα θα ήταν τεράστια…”.
Αναφέρθηκε και στις αιτίες της καθυστέρησης στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, λέγοντας ότι μετά το περίγραμμα συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου έμπαιναν διαρκώς εμπόδια και δημιουργούνταν νέες κωλυσιεργίες από την πλευρά κάποιων εκ των δανειστών και πως τελικά η κυβέρνηση κατάφερε να επιλύσει το ζήτημα “με μια πολύ μεγάλη πολιτική κινητοποίηση και μια πολύ δύσκολη διαπραγματευτική μάχη” με αποτέλεσμα να επανέλθει στο χτεσινό Eurogroup το περίγραμμα της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου.
“Η ΝΔ έπαιξε τα ρέστα της για να υπονομεύσει την ολοκλήρωση κι αυτής της αξιολόγησης”
Παράλληλα, εξαπέλυσε “πυρά” κατά της ΝΔ, λέγοντας ότι “το μόνο που απαιτεί σχεδόν υστερικά είναι τη διενέργεια εκλογών κι αυτό γιατί γνωρίζει ότι η οικονομία είναι σε μια πορεία ανάκαμψης και πως με το κλείσιμο πλέον της β’ αξιολόγησης, ανοίγει ο δρόμος για να βγούμε από το πρόγραμμα και την επιτροπεία”.
“Έπαιξε τα ρέστα της και στην α’ και στη β’ αξιολόγηση για να υπονομεύσει την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης και της β’ αξιολόγησης”, είπε.
Πρόσθεσε ότι όταν η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έλεγε ότι για τις καθυστερήσεις δεν ευθύνεται η ελληνική πλευρά αλλά οι παράλογες απαιτήσεις που υπάρχουν στο τραπέζι από κάποιους, “η ΝΔ μέσω των ευρωβουλευτών της βγήκε και κατήγγειλε όχι την κυβέρνηση αλλά την ίδια την Ευρωπαϊκή Επιτροπή”.
“Είναι τόσο μεγάλη η επιθυμία τους να καταρρεύσει η δική μας προσπάθεια”, τόνισε, “που δεν διστάζουν σε αυτόν τον παροξυσμό τους να υπονομεύουν τα ίδια τα συμφέροντα της χώρας”.
“Έχω τη βαθιά πεποίθηση ότι η ΚΟ και το σύνολο του χώρου μας θα είναι απολύτως συμπαγείς”
Ερωτηθείς αν υπάρχει περίπτωση να μην ψηφίσει κάποιος απ’ τους βουλευτές, ο κ. Τζανακόπουλος είπε ότι “εμείς λειτουργούμε με βάση τις συλλογικές κυβερνητικές αποφάσεις, τις αποφάσεις της ΚΟ και τις αποφάσεις της ΚΕ του κόμματος”.
“Θα γίνει προφανώς μια συζήτηση”, είπε, για εκφράσει την εκτίμηση του ότι: “όλοι και στο κόμμα και στην κυβέρνηση και στην ΚΟ συνειδητοποιούν ότι εδώ πρόκειται για μια επιλογή που μας δίνει τη δυνατότητα να ανοίξουμε τον δρόμο για την έξοδο από την επιτροπεία.
»Προφανώς θα ακουστούν απόψεις, προφανώς θα υπάρξουν προβληματισμοί ή ανησυχίες, αλλά έχω την βαθιά πεποίθηση ότι στο τέλος η ΚΟ και το σύνολο του χώρου μας θα είναι απολύτως συμπαγείς”.
“Όλοι, ανάλογα με τη θέση τους, να σέβονται τους διαφορετικούς ρόλους”
Ερωτηθείς σχετικά με την κριτική της κυβέρνησης προς τον κ. Στουρνάρα, ο κ. Τζανακόπουλος είπε μεταξύ άλλων ότι “θα πρέπει όλοι, αναλόγως με τη θέση στην οποία βρίσκονται, να σέβονται τους διαφορετικούς ρόλους και ειδικά σε ό,τι αφορά την ΤτΕ είναι πολύ προτιμότερο να γίνεται μια συζήτηση τεχνικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που ορίζει το καταστατικό της ΤτΕ και ο νόμος και ο καταστατικός χάρτης του ευρωσυστήματος και όχι να γίνεται προσπάθεια άμεσης ή έμμεσης παρέμβασης στην πολιτική σφαίρα”.
“Νομίζω ότι είπαμε το αυτονόητο”, σχολίασε.
“Η επιχείρηση του παλιού πολιτικού μπλοκ απέτυχε ξανά παταγωδώς”
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι “ένα ολόκληρο μπλοκ που ξεκινάει από τον πάλαι ποτέ εκσυγχρονισμό και φτάνει μέχρι την ηγεσία της ΝΔ όλο το τελευταίο διάστημα έκανε το παν ώστε να μην καταλήξουμε σε συμφωνία, να δημιουργηθούν αναταράξεις στην οικονομία και αυτό να έχει και πολιτικά αποτελέσματα”.
“Η όλη επιχείρηση που επιχειρήθηκε να στηθεί, απέτυχε παταγωδώς όπως και στην διάρκεια της α’ αξιολόγησης”, τόνισε.
“Ο κ. Σόιμπλε λειτουργεί πάντα εντός ενός δεδομένου πολιτικού συσχετισμού δύναμης”
Κληθείς να σχολιάσει “μια στροφή” που φαίνεται να έχει κάνει ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ Β. Σόιμπλε, ο κ. Τζανακόπουλος επισήμανε ότι βεβαίως τα πρόσωπα έχουν τις δικές τους προσωπικές τακτικές, πολιτικές και θεωρητικές σκέψεις, ωστόσο λειτουργούν στο πλαίσιο και ενός συσχετισμού δύναμης.
“Ο κ. Σόιμπλε”, είπε, “λειτουργεί πάντοτε ως πάρα πολύ έμπειρος πολιτικός εντός ενός δεδομένου πολιτικού συσχετισμού δύναμης, βλέπει κάθε φορά τι μπορεί και δεν μπορεί να κερδίσει”.
Εξήγησε ότι η Ελλάδα του 2017 δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα του 2015 και πως η ίδια η εικόνα της στήριξης της από την Κομισιόν, το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, δεκάδες ευρωβουλευτές από διάφορες πολιτικές οικογένειες, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.
Σημείωσε ότι με συντονισμένες προσπάθειες και ένα σαφές στρατηγικό σχέδιο, η κυβέρνηση έχει καταφέρει να διακόψει τον πολιτικό και διπλωματικό απομονωτισμό της χώρας και ότι αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι κάθε εβδομάδα επιλέγουν να επισκεφθούν τη χώρα μας πολιτικές προσωπικότητες μεγάλου βεληνεκούς και διεθνείς ηγέτες που δεν τολμούσαν καν όχι να έρθουν στη χώρα αλλά ακόμα και να φωτογραφηθούν με Έλληνα πρωθυπουργούς τα προηγούμενα χρόνια.
“Τελικά αυτός που θα αποφασίσει δεν θα είναι οι δημοσκόποι αλλά ο λαός, το 2019”
Αναφορικά με τις δημοσκοπήσεις, επισήμανε ότι πολλές φορές τα τελευταία χρόνια έχει αποδειχθεί ότι δεν μπορούν να πιάσουν τον κοινωνικό παλμό.
Πρόσθεσε ότι είναι απολύτως φυσιολογικό μια κυβέρνηση που εφαρμόζει ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής να υπόκειται σε πολιτική φθορά.
“Ωστόσο”, είπε, “με τη νέα κατάσταση πραγμάτων που διαμορφώνεται με την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης και τις πρωτοβουλίες που θα συνεχίσουμε να παίρνουμε ώστε να στηρίζουμε -ει δυνατόν και δεδομένων των δημοσιονομικών περιορισμών- τις κοινωνικές δυνάμεις που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη στήριξης, θα έχουμε τη δυνατότητα να ανατρέψουμε το πολιτικό κλίμα και, τελικά, αυτός που θα αποφασίσει δεν θα είναι οι δημοσκόποι, αλλά ο ελληνικός λαός όταν έρθει η ώρα, το 2019”.