Στο θέμα της «φέτας» που προκύπτει από τη συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον Καναδά, επανήλθε η ΝΔ, μετά τον σάλο που προκλήθηκε από δημοσίευμα που έκανε γνωστό ότι ευρωβουλευτές της ψήφισαν θετικά τη συμφωνία.
Από το Γραφείο Τύπου της Νέας Δημοκρατίας, για τη Συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης – Καναδά (CETA), εκδόθηκε σήμερα Παρασκευή, η ακόλουθη ανακοίνωση:
«Η ελληνική φέτα παραμένει προστατευμένη»
«Η Συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης – Καναδά (CETA) φέρνει την προστασία της φέτας σε σαφώς καλύτερο επίπεδο από αυτό που ήταν πριν.
Για τους παραγωγούς – στην πλειοψηφία τους Έλληνες – που ήδη δραστηριοποιούνται στην καναδική αγορά, η CETA προβλέπει ότι, προς το παρόν, μπορούν να χρησιμοποιούν τη λέξη “φέτα“, συνοδευόμενη, υποχρεωτικά από τη φράση “Made in Canada” και, βεβαίως, χωρίς ελληνικά σύμβολα.
Προβλέπει, επίσης, ότι από εδώ και στο εξής, κανένας νέος παραγωγός δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τη λέξη “φέτα”, παρά μόνο εάν διατυπώσει συγκεκριμένα ότι πρόκειται για “τυρί τύπου φέτας” Made in Canada.
Επιπλέον, η ελληνική φέτα παραμένει απολύτως προστατευμένη στην Ευρώπη.
Δηλαδή, το “τυρί τύπου φέτα” του Καναδά δεν μπορεί να εξαχθεί στην Ευρώπη.
Το γεγονός ότι δεν επιτεύχθηκε η πλήρης προστασία της φέτας οφείλεται αποκλειστικά στους χειρισμούς της Κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου.
Οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, σε αντίθεση με την κυβερνητική γραμμή και την υπογραφή του Υπουργού Οικονομίας κ. Γ. Σταθάκη, καταψήφισαν τη CETA, όχι για τη φέτα, αλλά για εργασιακά θέματα.
Σε κάθε περίπτωση, το ισοζύγιο της Συμφωνίας αυτής είναι θετικό για την Ελλάδα και σε αυτό στηρίχτηκε η υπερψήφισή της από τους ευρωβουλευτές της Νέας Δημοκρατίας.
Με τη συγκεκριμένη συμφωνία για την Ελλάδα εκλείπουν οι δασμοί 8% – 12% για μία σειρά ελληνικών αγροτικών – και όχι μόνο – προϊόντων. Παράδειγμα, τα ροδάκινα, το ελαιόλαδο, τα τυριά, οι γούνες, τα τυποποιημένα ελληνικά προϊόντα κ.λπ. Άρα, γίνονται τα προϊόντα μας ανταγωνιστικότερα σε μία προηγμένη αγορά 30.000.000 κατοίκων.
Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα παράγει ετησίως 120.000 τόνους φέτας. Η εσωτερική ζήτηση είναι 80.000 τόνοι. Οι ανάγκες της Ευρώπης μπορούν να φτάσουν τους 500.000, ενώ οι ανάγκες της παγκόσμιας αγοράς προσεγγίζουν τους 1.000.000 τόνους ετησίως.
Άρα, οι Έλληνες παραγωγοί έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν την παραγωγή τους, να διαφημίσουμε ως χώρα το γνήσιο προϊόν φέτα και να το πουλήσουν με ευκολία, αφού η ζήτησή της, μόνο στην Ευρώπη, είναι πενταπλάσια της σημερινής παραγωγής μας.
Τα προβλήματα του πρωτογενή τομέα είναι βαθιά και διαρθρωτικά. Η Νέα Δημοκρατία και ο Πρόεδρός της, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, έχουν καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις για την αντιμετώπισή τους.
Ας μην αναζητούν, λοιπόν, κάποιοι φανταστικούς ανεμόμυλους επειδή δεν μπορούν να δώσουν τον αγώνα για την ποιοτική αναβάθμιση του πρωτογενή τομέα».