Ιδιαίτερα σκληρές αποφάσεις στον τομέα των εργασιακών προτείνουν οι δανειστές, όπως περιγράφονται σε εσωτερικό έγγραφο που κοινοποιήθηκε στο Eurogroup με την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, και έρχονται στο φως μέσω της Έκθεσης του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, οι θεσμοί προσανατολίζονται στο πρότυπο ευελιξίας με ασφάλεια, που εφαρμόζεται στην Δανία, ένα σύστημα απασχόλησης, που αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση.
Τα κύρια χαρακτηριστικά του μοντέλου της Δανίας είναι το απορρυθμισμένο θεσμικό πλαίσιο προστασίας της απασχόλησης, οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, η δια βίου μάθηση και ο κοινωνικός διάλογος. Πρόκειται για ένα μοντέλο το οποίο επιτρέπει την αριθμητική, λειτουργική ευελιξία αλλά και την ευελιξία των μισθών με την ταυτόχρονη παροχή κοινωνικών επιδομάτων.
Η κινητικότητα της εργασίας είναι το κύριο συστατικό του μοντέλου το όποιο όμως συνοδεύεται από ένα περιεκτικό δίκτυ ασφαλείας για τους ανέργους, ενώ είναι προϊόν κοινωνικού διαλόγου. Το 25% των εργαζόμενων είναι νεοεισερχόμενοι, ενώ περίπου τα 2/3 προέρχονται από άλλη εργασία. Υπάρχει και ένα ποσοστό εργαζομένων που κάποια στιγμή είτε μένουν άνεργοι είτε λαμβάνουν κάποια βοήθεια, όμως μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα επανεντάσσονται στην αγορά εργασίας ή παρακολουθούν κάποιο πρόγραμμα ενεργητικής πολιτικής.
Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, το ζητούμενο της μεταρρύθμισης των εργασιακών είναι η ευελιξία αλλά με την προστασία των εργαζόμενων, η οποία όμως δεν θα πρέπει να είναι υπέρμετρη γιατί δημιουργούνται στρεβλώσεις.
Παράλληλα οι συντάκτες εκτιμούν ότι τα σκληρά μέτρα μπορούν να ανασχεθούν και να θεραπευτούν όταν επιστρέψει η ανάπτυξη.
Συγκεκριμένα, στην έκθεση τονίζονται μεταξύ άλλων τα εξής:
– Το πόρισμα της Διεθνούς Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων περιέχει προτάσεις που «θα βοηθήσουν την κυβέρνηση να απεγκλωβισθεί από τη λογική άκαμπτων κόκκινων γραμμών» και πρέπει να εξετασθούν υπό το φως των προβλημάτων όπως οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων για κήρυξη απεργίας, τις επιχειρησιακές συμβάσεις και την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας από τις επιχειρήσεις.
– «Κατά τη γνώμη μας», αναφέρεται, «πρώτον και κύριο καθήκον του κράτους (και της πολιτικής) είναι να επιτύχει, στον βαθμό που μπορεί, χαμηλό επίπεδο ανεργίας. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να αποφεύγονται διάφορες παθολογίες στις αγορές εργασίας (…) Σε συνθήκες ανάπτυξης είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά ή να βελτιωθούν πάσης φύσης «εργαλεία», όπως ο κατώτατος μισθός, η φορολογική σφήνα («tax wedge») και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις σε μια κουλτούρα διαλόγου.
– «Εκτιμούμε ότι η επιστροφή στο παρελθόν θα δυσκόλευε την έξοδο της χώρας από την κρίση» (…) Η προάσπιση του status quo είναι αντιπαραγωγική και, μακροπρόθεσμα, λόγω των οικονομικών και τεχνολογικών εξελίξεων και της τρέχουσας ρύθμισης της διεθνούς οικονομίας, μη ρεαλιστική.
Ομαδικές απολύσεις
Ως προς το θέμα των ομαδικών απολύσεων, οι θεσμοί κρίνουν απαραίτητη την κατάργηση των περιορισμών και την αύξηση του ποσοστού του ορίου των απολύσεων από 5% σε 10%.
Για το συνδικαλιστικό νόμο, οι θεσμοί υποστηρίζουν ότι δεν έχουν πραγματοποιηθεί αλλαγές στη δομή και την οργάνωση των συνδικάτων, στην εξασφάλιση της εκπροσώπησης όλων των εργαζομένων, καθώς και την εφαρμογή της «ανταπεργίας» («lockout»). Τέλος, επισημαίνουν ότι θα ήταν χρήσιμη η δημιουργία μιας πλατφόρμας ηλεκτρονικής καταγραφής των μελών των συνδικάτων που θα μείωνε τη γραφειοκρατία και θα καταπολεμούσε πρακτικές εκμετάλλευσης.