Στο πλαίσιο του συνεδρίου του Economist που διοργανώνεται στην Ελλάδα ο υπουργός Εθνικής Άμυνας και πρόεδρος των Ανεξάρτητων Ελλήνων Πάνος Καμμένος παρέθεσε ομιλία γύρω από τα διεθνή θέματα, την Ευρωπαϊκή Ενωση, τη διεθνή τρομοκρατία και την προσφυγική κρίση.
Αναλυτικά η ομιλία του κ. Καμμένου:
«Κυρίες και κύριοι,
θα ήθελα με τη σειρά μου να σας καλωσορίσω στην Ελλάδα, να ευχαριστήσω τους οργανωτές για την πρόσκληση και για την ευκαιρία που έχουμε να επικοινωνήσουμε. Είναι αλήθεια ότι το Economist, μέσα από μια ιστορική διαδρομή δεκαετιών, αποδεικνύει με αυτό το συνέδριο ότι οι εκδηλώσεις παραγωγής σκέψης δίνουν την ευκαιρία να υπάρχουν διαρθρωμένες συνεργασίες μεταξύ πολιτικών θεσμών, κρατικών φορέων, ιδιωτικής πρωτοβουλίας και επιστημονικής κοινότητας.
Θα ήθελα, κατ’ αρχήν, να παρακαλέσω τον κ. Kekic, όταν χρησιμοποιεί τον όρο «Μακεδονία» – για τα Σκόπια – να αναφέρει «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Για την Ελλάδα και τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών αυτή είναι η επίσημη ονομασία και νομίζω ότι θα συνεννοούμαστε καλύτερα όταν δεχόμαστε τους διεθνείς όρους που είναι αποδεκτοί από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και δεν υιοθετούμε τις αλυτρωτικές βλέψεις κάποιων γειτόνων μας.
Το κλίμα, λοιπόν, το οποίο επιθυμούμε όλοι να διαμορφώσουμε είναι το κλίμα της εμπέδωσης ενός γόνιμου διαλόγου και η εδραίωση ενός κλίματος συνεργασίας, εμπιστοσύνης και ασφάλειας. Αυτό το κλίμα το επιζητούμε για να συνεργαστούμε στενά, ιδιαίτερα σε θέματα που έχουν να κάνουν με την ασφάλεια και την προστασία των πολιτών και να επανεκτιμήσουμε τις στρατηγικές μας και αν χρειαστεί ακόμα και να προσαρμόσουμε περαιτέρω τις δομές μας.
Γνωρίζετε πολύ καλά ότι αυτά τα θέματα δεν αφορούν μόνο τους ειδικούς ή ένα περιορισμένο ακροατήριο. Αντίθετα, αφορούν και επηρεάζουν όλους μας, ακόμη και την καθημερινότητά μας. Ας αναλογιστούμε τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις στις πόλεις μας, στο Παρίσι, στις Βρυξέλλες
Η πρόκληση και ο στόχος μας είναι να μπορέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση να διατηρήσει και να αυξήσει το επίπεδο ευημερίας της σε αυτόν το μεταβαλλόμενο κόσμο, ενώ ταυτόχρονα να προαγάγει και να προστατεύσει τις αξίες και τα συμφέροντά της.
Τα μηνύματα δεν είναι καθησυχαστικά ούτε για την Ευρωπαϊκή Ένωση ούτε για τους πολίτες της. Η παγκόσμια οικονομική κρίση, η γήρανση του πληθυσμού, τα μεταναστευτικά ρεύματα και η προσφυγική κρίση απειλούν την ανταγωνιστικότητα των οικονομιών μας, τη βιωσιμότητα των κοινωνικών προτύπων μας.
Η πίεση προς τα κάτω όσον αφορά το κόστος και τα ημερομίσθια μαζί με τις προκλήσεις που συνδέονται με την αλλαγή του κλίματος και την αύξηση της ενεργειακής εξάρτησης συνδυάζεται με τη στροφή της παγκόσμιας κατανομής της παραγωγής, αλλά και της αποταμίευσης προς Ανατολάς.
Και σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, οι απειλές της τρομοκρατίας, του οργανωμένου εγκλήματος, των κυβερνοεπιθέσεων και της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής, των ασύμμετρων και υβριδικών απειλών επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο το περιβάλλον.
Το ερώτημα είναι λοιπόν: Θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε σε αυτήν την κρίσιμη καμπή της ιστορίας μας στις προκλήσεις των καιρών μας; Η απάντησή μας θα είναι καταφατική μόνο εάν όλοι μας, πολιτικοί, πολίτες, εργοδότες και εργαζόμενοι, είμαστε σε θέση να συνασπισθούμε γύρω από ένα νέο κοινό στόχο που θα καθοριστεί από τις ανάγκες της εποχής μας.
Και ο κοινός στόχος δεν είναι άλλος από τη συνεργασία και την αλληλεγγύη. Διότι οι προκλήσεις που μας περιμένουν είναι πολύ μεγάλες. Είναι αδύνατο να αντιμετωπιστούν από οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα χωριστά.
Μόνο εάν υπάρξει συνεργασία η Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι ικανή να αποτελέσει παράγοντα αλλαγής παγκοσμίως, ρυθμιστή τάσεων και όχι απλώς έναν παθητικό παρατηρητή που θα παρακολουθεί τις εξελίξεις στην περιοχή.
Η παγκοσμιοποίηση ενέτεινε την αίσθηση ότι είμαστε ευάλωτοι, καθόσον κατέλυσε τα όρια μεταξύ εσωτερικών και εξωτερικών μορφών ασφάλειας. Οι υψηλής ταχύτητας επικοινωνίες, η μεγάλη κινητικότητα και οι άμεσες χρηματοοικονομικές συναλλαγές παρέχουν αναβαθμισμένες δυνατότητες στις εγκληματικές και τρομοκρατικές οργανώσεις στη λειτουργία αλλά και στην επίτευξη του στόχου τους.
Ένοπλες συρράξεις σε μια μακρινή ήπειρο μπορούν να απειλήσουν την εσωτερική σταθερότητα της Ευρώπης προκαλώντας μεγάλες εισροές προσφύγων.
Πλέον όλο και περισσότερο γινόμαστε κοινωνοί τυφλών τρομοκρατικών χτυπημάτων, που προκαλούν σοκ στη βεστφαλιανή κοινωνία των κυρίαρχων κρατών. Αποδεικνύεται κάθε φορά, ότι οι μη κρατικές οργανώσεις είναι σε θέση να πλήξουν καίριους στόχους ανά τον κόσμο και να προωθήσουν την ανατροπή του συστήματος και την αντικατάστασή του από τον θρησκευτικό διαχωρισμό του κόσμου με βάση τις μεσαιωνικές θεοκρατικές αντιλήψεις.
Η νέα γενιά τζιχαντιστών, που έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, στην Ευρώπη και στην Ευρασία, όχι μόνο διευρύνει τις επιχειρησιακές δυνατότητες του ισλαμικού φονταμενταλισμού, του ισλαμικού τρομοκρατικού δικτύου, αλλά και πιθανότατα είναι δυνατό να τροφοδοτήσει ένα κύμα διάσπαρτων μικρής κλίμακας επιθέσεων εναντίον απροστάτευτων στόχων.
Τέτοιες επιθέσεις έχουν ήδη λάβει χώρα σε ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ, αλλά και στη Ρωσία και ενισχύουν την εκτίμηση της απειλής για πιθανή εκδήλωση και νέων μελλοντικών ενεργειών.
Είναι ξεκάθαρο, ότι σε αυτό το σημείο είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να συνεννοηθούμε και να συνεργαστούμε. Παράδειγμα, είναι το χτύπημα στη Βοστώνη κατά τη διάρκεια του μαραθωνίου. Εκτελέστηκε από Τσετσένους τρομοκράτες. Δεν είναι δυνατόν στον κοινό εχθρό που είναι η τρομοκρατία να μην υπάρχει το μίνιμουμ της συνεργασίας μεταξύ του ΝΑΤΟ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και της Ρωσίας.
Όπως επίσης και με χώρες σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου εκτός ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως είναι το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Ιορδανία, τα Αραβικά Εμιράτα.
Σημαντικό ρόλο έχει η Κύπρος. Αυτό ακριβώς χτίζουμε σήμερα στην Ελλάδα. Χτίζουμε μία μεγάλη ασπίδα σταθερότητας που ξεκινάει από την Ελλάδα προς τα βόρεια και επεκτείνεται προς τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία και προς τα νότια, την Κύπρο, το Ισραήλ, την Ιορδανία, την Αίγυπτο, τα Αραβικά Εμιράτα.
Είναι προφανές, ότι εάν γενικευθούν τα χτυπήματα, θα διαμορφώσουν ένα εφιαλτικό κλίμα μαζικής ανασφάλειας, το οποίο εκ των πραγμάτων θα διαταράξει την καθημερινότητα και θα λειτουργήσει ως καταλύτης για τη συρρίκνωση των δημοκρατικών ελευθεριών.
Δεν αποκλείεται, μάλιστα, να προκληθεί ένα κύμα ρατσιστικών επιθέσεων εναντίον απλών μουσουλμάνων και βεβαίως να διογκωθεί η επιρροή των ξενοφοβικών κομμάτων. Όλα δείχνουν, πάντως, ότι το μοντέλο της πολυπολιτισμικής κοινωνίας στην Ευρώπη δοκιμάζεται σοβαρά.
Την ίδια στιγμή, η Ευρώπη έρχεται αντιμέτωπη με ένα εξίσου σημαντικό ζήτημα. Το μεταναστευτικό, το οποίο πέραν της βαθιάς ανθρωπιστικής του διάστασης, έχει και πολιτικές προεκτάσεις, αφού επί της ουσίας θέτει τη δομή και τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια νέα δοκιμασία. Το ζήτημα αυτό διχάζει πάλι τη γηραιά ήπειρο.
Μετά την οικονομική κρίση, που τη χώρισε σε Βορρά και Νότο, τη διασπά ξανά, από πλευράς θέσεων και νοοτροπίας, σε Δύση και Ανατολή. Εξάπτει εθνικισμούς, λαϊκισμούς και φοβίες αδικαιολόγητες, υπονομεύοντας την ίδια την πεμπτουσία της Ευρώπης, την αλληλεγγύη ως βάση και την ανοικτή κοινωνία ως επιλογή.
Δυστυχώς, σήμερα, η παράνομη μετανάστευση εμπλέκεται με ζητήματα τρομοκρατίας, οργανωμένου εγκλήματος και άμυνας, καθώς υπάρχουν δρώντες που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τις πολιτιστικές και κοινωνικές ευαισθησίες των δυτικών κρατών για να ενσπείρουν τον τρόμο και την ακραία βία στο πλαίσιο εξυπηρέτησης ενθετικών, θρησκευτικών και οικονομικών συμφερόντων.
Οι ίδιοι οι πρόσφυγες που αποτελούν θύματα της τρομοκρατίας της Daesh βλέπουμε ότι πολλές φορές χρησιμοποιούνται, προκειμένου τρομοκρατικά στοιχεία να περάσουν μαζί τους προς τη Δύση και μάλιστα εκμεταλλευόμενοι την ίδια την προσφυγική ταυτότητα, την οποία βεβαίως και φέρουν οι πρόσφυγες και πρέπει να προστατευθούν βάσει των διεθνών συμβάσεων που έχουμε υπογράψει όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Ευρώπη χρειάζεται να εμπεδώσει μία κοινή κουλτούρα, μία κοινή πολιτική για το μεταναστευτικό πρόβλημα, το οποίο έχει πολλαπλές διαστάσεις για την ίδια, ώστε ο Ευρωπαίος πολίτης της Ελλάδας και της Ιταλίας να μην αισθάνεται αβοήθητος και μόνος απέναντι σε αυτή την κρίση.
Σε αυτό το σημείο, είναι πολύ σημαντικό το ότι καταφέραμε σε συνεργασία με το ΝΑΤΟ – σε μια συμφωνία που ξεκίνησε από μια πρωτοβουλία της Υπουργού Άμυνας της Γερμανίας με τη συμμετοχή της Ελλάδας και της Τουρκίας – να απλωθούν οι δυνάμεις της SNMG2 στο ανατολικό Αιγαίο, με την Ελλάδα να δίνει πρώτη – και μόνη – διπλωματική άδεια σε όλα τα χωρικά της ύδατα, με τις αρχικές αντιδράσεις που υπήρχαν από την Τουρκία – που ελπίζω να μη συνεχιστούν΄
Και συνέχισε λέγοντας πως παρότι βλέπετε ότι στη Βαρσοβία θα υπάρξει μια προσπάθεια να σταματήσει η επιχείρηση – με αποτέλεσμα αυτή η συμφωνία και αυτή η επιχείρηση του ΝΑΤΟ να καταφέρει να σταματήσει τις μεταναστευτικές ροές. Από 5.000-8.000 μετανάστες και πρόσφυγες την ημέρα στο Ανατολικό Αιγαίο, περάσαμε στους 0-25, με εξαιρέσεις βεβαίως, κάποιες ημέρες που έχουμε κάποια κύματα, τα οποία δείχνουν και την ιδιαίτερη ανάγκη να συνεχιστεί αυτή η επιχείρηση στο ανατολικό Αιγαίο.
Ο υβριδικός πόλεμος δεν αποτελεί ένα νεωτερισμό της εποχής, αλλά τα τελευταία χρόνια διαφαίνεται ολοένα και περισσότερο ότι θα αποτελέσει μια κεντρική επιλογή στον τρόπο που εκδηλώνονται και εξελίσσονται οι προσπάθειες εκείνων των κρατών που λειτουργούν αναθεωρητικά στο υφιστάμενο status quo. Και αυτό, γιατί οι υβριδικές απειλές αναπτύσσονται σε περιβάλλον «υβριδικής ειρήνης». Δηλαδή, σε κοινωνίες με μειωμένη συνεκτικότητα, μη ανθρωποκεντρικές και με ελλιπή το ρόλο του κράτους δικαίου.
Θα έλεγα πως η διεθνής κοινότητα, ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, η Ευρωπαϊκή Ένωση, όλος ο δυτικός κόσμος, και όχι μόνο, και η Ρωσία, βρέθηκαν αντιμέτωποι με νέες καταστάσεις. Το ζήτημα είναι, όμως, πώς βλέπουμε να διακλαδώνεται η κρίση, πώς αλλάζει μορφή, πώς μεταλλάσσεται.
Βλέπετε την αμηχανία στην οποία βρίσκονται οι μεγάλες δυνάμεις του κόσμου, το G8, το G20, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία έχει μια πολιτική, θεσμική αδυναμία να αντιμετωπίσει με την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα που πρέπει αυτές τις προκλήσεις.
Ένας μεγάλος παράγοντας της κρίσης είναι ότι υπάρχει στρατηγικό κενό από τη δυτική πλευρά του κόσμου. Η αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης – και εντέλει του ΝΑΤΟ – και φυσικά η αδυναμία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών να διατυπώσει έγκαιρα ένα ολοκληρωμένο στρατηγικό σχέδιο, που να πείθει πως έχει αρχή, μέση και τέλος, πως περιλαμβάνει δηλαδή μία στρατηγική εισόδου και μία στρατηγική εξόδου απ’ την κρίση. Δε θα ξεχάσω ποτέ τον Διευθυντή Πληθυσμών του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στον ΟΑΣΕ στη Λισαβόνα, το 1999, στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση, όταν προειδοποίησε για τα κύματα των μεταναστών ότι θα φτάσουν, όπως υπολόγιζε ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, στα 50 εκατομμύρια το χρόνο από την Ανατολή προς την Δύση.
Αν όμως συνεχίσουμε – και αυτό θέλω να συνεισφέρω στην συζήτησή μας σήμερα – να αντιμετωπίζουμε τις νέες απειλές, τα νέα προβλήματα αστάθειας σε παγκόσμια κλίμακα, από την οπτική γωνία των περιοχών που εμφανίζονται, αγνοούμε ή υποβαθμίζουμε την οπτική γωνία που τοποθετεί τη Δύση στο ρόλο του παρατηρητή. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να δούμε ποια είναι η δική μας ευθύνη. Είναι η Δύση ένας ακόμα παράγοντας αβεβαιότητας;
Γιατί το πρόβλημα δεν είναι η διαχείριση της κρίσης στη Λιβύη ή η αντιμετώπιση της κατάστασης στη Συρία. Το πρόβλημά μας είναι η συνολική θεώρηση του πράγματος, η οποία όπως αντιλαμβάνεστε είναι η μόνη που μπορεί να μας επιτρέψει να διαμορφώσουμε μια στερεή και ευανάγνωστη στρατηγική, ευανάγνωστη όμως και από τους λαούς μας. Ελπίζω ότι η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Βαρσοβία θα βοηθήσει ιδιαίτερα στην χάραξη μιας τέτοιας πολιτικής.