Παρουσία του επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να ανοίξει και επίσημα το θέμα των εργασιακών, το οποίο θα αποτελέσει το επόμενο πεδίο σύγκρουσης στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης.
Η προσμονή νέων παράλογων και ακραιφνώς νεοφιλεύθερων πολιτικών… απορρύθμισης της αγοράς εργασίας έχει σημάνει συναγερμό στο Μαξίμου που ήδη εδώ και καιρό προετοιμάζει το έδαφος για τη μεγάλη μάχη με το ΔΝΤ.
Στο πλαίσιο αυτό η επιλογή του πρωθυπουργού να ανοίξει το θέμα με την επισημοποίηση της συμμαχίας με την Κομισιόν κατά των μέτρων που οδηγούν σε εργασιακό Μεσαίωνα, μονάχα τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί.
Ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρεί να στήσει τα κατάλληλα αναχώματα, παίρνοντας στρατηγική θέση απέναντι στις αιτιάσεις του Ταμείου, που αποτελεί κοινό μυστικό ότι αποτελούν ευσεβής πόθους και συγκεκριμένων κύκλων εντός των τειχών.
Για αυτό το λόγο ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε “αντιπαραγωγική” τη “νεοφιλελεύθερη εμμονή στα εργασιακά”, δίνοντας το στίγμα των προθέσεων της κυβέρνησης με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, στο κυβερνητικό επιτελείο εμφανίζονται ιδιαιτέρως ικανοποιημένοι από την ψήφο εμπιστοσύνης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διά στόματος Γιούνκερ, τόσο για την στροφή στην ανάκαμψη όσο κυρίως για το φλέγον ζήτημα των εργασιακών.
Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι στην κατ’ ιδίαν συνομιλία που είχαν οι δύο πολιτικοί, ο κ. Γιούνκερ υπογράμμισε στον Αλέξη Τσίπρα πως η κυβέρνηση τα έχει καταφέρει πολύ καλά και πλέον “έχει γυρίσει το παιχνίδι”.
Ενόψει του δεύτερου γύρου διαπραγμάτευσης το φθινόπωρο ο επικεφαλής της Κομισιόν ζήτησε από τον Έλληνα πρωθυπουργό να έχουν ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας.
Ο ίδιος ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ τάχθηκε υπέρ της επιστροφής των συλλογικών διαπραγματεύσεων και κατά των ομαδικών απολύσεων, ενώ την ίδια ώρα ο Αλέξης Τσίπρας από το Μέγαρο Μαξίμου έστελνε σαφές μήνυμα στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού πως «η ανάκαμψη στην Ελλάδα δε μπορεί να στηριχθεί στη συντριβή της εργασίας».
Στόχος τόσο της κυβέρνησης όσο και της Κομισιόν είναι να αποφευχθεί η δραματοποίηση της δεύτερης αξιολόγησης για τα εργασιακά και να μην συρθεί η χώρα και η οικονομία σε μία τόσο κρίσιμη καμπή για τη σταθεροποίησή της σε μία νέα διαπραγμάτευση θρίλερ.
Ωστόσο, για να καταστεί αυτό εφικτό, κοινός τόπος των δύο πλευρών είναι ότι πρέπει να αποκρουστούν οι μεσαιωνικές απαιτήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για τα εργασιακά.
Ένοχη σιωπή του ΣΕΒ για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις
Λίγες ώρες αργότερα από το βήμα της ετήσιας συνέλευσης του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων, ο πρωθυπουργός απηύθυνε έκκληση στο ΣΕΒ για διάλογο για τα εργασιακά.
Το μήνυμα το οποίο έστειλε ο Αλέξης Τσίπρας τόσο προς τους κοινωνικούς όσο και προς τους διεθνείς εταίρους έχει ως κεντρική πολιτική γραμμή την επιστροφή των συλλογικών συμβάσεων εργασίας για την επίτευξη της “δίκαιης ανάπτυξης” με κοινωνικό αντίκρυσμα, θέση η οποία αποτελεί και προγραμματική δήλωση της κυβέρνησης.
Μέχρι στιγμής ΓΣΕΕ και ΓΕΣΕΒΕΕ έχουν ταχθεί υπέρ των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ενώ κλειστά επέλεξε να κρατήσει τα χαρτιά του ο ΣΕΒ, αρκούμενος να διαψεύσει ότι είναι στην ατζέντα του το λοκ άουτ και οι ομαδικές απολύσεις.
Με τον τρόπο αυτό το Μαξίμου επιχειρεί να επαναλάβει τη μέθοδο του… Ασφαλιστικού, όπου η κυβέρνηση είχε καταφέρει να εξασφαλίσει στο πλευρό της έναντι των δανειστών τις εργοδοτικές ενώσεις. Ο πρωθυπουργός είπε ότι «χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας που θα σέβονται τις κοινωνικές, ψυχολογικές και δημιουργικές πλευρές της εργασίας και δεν θα υποβιβάζουν τον εργαζόμενο σ’ ένα αναλώσιμο συντελεστή της παραγωγικής διαδικασίας. Η μονομερής, ακραίας νεοφιλελεύθερης προσέγγισης εμμονή στην ελαστικοποίηση της εργασίας στη μείωση του εργατικού κόστους και στην απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, είναι σε τελευταία ανάλυση αντιπαραγωγική. Καθώς λειτουργεί εις βάρος όχι μόνο των εργαζομένων αλλά και της ίδιας της παραγωγικότητας της εργασίας».