Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλ
Αίθουσα Σύνταξης
Τμήμα ειδήσεων tribune.gr

Ρουμελιώτης: Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές αιτία της ανθρώπινης δυστυχίας

Ρουμελιώτης: Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές αιτία της ανθρώπινης δυστυχίας
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Διαβάστε σχετικά για ΔΝΤ - Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ευρωζώνη, Κερδοσκοπικά Κεφάλαια, Νεοφιλελευθερισμός, Οικονομική Κρίση, Παναγιώτης Ρουμελιώτης, Τράπεζες, Χρηματιστήριο,

Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που ευνοούν την ασυδοσία των αγορών αποτελούν την αιτία της ανθρώπινης δυστυχίας, της φτώχειας και της ανεργίας, επισημαίνει σε άρθρο του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης, αναπληρωτής Εκτελεστικός Διευθυντής στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, από τον Μάρτιο του 2010 έως τον Δεκέμβριο του 2011.

Όπως υποστηρίζει ο κ. Ρουμελιώτης:

Σήμερα, μετά από τόσες χρηματοπιστωτικές κρίσεις που έπληξαν τον κόσμο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, θα πρέπει η διεθνής κοινότητα να αυτοπροστατευτεί από τις αυθαιρεσίες των χρηματοπιστωτικών αγορών και τους κερδοσκόπους, ώστε να αποφευχθεί μια νέα τραγικότερη και σοβαρότερη χρηματοπιστωτική κρίση.

Είναι βέβαιο ότι οι αγορές αυτές απέκτησαν με την παγκοσμιοποίηση τοξικά και επικίνδυνα εργαλεία … όπλα που αποδείχτηκε ότι μπορούν να προκαλέσουν την κατάρρευση του παγκόσμιου οικοδομήματος. Ταυτόχρονα, προκαλούν και άμεση ανθρώπινη δυστυχία, φτώχεια, ανεργία, κοινωνική μιζέρια, ενώ οι κερδοσκόποι μένουν στο απυρόβλητο και συνεχίζουν το καταστροφικό τους έργο, προετοιμάζοντας τη δημιουργία των επόμενων χρηματοπιστωτικών φουσκών και κρίσεων.

Σήμερα και πάλι η παγκόσμια οικονομία κινδυνεύει να περιέλθει σε μια νέα σοβαρή κρίση, παρά το γεγονός ότι έχει πληγεί ήδη σοβαρά από τις δύο πρόσφατες κρίσεις του 2007-2008 και του 2010. Για μία ακόμα φορά το βασικό ερώτημα παραμένει αν η παγκόσμια πολιτική ελίτ θα συνεχίσει να διαχειρίζεται κατασταλτικά τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις, να κερδίζει χρόνο ώστε να ξεχαστούν οι κοινωνικές παράπλευρες καταστροφές που προκάλεσαν οι κρίσεις αυτές, να εκτονωθούν οι κοινωνικές αντιδράσεις και να αποφευχθούν οι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις του συστήματος που θα ανατρέψουν τέτοιες κρίσεις στο μέλλον.

Δυστυχώς, η μέχρι τώρα ιστορική εμπειρία κατέδειξε ότι τα ισχυρότερα κερδοσκοπικά και τραπεζικά συμφέροντα, που έχουν πλέον ενισχυθεί από την παγκοσμιοποίηση και έχουν αποδυναμώσει τις εθνικές κυβερνήσεις, πετυχαίνουν να επιβάλουν και να διασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα σε βάρος των αδύναμων στρωμάτων.

Χρειάστηκε η δυναμική παρέμβαση του Προέδρου Φ. Ρούσβελτ, όταν έσκασε η χρηματοπιστωτική φούσκα του 1929, για να αντιμετωπιστούν οι κερδοσκόποι τραπεζίτες και να απαγορευτεί με το Glass – Steagall Act στις τράπεζες να κερδοσκοπούν με χρήματα των καταθετών τους. Η ανατροπή αυτού του πλαισίου από έναν άλλο δημοκρατικό Πρόεδρο (το 1999), τον Κλίντον, άνοιξε τον δρόμο, μαζί με την παγκοσμιοποίηση, σε νέες χρηματοπιστωτικές περιπέτειες.

Με την παγκοσμιοποίηση και την καθιέρωση νεοφιλελεύθερων πολιτικών συνεχίστηκε το ξήλωμα του ρυθμιστικού και κανονιστικού πλαισίου, κάτι που ενθάρρυνε τις αθέμιτες πρακτικές, τη χειραγώγηση μετοχών, οδηγώντας στις κρίσεις της παγκοσμιοποίησης, όπως εκείνες της Ιαπωνίας το 1990, του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος το 1992-1993, του Μεξικού το 1994, των χωρών της Ν.Α. Ασίας το 1997-1998, της Ρωσίας το 1998, της Βραζιλίας, της Αργεντινής, της Νέας Οικονομίας το 2001, των δομημένων ομολόγων subprimes το 2007 και της Ευρωφούσκας το 2009.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές είναι απαραίτητες για τη λειτουργία της οικονομίας. Αποτελούν το αιμοδοτικό σύστημα της οικονομίας. Πρέπει λοιπόν να λειτουργούν με βάση το όφελος της οικονομίας και της κοινωνίας γενικότερα. Η επαναρρύθμιση ενός νέου κανονιστικού πλαισίου μπορεί να τις επαναφέρει σ’ έναν ορθολογικό τρόπο λειτουργίας.

Η ελλιπής φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών αγορών συμβάλλει στη διόγκωσή τους. Ταυτόχρονα, το δημόσιο χρέος των κρατών διογκώνεται ως αποτέλεσμα και της ανάγκης στήριξης του χρηματοπιστωτικού συστήματος που προκάλεσε τις κρίσεις. Έτσι, για παράδειγμα, το χρέος αυτό αυξήθηκε από 129% το 2009 σε 179% το 2013 στην Ελλάδα, από 66% το 2009 σε 95% το 2013 στην Ευρωζώνη, από 60,2% σε 106% το 2013 στις ΗΠΑ και από 155% σε 245% το 2013 στην Ιαπωνία.

Θα απαιτηθούν δεκαετίες για να αποπληρωθούν τα χρέη αυτά, ακόμα και αν πετύχουν οι χώρες αυτές υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Προς το παρόν, η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε φάση χαμηλής ανάπτυξης και το βέβαιο είναι ότι θα συνεχιστούν οι πολιτικές λιτότητας προκειμένου να μειωθεί το δημόσιο χρέος. Άρα, αργά ή γρήγορα θα πρέπει να διευθετηθεί το θέμα αυτό σε ευρωπαϊκό ή/και παγκόσμιο επίπεδο, προκειμένου να αποφευχθούν νέες περιπέτειες ή/και διάλυση του παγκόσμιου νομισματικού συστήματος και της Ευρωζώνης. Το ίδιο πρέπει να γίνει και με το υψηλό ιδιωτικό χρέος, χωρίς όμως να αποτελέσει αυτό μια νέα ευκαιρία για τους κερδοσκόπους να εκμεταλλευτούν τα χαμηλά και τα μεσαία στρώματα δανειοληπτών. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να συνδυαστούν με ένα νέο γενναίο πρόγραμμα ανάταξης της παγκόσμιας οικονομίας, τόσο σε διεθνές όσο και σε περιφερειακό επίπεδο.

Η Ευρώπη σήμερα προωθεί μια μονοσήμαντη πολιτική δημοσιονομικής πειθαρχίας και λιτότητας, που τροφοδοτεί τη στασιμότητα, τη διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα, την αύξηση του δημόσιου χρέους κ.ά. Η συνοχή της ζώνης του ευρώ απειλείται. Η Ευρώπη χρειάζεται σήμερα έναν νέο οδικό χάρτη. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να ενισχυθεί ο ομοσπονδιακός χαρακτήρας της Ευρωζώνης με την προώθηση μιας οικονομικής κυβέρνησης, ενός ενισχυμένου κοινοτικού προϋπολογισμού, την αμοιβαιοποίηση του χρέους των κρατών μελών, τη δημιουργία ενός ταμείου ασφάλισης ανέργων κ.ά.

Η χώρα μας έχει υποστεί τη μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική ζημιά. Καμιά άλλη χώρα στον κόσμο δεν έχει πληγεί τόσο πολύ σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα από την κρίση της Ευρωφούσκας του 2009-2010. Θα απαιτηθούν μακροχρόνιες προσπάθειες για να αναταχθεί η οικονομία και η κοινωνία μας.

Αλλά δεν πρέπει πια να φοβόμαστε τον φόβο. Πρέπει να προχωρήσουμε, να διoρθρώσουμε τα λάθη που μας οδήγησαν στην καταστροφή, να αγωνιστούμε και να διεκδικήσουμε τα συμφέροντά μας στην ΕΕ, να διανοίξουμε νέους ορίζοντες στους νέους μας, ώστε να παραμείνουν στη χώρα τους. Αυτοί αποτελούν τη μόνη ορατή εγγύηση ότι η χώρα μας μπορεί να ξαναβρεί τον δρόμο της και να ισχυροποιηθεί τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.

Σχετικά άρθρα