Διάλεξη στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, με θέμα «Η ευρωπαϊκή Ένωση σε αδιέξοδο;» έδωσε ο πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδας Κώστας Σημίτης.
Ο κ. Σημίτης, αφού αναφέρθηκε στις διάφορες απόψεις και συζητήσεις για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είπε πως η «σκέψη ότι η μετεξέλιξη της Ένωσης μπορεί να πραγματοποιηθεί με μία νέα Συνθήκη, η οποία θα επιλύει όλα τα κύρια προβλήματα, είναι εξωπραγματική». Στον σύγχρονο κόσμο -της παγκοσμιοποίησης και των κρατών με γιγαντιαίες διαστάσεις και δυνατότητες (όπως η Κίνα, οι ΗΠΑ, η Ρωσία)- «είναι ουτοπικό να πιστεύει κανείς ότι η Ελλάδα, η Δανία ή ακόμη και η Γαλλία και η Ιταλία θα μπορέσουν να ακολουθήσουν μια αυτόνομη πολιτική απέναντι σε παγκόσμια προβλήματα – όπως είναι η ενέργεια, το κλίμα, τα κύματα μετανάστευσης, οι κερδοσκοπικές τακτικές των μεγάλων επιχειρήσεων και των διεθνών κεφαλαιαγορών» παρατήρησε για να προσθέσει ότι στο ερώτημα ποια θα είναι η πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα χρόνια που έρχονται «συγκεκριμένη απάντηση δεν είναι σήμερα δυνατή».
Αναφερόμενος στην Ελλάδα ο κ. Σημίτης υποστήριξε ότι «ο εθνολαϊκιστικός λόγος, τα μεγάλα λόγια για την εθνική κυριαρχία της χώρας, που δεν επιτρέπεται και δεν μπορεί να περιορισθεί, όπως και οι φαντασιώσεις “ότι εμείς θα διαμορφώσουμε μία νέα ευρωπαϊκή πολιτική διαφορετική εκείνης που μας επιβλήθηκε” αποτελούν ένα μόνιμο εμπόδιο, να συνειδητοποιήσουμε και να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες μας». Ο εθνολαϊκιστικός λόγος, υποστήριξε, «δεν ενδιαφέρεται για τη χώρα». Εκείνο που επιδιώκει, εκτίμησε ο κ. Σημίτης, «είναι η προστασία του συντηρητικού κατεστημένου που παρουσιάζεται υπό διάφορες σημαίες και μορφές – ακροδεξιές, δεξιές, αριστερές ή επαναστατικές».
Σύμφωνα με τον ίδιο δεν πρέπει να γίνει αποδεχτή μια τέτοια εξέλιξη, διότι, όπως είπε, «τη χώρα, τη συμφέρει η οργανωμένη πρόοδος προς την ενοποίηση, η διαπραγμάτευση, ο συντονισμός με άλλες χώρες, οι κοινοί σχεδιασμοί όπου μπορούμε να προβάλουμε τις απόψεις μας και όχι οι επικλήσεις στο αθάνατο αρχαίο πνεύμα, ή η προλεταριακή επανάσταση». Επίσης, πρόβαλε την άποψη ότι όσο πιο άναρχη είναι η παγκοσμιοποίηση και η ευρωπαϊκή ενοποίηση, «τόσο περισσότερο η δυνατότητα παρέμβασης των μικρότερων κρατών (όπως η Ελλάδα ή η Κύπρος) συρρικνώνεται». Γι’ αυτό, ανέφερε, «πρέπει να επιδιώκουμε άμεσα τον εκσυγχρονισμό της χώρας και σε συνάρτηση με τις δυνατότητές της και τις προοπτικές της, τη συμβολή της στη μετεξέλιξη της Ένωσης».
Για την περίπτωση της Κύπρου, ο κ. Σημίτης εκτίμησε ότι παρουσιάζει μια πληρέστερη εικόνα των επιπτώσεων της συμμετοχής της στο κοινό νόμισμα, δείχνει επίσης πώς μπορούν να ξεπεραστούν τα προβλήματα. Επίσης, σημείωσε ότι η Κύπρος είναι σε θέση αυτή τη στιγμή να αναδείξει «μια διαφορετική προσέγγιση, τη σημασία της συνεννόησης για να παράγονται λύσεις».
Στη διάλεξή του, ο πρώην πρωθυπουργός δήλωσε ότι το τελευταίο διάστημα έχουν γίνει «σημαντικά βήματα» για την επανένωση του νησιού και διατύπωσε την εκτίμηση πως «η δυνατότητα της λύσης (του Κυπριακού) είναι ορατή». «Χρειάζεται» τόνισε «αποφασιστικότητα τώρα για να πετύχουμε».
Η εμπειρία από τις πολύχρονες διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό έχει δείξει, ότι στην τελευταία φάση της συνεννόησης διαγράφονται δύο διαφορετικοί δρόμοι, είπε ο κ. Σημίτης και εξήγησε: «Ο ένας βασίζεται στη σκέψη, ότι θα πρέπει να λυθούν όλα τα θέματα για να μην υπάρξει μετά κάποιο πρόβλημα, έστω μικρότερων διαστάσεων, που θα δώσει αφορμή σε νέες διαφορές. Ο άλλος, οδηγεί στη συμφωνία με τη σκέψη, ότι η λύση θα πρέπει να διασφαλίζει μια καλόπιστη αντιμετώπιση υπολειπομένων προβλημάτων, μια συχνή συνεννόηση υπέρβασης των διαφορών».
Ο πρώην πρωθυπουργός εξέφρασε την πεποίθηση ότι ο δεύτερος δρόμος, «εκείνος της λογικής», είναι που πρέπει να ακολουθηθεί. «Είναι η επιτεύξιμη οδός που θα παράγει λύσεις και όχι νέες αντιπαλότητες» κατέληξε ο κ. Σημίτης.
Τον πρώην πρωθυπουργό καλωσόρισε ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κύπρου Κωνσταντίνος Χριστοφίδης , υπενθυμίζοντας ότι είναι διδάκτωρ της Σχολής Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου και ότι η τελετή της αναγόρευσης του, τον Οκτώβριο του 1996, ήταν η πρώτη από της ιδρύσεως του Κυπριακού Πανεπιστημίου.