Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλ
Αίθουσα Σύνταξης
Τμήμα ειδήσεων tribune.gr

Deutsche Welle: Ο Τσίπρας μπορεί να αναστρέψει το εις βάρος του κλίμα

Deutsche Welle: Ο Τσίπρας μπορεί να αναστρέψει το εις βάρος του κλίμα
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Διαβάστε σχετικά για Deutsche Welle, Grexit, Αλέξης Τσίπρας, Βόννη, Ευάγγελος Μεϊμαράκης, Κυριάκος Μητσοτάκης, Νέα Δημοκρατία, ΣΥΡΙΖΑ,

«Αν και ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια ανώριμη, άπειρη και ερασιτεχνική νέα πολιτική δύναμη κατάφερε το 2015 να κερδίσει την εύνοια των ψηφοφόρων» τονίζει σε συνέντευξη του στην Deutsche Welle ο πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, Λάζαρος Μηλιόπουλος.

Όπως υπογραμμίζει με ένα μείγμα κόπωσης εξαιτίας της πολιτικής λιτότητας που προηγήθηκε, αλλά και μιας πληγωμένης περηφάνιας, η πλειοψηφία του ελληνικού λαού εναπόθεσε τις ελπίδες του στην αριστερά, για να επέλθει όμως στο τέλος η οδυνηρή προσγείωση στην πραγματικότητα:

«Μετά τον αρχικό αριστεροσοσιαλιστικό αλλά και λαϊκίστικο αριστερό ενθουσιασμό, ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε αντιμέτωπος με τη σκληρή πολιτικοοικονομική πραγματικότητα αλλά και με εσωκομματικές διαμάχες, ιδίως όταν γινόταν όλο και περισσότερο εμφανές ότι ο Τσίπρας είναι ένας πολιτικός που λειτουργεί με γνώμονα την πολιτική ισχύ, όπως έδειξε και η πολυετής θητεία του στην προεδρία του κόμματος.

Αυτό είχε ως συνέπεια όχι απλώς να συνεχιστεί η πολιτική των μνημονίων μετά από μια εξάμηνη διακοπή, αλλά να εντατικοποιηθεί».

Οι υποσχέσεις που έμειναν υποσχέσεις

Η ανακολουθία προεκλογικών λόγων και υποσχέσεων και πράξεων στη συνέχεια όμως του στοίχισε ακριβά, όχι μόνον σε ό,τι αφορά το ίδιο του το κόμμα όπου ακολούθησαν οι μαζικές αποχωρήσεις ηγετικών στελεχών, αλλά και δημοσκοπικά.

Παρά ταύτα ο Λ. Μηλιόπουλος εκτιμά ότι ο Αλέξης Τσίπρας είναι ένας πολιτικός που μπορεί να αντιστρέψει το σε βάρος του δυσμενές κλίμα. Εντούτοις όσο διαρκεί η κρίση στην Ελλάδα -και αυτό δεν αποκλείεται υπό τη διακυβέρνησή του- τα πράγματα θα είναι δύσκολα για εκείνον».

Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη πλέον στην ηγεσία της ΝΔ, ο Αλέξης Τσίπρας έχει πλέον απέναντί του έναν επικίνδυνο αντίπαλο, σχολίαζαν πρόσφατα γερμανοί αναλυτές. Συμφωνεί ο πολιτικός επιστήμονας με αυτή την εκτίμηση;
«Με την εκλογή του Μητσοτάκη στην προεδρία της ΝΔ αυξήθηκε όντως ο κίνδυνος για τον Τσίπρα.

Η πιθανή αποδυνάμωσή του φαίνεται από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, όπου τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ υποχωρούν ακόμη περισσότερο μετά την εκλογή Μητσοτάκη.

Η εξέλιξη αυτή έχει βαθύτερα αίτια.

Ως πολιτικός μιας άφθαρτης πολιτικής γενιάς, κάτι που εν μέσω κρίσης έχει αποκτήσει μεγάλη συμβολική σημασία, ο Τσίπρας μπορούσε να διαφοροποιείται εύκολα από τον ανθυποψήφιο του Μητσοτάκη, Μεϊμαράκη.

Επιπλέον (…) με τη νεοφιλελεύθερη πορεία του, ο Μητσοτάκης καταθέτει αναμφίβολα μια σαφή και ουσιαστική αντιπρόταση.

Επίσης σε αντίθεση με τον Μεϊμαράκη, ο Μητσοτάκης ανήκει στη νεότερη πολιτική γενιά.

Το ότι ο Μητσοτάκης ανήκει σε μια παλιά ελληνική πολιτική δυναστεία δεν μπορεί να αξιοποιηθεί πλέον από τον Τσίπρα, από τη στιγμή που η φήμη του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα που ‘έχει καθαρό μέτωπο’ δέχθηκε ένα ισχυρό πλήγμα, με αφορμή τις αποκαλύψεις για φαινόμενα νεποτισμού στις τάξεις του».

Ο Λάζαρος Μηλιόπουλος διευκρινίζει πάντως ότι πρόκειται απλώς για μια πρώτη εικόνα, καθώς είναι ακόμη νωρίς για να αντλήσει κανείς ασφαλή συμπεράσματα.

Όσον αφορά τη συζήτηση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, ο πολιτικός επιστήμονας εκτιμά ότι θα υπάρξει πιθανότατα μια λύση που θα προβλέπει περαιτέρω παράταση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων, μείωση ή και νέα περίοδο χάριτος για την καταβολή των τόκων και γενικότερα «λογιστικά τρικ».

Σε περίπτωση όμως που μακροπρόθεσμα δεν επιτευχθούν οι στόχοι για την ανάπτυξη και τα πρωτογενή πλεονάσματα, «θα αναζωπυρωθεί και πάλι η συζήτηση για ένα πραγματικό κούρεμα έως και 50 δις ευρώ, όπως εκτιμά ο ίδιος.

Στο συρτάρι η υπόθεση Grexit

Με δεδομένο ότι και το ερχόμενο διάστημα αναμένεται να κυριαρχήσει στην Ευρώπη το ζήτημα της προσφυγικής κρίσης, ο Λ. Μηλιόπουλος δεν θεωρεί ιδιαίτερα πιθανό να επανέλθει στο προσκήνιο η συζήτηση περί Grexit.

«Ουσιαστικά τα πράγματα έχουν ως εξής: όσο περισσότερο προχωρά η Ελλάδα με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όσο επανέρχεται η ανάπτυξη και επιτυγχάνονται πρωτογενή πλεονάσματα, τόσο πιο απίθανο είναι να επιστρέψει η συζήτηση περί Grexit».

Σχετικά άρθρα