‘Ίση και όχι ειδική μεταχείριση για την Ελλάδα ζητά ο Γιάννης Δραγασάκης, μέσω του άρθρου του στους “Financial Times”. “Η χώρα βρίσκεται σε μία κατάσταση ανάλογη με αυτή του Σίσυφου”, γράφει μεταξύ άλλων ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης στην παρέμβασή του.
Αναλυτικότερα το άρθρο του :
Είναι κοινή πεποίθηση ότι η ελληνική κυβέρνηση αναζητά ειδική μεταχείριση σε σύγκριση με άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Δεν ισχύει, ζητάμε ίση μεταχείριση.
Από το ξέσπασμα της κρίσης η οικονομία μας έχει συρρικνωθεί κατά 26%, η ανεργία έχει φθάσει από το 8% στο 26% και οι μισθοί έχουν υποχωρήσει κατά 33%.
Αυτά τα αποτελέσματα είναι χειρότερα και από αυτά που βίωσαν χώρες κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’30 και πολύ χειρότερα από αυτά που προβλέπονταν βάσει των ελληνικών προγραμμάτων προσαρμογής. Γι’ αυτό το λόγο η ελληνική κυβέρνηση άσκησε κριτική σε αυτά τα προγράμματα.
Η δική μας δημοσιονομική προσαρμογή είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή άλλων χωρών. Από το 2009, οι μειώσεις δαπανών και οι αυξήσεις φόρων ξεπερνούν το 45% του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.
Στην Πορτογαλία (το αντίστοιχο ποσοστό) ήταν 20%, σε Ιταλία και Ιρλανδία ήταν 15%.
Όχι μόνο τα δημοσιονομικά μέτρα ήταν ευρύτερα αλλά για κάθε μία ποσοστιαία μονάδα προσαρμογής, η οικονομία συρρικνώνονταν κατά μεγαλύτερο ποσοστό. Αυτό ίσχυσε γιατί η ελληνική οικονομία είναι λιγότερο ανοικτή από άλλες.
Κάθε πτώση στη ζήτηση πλήττει τα προϊόντα που παράγονται στην χώρα, περισσότερο απ’ ότι τα εισαγόμενα. Διαδοχικοί κύκλοι λιτότητας επιδείνωσαν την συρρίκνωση του ΑΕΠ.
Και ταυτόχρονα το ποσοστό του χρέους ως προς το ΑΕΠ κατέστη μη διαχειρίσιμο. Η Ελλάδα δανείζεται ακόμη περισσότερα, προκειμένου να πληρώσει παλαιότερα χρέη.
Εισήλθαμε στην κρίση, έχοντας υψηλό έλλειμμα. Με τον πληθωρισμό κοντά στο μηδέν, οι μειώσεις που χρειάστηκε να γίνουν, προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα, πραγματοποιήθηκαν με υψηλό κόστος για τις χώρες της Ευρωζώνης που αντιμετώπιζαν προβλήματα.
Η παραγωγή θα έπρεπε να υποχωρήσει, δημιουργώντας πληθωρισμό και επιβαρύνοντας τη δυναμική του χρέους. Είναι δύσκολο να σταθεροποιήσεις ένα υψηλό χρέος όταν η ενίσχυση του αποπληθωρισμού αυξάνει την πραγματική αξία του χρέους.
Στη δεκαετία του ’20 η Βρετανία είχε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, αλλά ο αποπληθωρισμός οδηγούσε σε αύξηση του χρέους της, ως ποσοστού επί του ΑΕΠ.
Το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ έχει ως στόχο να βοηθήσει ώστε να μειωθεί το κόστος δανεισμού για τις χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα.
Επίσης, ουσιαστικά, μειώνει τα επίπεδα ελληνικού χρέους που κατέχουν οι τράπεζες του πυρήνα της Ευρωζώνης. Όμως οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να κατέχουν μεγάλο μερίδιο του χρέους και το κόστος αναδιάρθρωσης του θα πρέπει να το πληρώσουν οι Έλληνες φορολογούμενοι.
Οι κεφαλαιακές εισροές από τις χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα έχει στεγνώσει τη ρευστότητα του τραπεζικού τους συστήματος, ενώ παράλληλα έχει ενισχύσει την ικανότητα παροχής δανείων στις τράπεζες του πυρήνα της Ευρωζώνης.
Η έξοδος εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού έχει μειώσει την παραγωγική ικανότητα των χωρών που αντιμετωπίζουν προβλήματα. Οι επιπτώσεις των παραπάνω θα χρειαστεί μία γενιά ή και παραπάνω για να αντιστραφούν.
Οι γεννήτορες του ευρώ, οραματίσθηκαν μία νομισματική ένωση που θα έμοιαζε με τον κλασσικό κανόνα του χρυσού, βάσει του οποίου η προσαρμογή μεταξύ χωρών με πλεονάσματα και χωρών με ελλείμματα θα ήταν συμμετρική. Στην Ευρωζώνη, το βάρος της προσαρμογής αφορά μόνο τις χώρες με ελλείμματα.
Μεταξύ 2008 και 2014, τα εξωτερικά ισοζύγια των χωρών με προβλήματα , εμφάνισαν πλεόνασμα, ενώ υπήρχαν υψηλά ελλείμματα. Τα εξωτερικά ισοζύγια των χωρών του πυρήνα της Ευρωζώνης δεν έχουν αλλάξει.
Αποτέλεσμα η χώρα να βρίσκεται σε μία κατάσταση ανάλογη με αυτή του Σίσυφου – ενός άνδρα που καταδικάστηκε να ανεβάζει έναν βράχο στην κορυφή ενός λόφου, μόνο για να τον δει να κυλάει εκ νέου στους πρόποδές του.