Ένας 36χρονος Βραζιλιάνος είναι πιθανώς ο πρώτος παγκοσμίως που απαλλάχθηκε τελείως από τον ιό HIV του AIDS μετά από θεραπεία μόνο με ένα ισχυρό πειραματικό «κοκτέιλ» αντι-ιικών φαρμάκων, όπως ανακοίνωσαν Βραζιλιάνοι επιστήμονες του Ομοσπονδιακού Πανεπιστημίου του Σάο Πάουλο.
Εδώ και 66 εβδομάδες, ο ασθενής δεν φαίνεται να έχει πια στο αίμα του ίχνη λοίμωξης: Ούτε τον ίδιο τον ιό, ούτε αντισώματα εναντίον του.
Όμως, τα αποτελέσματα θεωρούνται προκαταρκτικά και θα πρέπει να επιβεβαιωθούν.
Μέχρι τώρα, μόνο δύο άλλοι ασθενείς είχαν αναφερθεί ως «θεραπευμένοι» από τον HIV, αλλά και στους δύο είχαν προηγηθεί υψηλού κινδύνου μεταμοσχεύσεις μυελού των οστών στο πλαίσιο αντικαρκινικής θεραπείας.
Πρόκειται για τον Τίμοθι Μπράουν, γνωστό και ως «ασθενή του Βερολίνου», που παραμένει χωρίς τον HIV για περισσότερα από δέκα χρόνια, καθώς και -πιο πρόσφατα- τον Αδάμ Καστιλέχο, γνωστό και ως «ασθενή του Λονδίνου».
Αντίθετα, στην περίπτωση του ανώνυμου -μέχρι στιγμής- Βραζιλιάνου, γνωστού πλέον ως «ασθενούς του Σάο Πάουλο», φαίνεται η «θεραπεία» να επιτεύχθηκε μόνο με φαρμακευτικό τρόπο.
«Αν και είναι ακόμη μία μεμονωμένη περίπτωση, πιθανώς συνιστά την πρώτη μακρόχρονη ύφεση του HIV χωρίς μεταμόσχευση μυελού των οστών», ανακοίνωσαν οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον δρα Ρικάρντο Ντίαζ, στο πλαίσιο του ετήσιου διεθνούς ιατρικού συνεδρίου «AIDS 2020», το οποίο φέτος έγινε διαδικτυακά λόγω κορωνοϊού, σύμφωνα με τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης» και το «Science».
Πάντως, άλλοι επιστήμονες εμφανίστηκαν πιο επιφυλακτικοί.
Ο δρ. Στιβ Ντικς του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Σαν Φρανσίσκο δήλωσε ότι είναι πολύ νωρίς να πει κανείς εάν ο Βραζιλιάνος ασθενής όντως έχει απαλλαχθεί από τον ιό HIV, ενώ τόνισε πως άλλα ανεξάρτητα εργαστήρια θα πρέπει να επιβεβαιώσουν τα ευρήματα των Βραζιλιάνων ερευνητών.
Αλλά ακόμη κι αν υπάρξει επιβεβαίωση, ο Ντικς, ο οποίος μελετά τον HIV και το AIDS εδώ και χρόνια, ανέφερε ότι είναι ασαφές κατά πόσο πράγματι η «θεραπεία» είναι αποτέλεσμα του αντι-ιικού φαρμακευτικού σχήματος.
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι ένας στους 20 ασθενείς που ξεκινά την παραδοσιακή αντι-ρετροϊκή θεραπεία (ART) αμέσως μετά τη διάγνωση της λοίμωξης με HIV, μπορεί να καταστείλει τον ιό και να μην είναι ανιχνεύσιμος στο σώμα του, χωρίς αυτό να σημαίνει και ολοκληρωτική εξαφάνισή του.
Ο συγκεκριμένος Βραζιλιάνος ασθενής είχε διαγνωστεί τον Οκτώβριο του 2012 και είχε αρχίσει να παίρνει αντι-ιικά φάρμακα μετά από δύο μήνες.
Το 2016 άρχισε -μαζί με άλλους τέσσερις ασθενείς- να συμμετέχει σε κλινική δοκιμή στο πλαίσιο της οποίας, παράλληλα με την ήδη θεραπεία του, άρχισε επιπροσθέτως να παίρνει ένα «κοκτέιλ» τριών αντι-ρετροϊκών φαρμάκων επί 48 εβδομάδες.
Μετά την ολοκλήρωση της επιπρόσθετης θεραπείας, ο ασθενής επέστρεψε στην κανονική θεραπεία του, την οποία διέκοψε τον Μάρτιο του 2019.
Έκτοτε, το αίμα του εξετάζεται κάθε τρεις εβδομάδες και δεν έχει εμφανίσει σημάδια λοίμωξης από HIV ούτε σχετικά αντισώματα.
Είναι ο μόνος από τους πέντε ασθενείς της κλινικής δοκιμής που εμφανίζεται να έχει θεραπευθεί.
Η ανυπαρξία αντισωμάτων, σύμφωνα με τους επιστήμονες, συνηγορεί ότι πιθανότατα πρόκειται για θεραπεία.
«Δεν μπορούμε να ψάξουμε ολόκληρο το σώμα του, όμως με βάση τις καλύτερες έως τώρα ενδείξεις δεν βλέπουμε μολυσμένα κύτταρα.
»Είναι κάτι που αφήνει πολλές υποσχέσεις.
»Ο ασθενής πιθανώς έχει θεραπευθεί, αλλά θα πάρει χρόνο για να βεβαιωθούμε.
»Ίσως, πάντως, αυτή η φαρμακευτική στρατηγική δεν είναι καλή για τον καθένα, επειδή έφερε αποτέλεσμα μόνο σε έναν από τους πέντε ασθενείς.
»Όμως μπορεί να εξαφάνισε τον ιό στη συγκεκριμένη περίπτωση», δήλωσε ο δρ. Ντίαζ.
Δύο από τα φάρμακα του έξτρα «κοκτέιλ» (maraviroc και νικοτιναμίδη ή βιταμίνη Β3) αποσκοπούν στο να βγάλουν τον ιό HIV από τις κρυψώνες του μέσα στο σώμα, επιτρέποντας έτσι στα άλλα φάρμακα να τον καταστρέψουν.
O HIV βρίσκει καταφύγιο σε διάφορα σημεία του οργανισμού, όπου παραμένει αφανής και σε ύπνωση, γι’ αυτό θεωρείται ζωτικό να βρεθούν τρόποι ώστε να υποχρεωθεί να γίνει ορατός στα αντι-ιικά φάρμακα.
Σήμερα, οι ασθενείς με HIV είναι υποχρεωμένοι να παίρνουν φάρμακα για το υπόλοιπο της ζωής τους, προκειμένου να μειώσουν το ιικό φορτίο στο σώμα τους.
Η θεραπεία μπορεί να θεωρηθεί λειτουργική, εφόσον ένας ασθενής έχει μη ανιχνεύσιμα επίπεδα του ιού και δεν μπορεί να τον μεταδώσει σε άλλους, ενώ μπορεί να ζήσει μία μακρά και υγιή ζωή.
Όμως, η θεραπεία είναι ακριβή και πρέπει να λαμβάνεται καθημερινά, ενώ έχουν αρχίσει να εμφανίζονται σημάδια αντίστασης στα χορηγούμενα φάρμακα.